Διάλογος Ελλάδας-Τουρκίας εν μέσω στασιμότητας στο Κυπριακό, συνέντευξη στη "Χαραυγή" της Κύπρου

Διάλογος μεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας με «φόντο» τη θετική ατζέντα». Ποιες είναι οι
προσδοκίες της ελληνικής πλευράς και τι να περιμένουμε μέχρι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο
του Ιουνίου;

Η Αθήνα αναμένει πλέον από την τουρκική ηγεσία να προτείνει ημερομηνίες για τον 63ο γύρο διερευνητικών επαφών που είναι να γίνει στην Τουρκία. Αναμένει επίσης τη συνέχιση των λεγόμενων πολιτικών διαβουλεύσεων, όπως και του επόμενου γύρου ΜΟΕ που συζητιούνται μεταξύ στρατιωτικών. Ανακοινώθηκε και επισήμως ότι τα Υπουργεία Άμυνας των δύο χωρών «συμφώνησαν να διεξαγάγουν τον 4ο κύκλο συνομιλιών για ΜΟΕ. Στο βάθος αναμένεται και η επίσκεψη Τσαβούσογλου στην Αθήνα, με την προσδοκία «να συνεισφέρει στην προετοιμασία μιας συνάντησης κορυφής Μητσοτάκη - Ερντογάν.
Δυστυχώς, νομίζω ότι ουσιαστικός διάλογος με την Τουρκία θα υπάρξει μόνο στα θέματα οικονομίας και εμπορίου. Και αυτή είναι μια ιδιαίτερα επικίνδυνη επιλογή, καθώς η Άγκυρα επιδιώκει να αξιοποιήσει την στασιμότητα στο Κυπριακό για την αλλαγή του πλαισίου της διαπραγμάτευσης και επιχειρεί να κερδίσει χρόνο ώστε να περάσει τον κάβο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Ιουνίου και να δει πώς θα χειριστεί την νέα αμερικανική προεδρία στη συνάντηση Ερντοάν-Μπάιντεν στο ΝΑΤΟ.
Η Ελλάδα, ελλείψει ενεργητικής στρατηγικής, φαίνεται να θεωρεί ότι η πίεση της Προεδρίας Μπάιντεν είναι επαρκής, όχι για έντιμες λύσεις στα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό ή για έναν ουσιαστικό διάλογο, αλλά μόνο για εκτόνωση της έντασης και επικοινωνιακά οφέλη. Είναι σφάλμα να θεωρούμε οριστική τη ρήξη στις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας. Πρόκειται για επικίνδυνη αυταπάτη αφού βασική και διαχρονική στόχευση της αμερικανικής πολιτικής είναι να κρατήσει την Άγκυρα στη Δύση, μακριά από την Ρωσία και να αξιοποιήσει την παρουσία της στην περιοχή. Εκεί θα εστιάσουν οι ΗΠΑ και πολύ λιγότερο στα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό.

Ο Σαρλ Μισέλ, διεμήνυσε πως «για μια θετική ατζέντα σχετικά με την Τουρκία,
απαιτείται πρόοδος σε διάφορους τομείς όπως οι σχέσεις με την Ελλάδα και το
Κυπριακό». Υπάρχουν διαφοροποιήσεις ανάμεσα στους «27» ως προς τη στάση τους
απέναντι στην Άγκυρα;

Φυσικά υπάρχουν, τρανή απόδειξη ο τρόπος που αντιμετώπισε ο ξένος Τύπος τα όσα διαμείφθηκαν μεταξύ του κ. Δένδια και του κ. Τσαβούσογλου. Η ΕΕ δεν είναι κοινωνία αγγέλων. Υπάρχουν συμφέροντα ηγετικών κρατών-μελών στη μεγάλη και αναπτυσσόμενη τουρκική αγορά, το πολιτικό βάρος των Τούρκων μεταναστών σε χώρες όπως η Γερμανία, η ομηρεία στην οποία τέθηκε οικειοθελώς η Ευρώπη παραδίδοντας στον Ερντοάν τον έλεγχο των μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών με τη Κοινή Δήλωση του 2016.
Η χρονική σύμπτωση με την κρίση που προκάλεσε το πολωνικό και ουγγρικό βέτο στον πολυετή κοινοτικό Προϋπολογισμό είναι διαφωτιστική. Η Ε.Ε. δυσκολεύεται να επιβάλλει τον σεβασμό των αξιών που επικαλείται, είτε αυτές αφορούν το κράτος δικαίου είτε τις σχέσεις καλής γειτονίας, ακόμη και στο εσωτερικό της, πόσω μάλλον σε παίκτες που δεν μετέχουν του κοινοτικού "παιχνιδιού" με τους περίπλοκους συμβιβασμούς του.
Η Τουρκία δεν είναι απλώς ένας "παραβάτης", απέναντι στον οποίο αρκεί να κινηθούν οι "27" με πειθαρχική λογική. Είναι μία χώρα της G20 η οποία κινείται αποφασισμένη να αξιοποιήσει πλήρως το γεωπολιτικό της κεφάλαιο και να ενισχύσει τον βαθμό αυτονομίας της στη διεθνή σκακιέρα.
Η Τουρκία παραμένει μία χώρα του ΝΑΤΟ (και μάλιστα διαχειρίζεται την ιδιόμορφη εταιρική της σχέση με τη Ρωσία ακριβώς από την ασφαλή θέση που της προσφέρει αυτή η ένταξη), η οποία επενδύει τα μέγιστα στην εξοπλιστική της απεξάρτηση, ενώ ακόμη και οι αδυναμίες της μετατρέπονται στην παρούσα συγκυρία σε όπλο, αν αναλογισθεί κανείς τι θα σήμαινε τυχόν οικονομική της κατάρρευση, λ.χ., για το ισπανικό και ιταλικό χρηματοπιστωτικό σύστημα με τη μεγάλη έκθεση στο τουρκικό ιδιωτικό χρέος.
Επιπλέον, δυνάμεις όπως η Γαλλία, που αντιμετωπίζουν ως ευθέως ανταγωνιστικές τις φιλοδοξίες της Άγκυρας στη Μεσόγειο, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική, καταγράφουν καθημερινά τη μείωση του ειδικού τους βάρους εντός της Ε.Ε. σε μία σειρά μετώπων, ώστε να μπορούν να δώσουν συνολικά τον τόνο μιας συγκρουσιακής σχέσης των "27" με την Τουρκία.

Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται μία αλλαγή στάσης από τη Γαλλία του
Εμμανουέλ Μακρόν απέναντι στην Τουρκία. Πώς αξιολογείται αυτή η αλλαγή και που
στοχεύει ο Γάλλος Πρόεδρος;
Όπως σημειώνει η Έκθεση του Γαλλικού Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων (IFRI), του κυριότερου κέντρου έρευνας και ανεξαρτήτων συζητήσεων της Γαλλίας που είναι αφιερωμένο στην ανάλυση διεθνών θεμάτων, Μακρόν και Ερντοάν έχουν συγκρουστεί (και συγκρούονται) για μια σειρά θεμάτων όπως η Λιβύη, η Συρία, η Ανατολική Μεσόγειος και τα σατιρικά σκίτσα του Μωάμεθ. Μάλιστα, στο αποκορύφωμα της διαμάχης τους πέρυσι, ο Ερντοάν πρότεινε στον Γάλλο ηγέτη ψυχολογική βοήθεια για τη στάση που κράτησε απέναντι στους μουσουλμάνους.
Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 η Τουρκία θέλει να αναλάβει ρόλο ενεργειακού κόμβου στην Ανατολική Μεσόγειο", γι' αυτό και εναντιώθηκε σε πρωτοβουλίες όπως το Eastern Mediterranean Gas Forum, που απέκλεισε από τις εξελίξεις την Άγκυρα και τους Τουρκοκύπριους. Η ανάγκη όμως της Τουρκίας να αυτονομηθεί αλλά και να κυριαρχήσει στα ενεργειακά ζητήματα της Μεσογείου την έχει φέρει σε ευθεία αντιπαράθεση με τη Γαλλία που δεν είναι διατεθειμένη να απεμπολήσει τη δική της ηγετική θέση.
Η διαμάχη Μακρόν-Ερντοάν είναι ένας αγώνας που έχουν ανάγκη και οι δύο ηγέτες ενόψει των εκλογών που θα αντιμετωπίσει ο καθένας στη χώρα του. Ο Μακρόν είναι έτοιμος για επανεκλογή το 2022 αλλά αντιμετωπίζει μια ισχυρή αντιπολίτευση από την ακροδεξιά υποψήφια Μαρίν Λεπέν. Οι επόμενες εκλογές του Ερντοάν είναι το 2023, αλλά βρίσκεται ήδη αντιμέτωπος με καυτά ζητήματα όπως η τουρκική οικονομία αλλά και οι σχέσεις με τις ΗΠΑ.

Υπάρχουν «κόκκινες γραμμές» από πλευράς της Ελλάδας; Πόσο εύθραυστες είναι
στην παρούσα συγκυρία;
Σκέπτομαι πόσο πολύ έχει ταλαιπωρηθεί η φράση «κόκκινες γραμμές» στην εξωτερική Πολιτική, πόσες φορές απετέλεσε το άλλοθι για διαιώνιση προβλημάτων και συντήρηση κρίσεων.
Για μένα μοναδική «κόκκινη γραμμή», στάση υπεύθυνη και πατριωτική είναι ο σεβασμός του Διεθνούς Δικαίου. Οποιαδήποτε πολιτική κινείται προς την κατεύθυνση της ειρηνικής συνύπαρξης των λαών είναι ωφέλιμη και εποικοδομητική. Η Ελλάδα οφείλει να μείνει προσκολλημένη στις Αρχές της ειρηνικής συνύπαρξης και της καλής γειτονίας και να δρα με τρόπο που να εκθέτει την προκλητικότητα της τουρκικής πλευράς στα μάτια της Διεθνούς Κοινότητας και να στερεί την Τουρκία από κάθε επιχείρημα. Η Τουρκία είναι προφανώς μεγάλο μέρος του προβλήματος αλλά υποχρεωτικά και μέρος της λύσης στην Ανατολική Μεσόγειο. Η συνεννόηση μαζί της είναι μονόδρομος. Για αυτόν ακριβώς το λόγο δεν πιστεύω στη χρησιμότητα των κυρώσεων, με τον στρεβλό τρόπο που έχει γαλουχηθεί η ελληνική και κυπριακή κοινή γνώμη προκειμένου να μετατοπίζεται το βάρος των ευθυνών από τις ηγεσίες στους κακούς ξένους. Η επίλυση των προβλημάτων μας με την Τουρκία περνά μέσω της βελτίωσης των σχέσεων ΕΕ – Τουρκίας, και όχι μέσω της επιδείνωσης τους. Αν δεν δοθεί κίνητρο στην Τουρκία, δεν θα μπορέσει η χώρα αυτή να κάνει τις κινήσεις που θέλουμε, στα ελληνοτουρκικά και στο Κυπριακό.2 10