Ομιλίες

Κοινωνική ενσωμάτωση προσφύγων και μεταναστών: η ευρωπαϊκή και ελληνική εμπειρία (Ίδρυμα Ρόζα Λούξεμπουργκ, Ναύπλιο, 5 Νοέμβρη 2016)

Κατ' αρχήν θα ήθελα να ευχαριστήσω το ίδρυμα Rosa Luxemburg για την τιμητική αυτή πρόταση, να μιλήσω για ένα τόσο σημαντικό ζήτημα, όπως αυτό της ενσωμάτωσης των μεταναστών και προσφύγων και την ευρωπαϊκή και ελληνική εμπειρία.

Η μετανάστευση είναι φαινόμενο σύμφυτο με την ιστορία του ανθρώπου. Μάλιστα, μου αρέσει να λέω ότι η πρώτη μετανάστρια στην ιστορία ήταν η γυναίκα που ήρθε από την Αφρική και κουβαλούσε στην κοιλιά της τον πρώτο άνθρωπο.
Η μετανάστευση εκλαμβάνεται ως πρόβλημα τους 3 τελευταίους αιώνες που τα έθνη- κράτη στηρίχτηκαν πάνω στην Αρχή της καθαρότητας.
Βασικός, αλλά όπως θα δούμε όχι επαρκής, μηχανισμός ενσωμάτωσης είναι η χορήγηση ιθαγένειας.
Κάθε χώρα είναι πολύ διστακτική να παραχωρήσει την ιδιότητα του πολίτη στον «ξένο». Θυμίζω το άρθρο του Γεώργιου Βλάχου, τον Ιούλιο του 1928, το οποίο αναφερόταν στους πρόσφυγες του 1922. Σε αυτό έλεγε: «Δεν τους θέλομεν ούτε ως ψηφοφόρους, ούτε ως εκλογείς, ούτε ως εκλέξιμους, ούτε ως πολίτας δικαιουμένους να κυβερνούν την Ελλάδα»
Όποτε διευρύνεται η πολιτική κοινότητα (δικαίωμα ψήφου σε Εβραίους, γυναίκες κλπ), υπάρχουν μερίδες που αντιδρούν στο άνοιγμα αυτό. Απλά το πρόσωπο του Άλλου αλλάζει κατά περίσταση και ιστορική συγκυρία.
Κάθε χώρα έχει ακολουθήσει διαφορετική μεταναστευτική πολιτική:
Μεγάλη Βρετανία: χορηγεί σε διαφορετικά στάδια και διαφορετικές περιπτώσεις, τα κριτήρια των οποίων δεν είναι ούτε σταθερά ούτε απολύτως σαφή, διαφορετικά επίπεδα ιθαγένειας και διαφοροποιεί την πολιτική της και ανάλογα με τη σχέση που έχουν οι αιτούντες με την Βρετανική Κοινοπολιτεία.
Γαλλία: μέχρι πρότινος η Γαλλία ήταν η χώρα που ακολουθούσε αυτό που ονομάζω επιδοματική μεταναστευτική πολιτική. Χορηγούσε την ιθαγένεια ως στοιχείο ένταξης και κοινωνικής ενσωμάτωσης και παρέχοντας επιδόματα, ουσιαστικά τους απομόνωνε κοινωνικά, στοιβάζοντάς τους στα προάστια. Αποτέλεσμα; Τα γεγονότα του Νοέμβρη του 2005.
Ενδιαφέρον ιδιαίτερο παρουσιάζει η Γερμανία, μία χώρα που στήριζε τη χορήγηση ιθαγένειας στο δίκαιο του αίματος, όπως και η Ελλάδα, πριν την τροποποίηση του νόμου το 1999, αλλά για αυτό μίλησε μόλις η φίλη Gesine Lötzsch, από το Linke.

Η Μεταναστευτική πολιτική, όπως και άλλα ευαίσθητα πεδία-μειονότητες/Ρομά κλπ, αποτελούν, διαχρονικά, πεδία δοκιμασίας και «εξετάσεων» για την Αριστερά.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μόνο η απονομή υπηκοότητας δεν αρκεί για την ένταξη των μεταναστών στην κοινωνία. Αν δεν υπάρξει μεταναστευτική πολιτική και οργανωμένο και εμπνευσμένο πλέγμα πολιτικών κοινωνικής ενσωμάτωσης, η ιθαγένεια παραμένει ένα χαρτί στο συρτάρι. Μην ξεχνάμε ότι τα επεισόδια στα γκέτο των γαλλικών πόλεων έγιναν από Γάλλους πολίτες, όπως Βρετανοί πολίτες ήταν και αυτοί που έκαναν τα τρομοκρατικά χτυπήματα στο Λονδίνο.
Η οικονομική, η κοινωνική, η ατομική ασφάλεια σε μια δημοκρατία είναι απαραίτητα στοιχεία για την εμπέδωση της προεξάρχουσας ελευθερίας. Αν δεν υπάρχουν τα παραπάνω, τότε ο κάθε διαφορετικός και ειδικά οι μετανάστες, ανεξάρτητα από τον αριθμό τους, είναι τα στοχοποιημένα κοινωνικά θύματα. Από την άλλη, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι μια κοινωνία με περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες, όσα αποθέματα αλληλεγγύης κι αν έχει, είναι καταστροφικό και για την κοινωνία και για τους ίδιους τους μετανάστες να θεωρείται ότι μπορεί να υποδέχεται απεριόριστο αριθμό εξαθλιωμένων ανθρώπων.

Η πολιτική του zero migration που είχε ως στόχο η Ευρώπη τα προηγούμενα χρόνια αποδείχθηκε μία φενάκη και αυτό καταδεικνύεται από την υπογραφή του «Ευρωπαϊκού Συμφώνου Μετανάστευσης και Προσφύγων» το 2008, το οποίο εκπονήθηκε από συντηρητικές κυβερνήσεις όπως αυτές των Μέρκελ, Σαρκοζύ.
Μεταξύ των άλλων, στο Σύμφωνο υπάρχει η παραδοχή ότι μέχρι το 2050 η γερασμένη Ευρώπη θα χρειαστεί 40 εκ. μετανάστες. Βέβαια, έχει σαφή κριτήρια επιλογής και χαρακτηριστικών αυτών, είναι οι μετανάστες που φαντασιώνεται η ευρωπαϊκή πολιτική ελίτ, άρα ουσιαστικά μιλά για «πορρώδη» σύνορα (ούτε κλειστά ούτε ανοικτά). Το πιο ενδιαφέρον σημείο βέβαια, το οποίο δεν κατέστη δυνατό να το εκμεταλλευτεί τότε η κυβέρνηση και το οποίο θα πρέπει, το έχω πει πολλές φορές, να το αναδεικνύει η ελληνική πλευρά, είναι ότι κάνει λόγο για ενιαία πολιτική ασύλου: όμως αυτό λογικά και νομικά έρχεται σε αντίθεση με την ύπαρξη του Δουβλίνο ΙΙ. Άρα κάθε τέτοια συζήτηση, η οποία είναι ουσιαστική και χρήσιμη, απαιτεί προηγούμενη κατάργησή του.

Στην Ελλάδα, η μετανάστευση μέχρι το 1989 ήταν εντελώς περιφερειακό φαινόμενο, όπως φαίνεται και από την απογραφή του 1981 και τον πολύ περιορισμένο αριθμό αλλοδαπών διαμενόντων στη χώρα μας. Ήταν απόρροια, κυρίως, διακρατικών σχέσεων και συμφωνιών, και αφορούσαν σε πολύ συγκεκριμένες επαγγελματικές κατηγορίες. Σε αυτό το σημείο θυμίζω τις συμφωνίες της 7ετίας με Πακιστάν για εργαζόμενους στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη του Περάματος.
Μετά το 1991 και τις αλλαγές που συνέβησαν στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, η Ελλάδα βρέθηκε εντελώς ανέτοιμη κοινωνικά και νομοθετικά να υποδεχθεί τα μεταναστευτικά κύματα.
Η πρώτη νομοθετική απόπειρα να αντιμετωπιστεί η νέα πραγματικότητα είναι ο καθορισμός του καθεστώτος του «ομογενούς» και αυτό είναι μία ακόμη ελληνική μοναδικότητα παγκοσμίως. Πουθενά αλλού δεν υπάρχει ανάλογη νομοθετική ρύθμιση.

Μία πρώτη πιο συγκροτημένη προσπάθεια γίνεται το 1998, με νόμο που κυρίως στοχεύει στην καταγραφή των μεταναστών. Παράλληλα βρίσκουμε διάσπαρτα άρθρα που αφορούν στη μετανάστευση σε Νόμους της εποχής, όπου ο νομοθέτης αποτυπώνει την άποψη που κυριαρχούσε τότε στην ελληνική κοινωνία: «Οι μετανάστες έχουν έρθει να δουλέψουν κάποια χρόνια και μετά θα φύγουν για την πατρίδα τους».
Αξίζει να γίνει ιδιαίτερη μνεία στο Ν.2910/2001 για δύο λόγους:
1. Περιέχει μεταβατικές διατάξεις που προέβλεπαν τη δυνατότητα της νομιμοποίησης των ευρισκόμενων στην ελληνική επικράτεια.
2. Αναγνωρίζει το «πρόβλημα».

Ο Νόμος για την ιθαγένεια Ν 3838/2010 είναι η πρώτη σοβαρή προσπάθεια να ρυθμιστούν τα θέματα που προέκυψαν από την εγκατάσταση αλλοδαπών στη χώρα μας. Μια βασική καινοτομία του νόμου 3838/2010 και η τροποποίηση του Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας, αποτέλεσε η καθιέρωση ιδιαιτέρων διαδικασιών κτήσης της ελληνικής ιθαγένειας για τα παιδιά των μεταναστών, τη λεγόμενη «δεύτερη γενιά».
Τα παιδιά αυτά μπορούν να αποκτούν την ιθαγένεια είτε από τη γέννησή τους και εφόσον οι γονείς τους κατοικούν μόνιμα και νόμιμα στην Ελλάδα επί πέντε τουλάχιστον συνεχή έτη, είτε κατόπιν επιτυχούς φοίτησης έξι τουλάχιστον τάξεων ελληνικού σχολείου στην Ελλάδα. Πόσα παιδιά μεταναστών έχουν επωφεληθεί από αυτή τη δυνατότητα; Μόλις 2.653, 1.358 λόγω γέννησης και 1.295 λόγω εκπαίδευσης! Το σύνολο, δε, των αιτήσεων που έχουν κατατεθεί είναι 4.224 λόγω γέννησης και 6.139 λόγω εκπαίδευσης. Δύσκολα μπορεί να το χαρακτηρίσει κανείς αθρόα ελληνοποίηση...
Παράλληλα έδωσε το δικαίωμα εκλέγειν και εκλέγεσθαι στις αυτοδιοικητικές εκλογές, επιχείρησε να αλλάξει τα πληθυσμιακά δεδομένα της ελληνικής πολιτικής κοινότητας συμπεριλαμβάνοντας έναν αριθμό του μεταναστευτικού πληθυσμού στην ελληνική πολιτική κοινότητα. Πόσοι ήταν αυτοί που έκαναν χρήση του δικαιώματος εγγραφής στους εκλογικούς καταλόγους; Μέχρι τον Νοέμβριο του 2010, μόλις 12.574 άτομα, εκ των οποίων ομογενείς ήταν 2.647 άτομα και υπήκοοι τρίτων χωρών 9.927!
Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας εντάσσεται σε μια «αμυντική πολιτική» έναντι της μεγάλης παρουσίας ξένων πολιτών στη χώρα μας και τροφοδοτείται από την απουσία ουσιαστικής μεταναστευτικής πολιτικής.
Εξ' αντικειμένου, επίσης, αντιστοιχείται με αντιλήψεις που εισηγούνται και διεκδικούν τον λαό ως άθροισμα των πολιτών με «κοινή καταγωγή αίματος» και όχι ως έκφραση της δυναμικής των πολιτών που γεννιέται και προκύπτει ως κοινή συνείδηση με όρους κοινωνίας.
Ιδιαίτερα πρέπει να αναγνωρίζεται και να εξασφαλίζεται το δικαίωμα στην ιθαγένεια των παιδιών των μεταναστών που γεννήθηκαν και μεγαλώνουν στη χώρα μας.
Πέρα όμως από την ανθρωπιστική διάσταση του θέματος, η απόδοση ιθαγένειας στους ανθρώπους με αποδεδειγμένα ισχυρούς δεσμούς με την Ελλάδα, έχει μέγιστο όφελος πρώτιστα για το σύνολο των Ελλήνων και κατόπιν για τους πολιτογραφηθέντες. Η ισότητα δικαιωμάτων ανάμεσα στους κατοίκους της χώρας, θα ωφελήσει όλους τους εργαζόμενους, ιδιαίτερα τη νέα γενιά η οποία αντιμετωπίζει φαινόμενα ανασφάλιστης ή επισφαλούς απασχόλησης, εκμετάλλευσης, ολιγαρχίας και κρίσης της δημοκρατίας.
Οι νόμοι οφείλουν να διαμορφώνουν έναν κώδικα ιθαγένειας, με έναν τρόπο που θα ανταποκρίνεται, όχι γενικά και αόριστα σε κάποιον ανθρωπισμό ή σε κάποια ανθρώπινη αλληλεγγύη, αλλά απόλυτα στην πολιτική ουσία του δεσμού του πολίτη με το κράτος, δηλαδή την ιθαγένεια.
Η υπεράσπιση των δικαιωμάτων των προσφύγων και των μεταναστών συνδέεται άρρηκτα με την εμβάθυνση της δημοκρατίας, εδράζεται σε οικουμενικές αξίες, την ελευθερία του ατόμου, τη δυνατότητα να απολαμβάνει ο κάθε πολίτης από κοινού και ισότιμα τα αγαθά του παραχθέντος κοινωνικού πλούτου.
Η περίθαλψη και κοινωνικές παροχές για όλους, πρόσφυγες και ενδεείς γηγενείς πρέπει να βρίσκεται στην καρδιά αυτών των πολιτικών, αφού το αντίθετο είναι βούτυρο στο ψωμί του νεοφιλελευθερισμού και κινητοποιεί τον κοινωνικό αυτοματισμό.

Βρισκόμαστε μπροστά στη μεγαλύτερη προσφυγική και μεταναστευτική κρίση από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά, η οποία πλαισιώνεται από την πιο δεινή οικονομική κρίση.
Βρισκόμαστε στην αρχή και όχι στην κορύφωση της προσφυγικής κρίσης: Η απειλή, που πλέον είναι πραγματικότητα, για κλείσιμο των συνόρων, επιτάχυνε τις εξελίξεις. Το 1,5 εκ. Σύρων που ζει στο Λίβανο, το 1 στην Ιορδανία και τα 2,5 στην Τουρκία, φανερώνουν με τον πιο εύγλωττο τρόπο την ταξικότητα της προσφυγιάς. Και φυσικά όλα εξαρτώνται από τις διεθνείς εξελίξεις και το τι μέλλει γενέσθαι, όχι μόνο στη Συρία, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή.
Βρισκόμαστε μπροστά σε μία κρίση αλληλεγγύης της Ένωσης, μπροστά στην αδυναμία της να εφαρμόσει την συμπεφωνημένη πολιτική της Επιτροπής και όχι τις Εθνικές πολιτικές και να καταγγείλει την καταστρατήγηση των Διεθνών Συνθηκών: από τις 28 χώρες της Ένωσης και τις 80.000 θέσεις μετεγκατάστασης που συμφωνήθηκαν τον Οκτώβρη του 2015, μόνο τρεις χώρες έχουν ανταποκριθεί δίνοντας μόλις 2.000 θέσεις. Αντιθέτως, χώρες εμφανίστηκαν περίσσια πρόθυμες να στείλουν στρατό και αστυνομία, για να κλείσουν σύνορα τρίτης χώρας με κράτος-μέλος.

Είναι η ντροπή της Ευρώπης όταν η ορολογία που χρησιμοποιούμε για τους πρόσφυγες προσομοιάζει με αυτή που χρησιμοποιούμε για τα απορρίμματα. Διαβάζουμε συνέντευξη του Όγκεν Φρόιντ, αυστριακού σοσιαλδημοκράτη ευρωβουλευτή, με τίτλο «Όποιος δεν θέλει πρόσφυγες να πληρώσει». Διαβάζουμε δηλώσεις του δημάρχου Αθηναίων, Γ. Καμίνη «Καθαρίσαμε την Πλατεία Βικτωρίας».
Είναι ντροπή όλων των κρατών της Ευρώπης όταν η Τουρκία, σε αντίθεση με την τελευταία Έκθεση Προόδου της Επιτροπής, βαφτίζεται εν μία νυκτί «ασφαλής χώρα», προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος για τις μαζικές επαναπροωθήσεις, κατά παράβαση όλων των διεθνών κειμένων, Συνθηκών και συμβάσεων: οι μαζικές επαναπροωθήσεις είναι απαράδεκτες, πρώτον, γιατί το άσυλο κρίνεται επί προσωπικής βάσης και όχι βάσει εθνικότητας, και δεύτερον, γιατί αποτελεί ευθεία παραβίαση των συνθηκών, αφού αποτελεί παρεμπόδιση στο άσυλο που προστατεύεται από τη Σύμβαση της Γενεύης και το συμπληρωματικό Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης. Μετά τις πρόσφατες εξελίξεις στην Τουρκία, η έννοια της «ασφαλούς χώρας» είναι αδύνατον να σταθεί σε ένα θεσμικό έδαφος που δεν προσφέρει πλέον καμία εγγύηση για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων για κανέναν. Τα αρμόδια διοικητικά και δικαστικά όργανα της χώρας οφείλουν να πάψουν τις επιστροφές (ή την έκδοση) στην Τουρκία, καθώς οι άνθρωποι αυτοί εκτίθενται σε απόλυτη διακινδύνευση των θεμελιωδών δικαιωμάτων τους
Είναι ντροπή της Ευρώπης η στρατιωτικοποίηση του προσφυγικού, που τη γυρίζει στα χρόνια του Μεσοπολέμου.
Είναι ντροπή της Ευρώπης το πόσο μοιάζουν οι συζητήσεις των Συνόδων για το προσφυγικό με τις αντίστοιχες της Διάσκεψης του Εβιάν το 1938, που οδήγησαν στο Ολοκαύτωμα, αυτόν τον παραλογισμό της ιστορίας.
Είναι ντροπή όλων μας όταν πληθαίνουν οι φήμες για νέα δίκτυα λαθροδιακινητών, επί ευρωπαϊκού εδάφους αυτή τη φορά, που υπόσχονται στους απελπισμένους, με το αζημίωτο πάντα, νέες διόδους αφύλακτες για να παρακαμφθούν τα κλειστά σύνορα της πΓΔΜ.

Δε θα κουραστώ να το λέω: η λύση στο προσφυγικό είναι η εξασφάλιση ασφαλούς διόδου από την Τουρκία στην Ευρώπη. Φαντάζει υποκριτικό να μιλάς για αυτούς που χάνουν τη ζωή τους στο Αιγαίο, όταν δε θέλεις να ακούσεις για κατάργηση της Οδηγίας 2001/51/ΕΚ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ουσιαστικά υποβάλλει τους πρόσφυγες σε ένα τεστ επιβίωσης, στο οποίο θα αναδειχθεί νικητής ο πιο νέος, ο πιο υγιής, ο πιο δυνατός, ο πιο πλούσιος. Όπως είναι υποκριτικό να κλείνεις τα μάτια στην ύπαρξη του φράχτη στον Έβρο, τον οποίο ως αντιπολίτευση, και ορθώς, ονόμαζες μνημείο αναλγησίας.

Δεν πιστεύω σε περιούσιους λαούς, περιούσιους πολιτισμούς, περιούσιες ηπείρους: η ιστορία έχει αποδείξει, με τον πιο σκληρό τρόπο, ότι ο αγώνας για τη διασφάλιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των πανανθρώπινων αξιών είναι αέναος και διαρκής: η Ευρώπη γέννησε τον Διαφωτισμό, γέννησε όμως και το Ολοκαύτωμα. Σήμερα, με τρόπο σαφή και ξεκάθαρο, καλούμεθα να διαλέξουμε σε ποια πλευρά της ευρωπαϊκής ιστορίας επιλέγουμε να σταθούμε.

 

blue

Copyright © 2012. www.mariayannakaki.gr | Όλα τα νέα σήμερα newspolis.gr | Designed by Shape5.com

Η επίσημη ιστοσελίδα της Μαρίας Γιαννακάκη | υποψηφιοι, Αττική, περιφέρεια, Παρέμβαση, για την Αττική, Β' Πειραιά, Κορυδαλλός, Κερατσίνι, Νίκαια, Δραπετσώνα, Αγ. Ιωάννης, Ρέντης, Πέραμα, Πειραιάς, Ανθρώπινα, δικαιώματα, LGBT, ισότητα, Εξωτερική, πολιτική, Εθνική Άμυνα, Τουρκία, Κύπρος, Κυπριακό, Ευρωπαϊκή, Ένωση, ομοφυλόφιλοι, Ρομά