ΕΔΑΔ: η άρνηση του Ολοκαυτώματος δεν είναι ελευθερία της έκφρασης - άρθρο στην Αυγή της Κυριακής

mmm

Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ): Η άρνηση του Ολοκαυτώματος δεν είναι ελευθερία της έκφρασης, αλλά προσβολή του εβραϊκού λαού.

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) με δύο αποφάσεις του το 2019, ήρθε να ενισχύσει περαιτέρω την πλουσιότατη Νομολογία του αναφορικά με την άρνηση του Ολοκαυτώματος, τη μνήμη των θυμάτων του οποίου τιμούμε αύριο.

Η πρώτη φορά που το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ασχολήθηκε με ανάλογη περίπτωση ήταν η υπόθεση T. κατά Βελγίου (Ιούλιος 1983), όταν η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΕΔΑΔ (την περίοδο εκείνη δεν προβλεπόταν ατομική προσφυγή πολίτη στο ΕΔΑΔ, αλλά η προσφυγή έπρεπε να περάσει από την Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και, αν αυτή την έκρινε βάσιμη, τότε την εισήγαγε η ίδια στο Δικαστήριο εκ μέρους του πολίτη που προσέφυγε σε αυτή) απέρριψε την προσφυγή της αιτούσας. Συγκεκριμένα, η τελευταία είχε καταδικαστεί από τα βελγικά δικαστήρια ως συνεκδότρια ενός φυλλαδίου, όπου ο συντάκτης του αμφισβητούσε τη μαζική εξόντωση στο Άουσβιτς. Η καταδίκη της βασίστηκε στο σκεπτικό πως, χωρίς τη συμβολή της, δεν θα μπορούσε αυτό να εκδοθεί. Η Επιτροπή έκρινε ότι ο περιορισμός αυτός στο δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου της ήταν απαραίτητος, σε μια δημοκρατική κοινωνία, για την προστασία της κοινωνικής ειρήνης.

Στην υπόθεση Glimmerveen και Hagenbeek κατά Ολλανδίας (1979), ήταν η πρώτη φορά που το Δικαστήριο δεν εφήρμοσε το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και έως σήμερα, σε δεκάδες υποθέσεις το ΕΔΑΔ έκρινε ότι η άρνηση του Ολοκαυτώματος και η δολοφονία έξι εκατομμυρίων Εβραίων από το ναζιστικό καθεστώς και τους συνεργάτες του, στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, δεν αποτελεί ελευθερία της έκφρασης και δεν προστατεύεται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Αντίθετα αποφάσισε ότι η άρνηση του Ολοκαυτώματος αποτελεί προσβολή της μνήμης των νεκρών Εβραίων και δυσφήμιση του Εβραϊκού λαού. Στην υπόθεση του Γερμανού βουλευτή Γερμανού βουλευτή Pastörs, εκεί οι βουλευτές ούτε ασυλία έχουν ούτε απαιτούν να ξεχαστούν όλα με μία συγγνώμη, τον Νοέμβρη του 2019, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου διαπίστωσε ότι ο προσφεύγων είχε δηλώσει σκόπιμα αναληθή γεγονότα με σκοπό τη δυσφήμιση του εβραϊκού λαού και οι δηλώσεις αυτές δεν μπορούσαν να τυγχάνουν προστασίας της ελευθερίας του λόγου που προβλέπει η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), καθώς έρχονται σε αντίθεση με τις αξίες της ίδιας της Σύμβασης.

Ειδικότερα, το ΕΔΑΔ έκρινε ομόφωνα ότι η καταγγελία του Γερμανού βουλευτή βάσει του άρθρου 10 (για την ελευθερία της έκφρασης) της ΕΣΔΑ ήταν προδήλως αβάσιμη και έπρεπε να απορριφθεί.

Σε απόφαση του Φλεβάρη του ίδιου έτους, το ΕΔΑΔ έκρινε ότι η άρνηση του Ολοκαυτώματος στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης συνιστά υποκίνηση σε μίσος και δεν προστατεύεται από την ελευθερία της έκφρασης.

Η υπόθεση αφορούσε συνέντευξη που έδωσε το 2008 ο Βρετανός επίσκοπος Ρίτσαρντ Γουίλιαμσον σε σουηδικό τηλεοπτικό σταθμό, όπου, μεταξύ άλλων, δήλωσε ότι πιστεύει πως δεν υπήρχαν θάλαμοι αερίων στο ναζιστικό καθεστώς.

Το ΕΔΑΔ συντάχθηκε με το σκεπτικό του γερμανικού δικαστηρίου ότι ο επίσκοπος συνειδητά έθιξε την αξιοπρέπεια των Εβραίων θυμάτων και διατάραξε σοβαρά τη δημόσια ειρήνη στη Γερμανία.

Υπογράμμισε ότι τα κράτη που έζησαν τη ναζιστική φρίκη έχουν ιδιαίτερη ηθική ευθύνη να θωρακιστούν απέναντι στις θηριωδίες των ναζί και σημείωσε ότι ο επίσκοπος δεν έδειξε μεταμέλεια κατά τη διάρκεια της δίκης του στη Γερμανία, αλλά χρησιμοποίησε το δικαίωμά του στην ελευθερία της έκφρασης για να προωθήσει ιδέες αντίθετες στο γράμμα και στο πνεύμα της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.

Το ΕΔΑΔ, λοιπόν, κατά πάγια νομολογία του, θεωρεί πως κάθε άποψη, η οποία υποκινεί ή δικαιολογεί το μίσος και η οποία θεμελιώνεται σε διακρίσεις, μη ανεκτικότητα του διαφορετικού ή προσβολή της αξιοπρέπειας δεν προστατεύεται στο πλαίσιο του άρθρου 10 ΕΣΔΑ. Έτσι, το ΕΔΑΔ δεν θεωρεί δυσανάλογες ή αντίθετες στο άρθρο 10 ΕΣΔΑ τις παρεμβάσεις με επιβολή ποινικής καταδίκης ή άλλης κύρωσης, όταν και όποτε υφίσταται διέγερση βίας και εξύμνηση του ναζισμού.

Οι περιπτώσεις αμφισβήτησης και άρνησης του Ολοκαυτώματος ενεργοποιούν τη ρήτρα του άρθρου 17 ΕΣΔΑ περί καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης. Και τούτο, γιατί σε μια τέτοια περίπτωση η ελεύθερη έκφραση έρχεται σε αντίθεση με τα λοιπά, επίσης κατοχυρωμένα στην ΕΣΔΑ, δικαιώματα καθώς και με το ίδιο το πνεύμα της. Πρόκειται ουσιαστικά για μια αρχή που διαμορφώθηκε από τη νομολογία του ΕΔΑΔ και η οποία μπορεί να συνοψισθεί στο εξής περιεχόμενο: η προστασία της έκφρασης ως θεμελίου της δημοκρατίας, του πλουραλισμού και των μειοψηφιών υπαγορεύει την απαγόρευση κάθε έκφρασης υπέρ του ολοκληρωτισμού.

Δηλώσεις που αμφισβητούν τη διάπραξη του Ολοκαυτώματος κατ’ ουσίαν δεν αποτελούν γνώμη ή άποψη, αλλά αμφισβήτηση ή άρνηση ενός ιστορικού γεγονότος. Άρα, όπως οι ψευδείς ισχυρισμοί που θίγουν την υπόληψη κάποιου τιμωρούνται, έτσι και η παραχάραξη ιστορικών γεγονότων που προσβάλουν ή θέλουν να πλήξουν όχι μόνο τη συλλογική μνήμη κάποιου πληθυσμού αλλά συνδέονται και με την πρόκληση ρατσιστικού μίσους δεν μπορεί να παραμένουν στο απυρόβλητο.

Ακόμη και η υποτίμηση ενός γεγονότος όπως το Ολοκαύτωμα, που είναι άμεσα συνυφασμένο με φυλετικές διακρίσεις, απενοχοποιεί τη ρατσιστική βία και μπορεί να εκληφθεί ως έμμεση υποκίνηση ρατσιστικού μίσους. Ο αντισημιτισμός, η πιο ανθεκτική στο χρόνο μορφή ρατσισμού, με κορυφαίο σημείο το Ολοκαύτωμα απετέλεσε συστατικό και αναπόσπαστο στοιχείο της Ναζιστικής Ιδεολογίας, οποιαδήποτε προσπάθεια υποτίμησης αυτού του γεγονότος που αποτελεί τον απόλυτο παραλογισμό της Ιστορίας είναι προσπάθεια δικαιολόγησης της Ναζιστικής θηριωδίας.