Ομιλία Μ. Γιαννακάκη στο σχέδιο νόμου του Υπ. Οικονομικών «Φορολογία εισοδήματος, επείγοντα μέτρα εφαρμογής του ν. 4046/2012, του ν. 4093/2012 και του ν. 4127/2013 και άλλες διατάξεις».

Ναι, λοιπόν, η διοικητική μεταρρύθμιση είναι η μητέρα, η μήτρα όλων των μεταρρυθμίσεων. Όμως, οι διατάξεις του παρόντος νομοσχεδίου δεν σηματοδοτούν τη μεταρρύθμιση του κράτους, αλλά την πλήρη απορρύθμισή του και τη διάλυσή του.
Η κινητικότητα, από ζωτικής σημασίας διαρθρωτικό μέσο φορολογικής ανακατανομής του προσωπικού και άμεσης κάλυψης των δημοσίων υπηρεσιών που το έχουν ανάγκη και οι οποίες θα ήταν κυρίως κοινωνικού χαρακτήρα μετατρέπεται σε μέσο οριζόντιων, και χωρίς καμία αξιολόγηση, απολύσεων.
Καταρχήν, πρόκειται για μία οπισθοχώρηση από τα συμπεφωνημένα κατά τη διάρκεια προηγούμενων διαπραγματεύσεων με την τρόικα. Στις διαπραγματεύσεις του Απριλίου και του Μαΐου, η κινητικότητα 25.000 υπαλλήλων είχε διαχωριστεί απολύτως, και ως μέγεθος αλλά και ως διαδικασία, από οποιαδήποτε έννοια απόλυσης. Η κινητικότητα είχε σχεδιαστεί για να καλύψει κενά, τα οποία θα προέκυπταν με τρόπο αντικειμενικό από σχέδια στελέχωσης και αξιολόγησης όλου του δημόσιου τομέα.
Θα υπήρχε, λοιπόν, η εξής σειρά: Θα διαπιστώνονταν τα κενά και οι πλεονάζουσες θέσεις στις δομές όλων των Υπουργείων και κατόπιν θα υπολογιζόταν ο αναγκαίος αριθμός μετακινήσεων. Οι ανακατανομές του προσωπικού και οι μετακινήσεις θα έπρεπε να γίνουν μετά από αποτίμηση των προσόντων των υπαλλήλων και θα μετακινούνταν σε θέσεις, οι οποίες θα ήταν προκαθορισμένες και οι οποίες θα είχαν ανακοινωθεί.
Αυτή τη στιγμή, καταλαβαίνετε ότι έχουν απόλυτο δίκιο οι άνθρωποι να αρνούνται -χωρίς να γνωρίζουν τις θέσεις οι οποίες έχουν προκηρυχτεί ή πλεονάζουν- να μετακινηθούν. Η μεταρρυθμιστική προσπάθεια που ξεκίνησε από το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης με τις αξιολογήσεις των δομών όλων των Υπουργείων, δυστυχώς σήμερα οδεύει σε πλήρη ακύρωση.
Υπό τον εκβιασμό της ερχόμενης δόσης και της ασφυκτικής πίεσης της τρόικας, η Κυβέρνηση αποδέχεται τις πιο ανάλγητες απαιτήσεις της. Οι στόχοι από ποιοτικοί γίνονται ποσοτικοί και δυστυχώς, δεν έχουν και κανένα δημοσιονομικό αποτέλεσμα. Η μείωση του χρόνου της διαθεσιμότητας από δώδεκα μήνες που ήταν κάτι που ισχύει τα τελευταία πενήντα χρόνια, σε οκτώ, ουσιαστικά σηματοδοτεί την απόλυση. Και γιατί αυτό; Για έναν απλό λόγο. Γιατί για δύο χιλιάδες υπάλληλους, οι οποίοι βγήκαν σε διαθεσιμότητα το Νοέμβριο –θυμίζω ότι ο τελευταίος από αυτούς τακτοποιήθηκε πριν από μερικές μέρες- χρειάστηκαν επτά ολόκληροι μήνες. Αυτό, γιατί -όπως είπα και προηγουμένως- χρειάστηκε ένας πολύ συγκεκριμένος σχεδιασμός και πολύ συγκεκριμένα βήματα. Γιατί, όπως έλεγε και ο καθηγητής Μανιτάκης, «Πρόκειται για ανθρώπους και όχι για σακιά με πατάτες».
Θα ήθελα να μιλήσω για τους αποφοίτους της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και να θυμίσω στον Υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης, ο οποίος δεν είναι εδώ, ότι θα πρέπει -αν μη τι άλλο- να τιμήσει και να υπερασπιστεί μία ερώτηση, που είχε καταθέσει πριν από λίγο καιρό και εγκαλούσε τον κ. Μανιτάκη, τον τότε Υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης για πλημμελή μοριοδότηση των αποφοίτων της Σχολής, το καθεστώς των οποίων απαιτεί μία θεσμική θωράκιση, γιατί σύμφωνα με τον ιδρυτικό νόμο της Σχολής πρόκειται για υπαλλήλους και στελέχη του δημοσίου ταχείας εξέλιξης που αυτή τη στιγμή οδεύουν σε πλήρη απαξίωση. Πράγμα που ουσιαστικά σημαίνει την πλήρη απαξίωση των χρημάτων του ελληνικού λαού, ο οποίος για δύο χρόνια πλήρωνε πέρα από τους μισθούς τους και τη φοίτησή τους.
Στην κινητικότητα και στη διαθεσιμότητα, σύμφωνα με τους σχεδιασμούς της προηγούμενης διοίκησης του Υπουργείου, αναπόσπαστο κομμάτι ήταν η επιμόρφωση και η δουλειά που θα έκανε το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και το Ινστιτούτο Επιμόρφωσης, προκειμένου αυτοί οι άνθρωποι, οι οποίοι θα έμπαιναν στην κινητικότητα να μπορέσουν να αποκτήσουν τα προσόντα εκείνα που θα τους ήταν απαραίτητα στο να στελεχώσουν την καινούργια τους θέση.
Αυτή τη στιγμή, όμως, βλέπουμε ότι ούτε αυτό λαμβάνεται υπόψη. Δυστυχώς, αυτό μας δίνει ακόμη τα στοιχεία και τα επιχειρήματα εκείνα για να μιλάμε όχι για μία ουσιαστική κινητικότητα, όχι για μία διαθεσιμότητα που έχει σαν στόχο τον εξορθολογισμό του δημοσίου, αλλά ουσιαστικά για προθάλαμο της απόλυσης.
Ορισμένα ακόμη σημεία για τα άρθρα. Υπάρχει κάτι που εγώ θα το χαρακτηρίσω απροσεξία, γιατί δεν θέλω να το χαρακτηρίσω πονηριά. Σημειώνεται ότι εξαιρούνται από τη διαθεσιμότητα τα ΑΜΕΑ, τα οποία έχουν ποσοστό αναπηρίας από 67% και πάνω. Θέλω όμως να θυμίσω ότι η πλειονότητα αυτών των ανθρώπων προσελήφθη στο δημόσιο βάσει του ν. 1648/1986, όπως αυτός τροποποιήθηκε και ισχύει από το ν. 2643. Και οι δύο αυτοί νόμοι είναι εφαρμοστικοί του άρθρου 21 παρ. 6 του Συντάγματος, όπου εκεί δεν ορίζεται ποσοστό αναπηρίας και όπου σε αυτούς τους δύο νόμους υπάρχουν ποσοστά αναπηρίας 51%, 52%, 53%.
Όσον αφορά στο άρθρο 90 και την κατάργηση θέσεων με Υπουργική Απόφαση. Αυτό -έχουν μιλήσει προηγουμένως, συνάδελφοι και δεν χρειάζεται περισσότερα λόγια- είναι προδήλως αντισυνταγματικό. Είναι η πρώτη φορά και νομίζω ότι είναι παγκόσμια πρωτοτυπία να καταργούνται με μία απλή Υπουργική Απόφαση θέσεις οι οποίες είναι θεσμοθετημένες. Και εδώ η συνταγματική νομιμότητα έχει δεχθεί σοβαρά πλήγματα.
Το πρώτο είναι ότι με μία απλή Υπουργική Απόφαση, καταργούνται θέσεις οι οποίες έχουν προκύψει μέσα από νόμο, χωρίς να ορίζονται τα κριτήρια και οι λόγοι, οι οποίοι οδηγούν σε αυτή την κατάργηση και από την άλλη μεριά, δεν μπορεί ποτέ μία έννομη θέση που διέπεται από τη συνταγματική αρχή της μονιμότητας να λυθεί παρά μόνο κάτω από πολύ συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Αυτό δεν το λέω εγώ, δεν το λέει η Δημοκρατική Αριστερά, το λέει η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας. Έτσι, ανοίγει και ο δρόμος για τα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια όπου προβλέπω ότι θα γίνουμε οι καλύτεροι πελάτες.
Τελειώνοντας, θέλω να πω το εξής: Είναι σαφές ότι μετά την υπόθεση της ΕΡΤ υπάρχει μία αλλαγή παραδείγματος στην κυβερνητική πολιτική. Αντί δηλαδή, για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για τις οποίες μιλούσε η προηγούμενη διοίκηση του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης με σχεδιασμό και αξιολόγηση, επιλέγονται λύσεις βίαιης προσαρμογής οι οποίες όχι μόνο θα οδηγήσουν σε σωρηδόν απολύσεις, αλλά και θα δυναμιτίσουν το κλίμα της κοινωνικής ειρήνης, το οποίο είναι απαραίτητο για μία σοβαρή μεταρρύθμιση προκειμένου να φτάσουμε στην εξυγίανση του δημόσιου τομέα.