Ομιλία στην Ολομέλεια στη συζήτηση του Νομοσχεδίου "Ηλεκτρονική επιτήρηση υπόδικων, κατάδικων και κρατούμενων σε άδεια"

Με το προς συζήτηση νομοσχέδιο επιχειρείται η υλοποίηση ενός εν δυνάμει προοδευτικού συστήματος που φιλοδοξεί να εκπληρώσει ένα διττό σκοπό: Αφενός στοχεύει στη βελτίωση των διαδικασιών επανένταξης των υποδίκων, των καταδίκων και των κρατουμένων στον κοινωνικό ιστό και αφετέρου στοχεύει στην αποσυμφόρηση των σωφρονιστικών ιδρυμάτων.
Για το ποια είναι η κατάσταση των σωφρονιστικών ιδρυμάτων στην Ελλάδα νομίζω ότι δεν θα διαφωνήσουμε. Εξάλλου, αν διαφωνούσαμε, θα έρχονταν προς συνδρομή μας όλοι οι διεθνείς οργανισμοί, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις.
Ήδη πολλοί συνάδελφοι, μεταξύ των οποίων και Βουλευτές της Δημοκρατικής Αριστεράς έχουν μιλήσει για τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που κατ' επανάληψη έχουν καταδικάσει την Ελλάδα για τις άθλιες συνθήκες, οι οποίες επικρατούν στις ελληνικές φυλακές.
Επιτρέψτε μου όμως να δώσω μερικά περαιτέρω στοιχεία. Είναι τέτοιο το πλήθος των αποφάσεων και οι χρονιές που αφορούν που μας δείχνουν ότι αυτό είναι ένα διαχρονικό φαινόμενο.
Δεύτερον, οι περισσότερες από αυτές τις αποφάσεις –τώρα, βέβαια, τελευταία η κατάσταση έχει βελτιωθεί λίγο- είναι αποφάσεις, οι οποίες δεν έχουν κλείσει. Δηλαδή, έχουν ικανοποιηθεί τα ειδικά μέτρα, έχει πληρωθεί το πρόστιμο από τη μεριά της Ελλάδας, όμως δεν έχουν ικανοποιηθεί τα γενικά μέτρα, πράγμα που σημαίνει ότι αυτές οι αποφάσεις εκκρεμούν ουσιαστικά ενώπιον του μηχανισμού παρακολούθησης εφαρμογής των αποφάσεων, δηλαδή στην Επιτροπή Μονίμων Αντιπροσώπων και περνούν από αυτή τέσσερις φορές το χρόνο. Σημειώνω όμως ότι τώρα τελευταία η κατάσταση –φυσικά με τη συνδρομή του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους- έχει βελτιωθεί.
Ωστόσο, ένα άλλο πολύ ενδιαφέρον στοιχείο για μένα είναι ότι αυτές οι συγκεκριμένες αποφάσεις αποτελούν το δεύτερο λόγο στατιστικά καταδίκης της χώρας μας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Ο πρώτος είναι η παραβίαση του άρθρου 6 της Συνθήκης, δηλαδή ο εύλογος χρόνος. Η χώρα μας είναι η πρώτη ανάμεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης πλέον –όχι του Συμβουλίου της Ευρώπης- που καταδικάζεται για αυτόν το λόγο.
Επίσης, ήδη μίλησαν συνάδελφοι για τις εκθέσεις της Επιτροπής του Συμβουλίου της Ευρώπης «Κατά των βασανιστηρίων ή/και εξευτελιστικής συμπεριφοράς». Στο σημείο αυτό, θα έρθω να σημειώσω ότι στην τελευταία έκθεση της Επιτροπής γίνεται ρητή αναφορά πως αν συνεχίσουμε να κωφεύουμε στις παρατηρήσεις της Επιτροπής, η χώρα μας κινδυνεύει να μπει σε επιτήρηση.
Υπάρχουν εκθέσεις της Διεθνούς Αμνηστίας, μη κυβερνητικών οργανώσεων. Θα ήταν πραγματικά πάρα πολύ ενδιαφέρον να μπορούσε ένας οργανισμός να κάνει την εξής παρατήρηση: Ποια είναι η κατάσταση της υγείας των ανθρώπων όταν εισέρχονται σε αυτό που λέμε «σωφρονιστικά ιδρύματα» και ποια είναι όταν εξέρχονται από αυτά.
Φυσικά, στο παρόν νομοσχέδιο υπάρχουν και περαιτέρω προεκτάσεις πέρα από αυτόν το διπλό σκοπό που ανέφερα προηγουμένως. Αυτές οι προεκτάσεις έχουν αναδειχθεί κατά τη διάρκεια των συζητήσεων στην αρμόδια Επιτροπή.
Εγώ θα εστιάσω μόνο στις διατάξεις του πρώτου άρθρου που έρχεται να τροποποιήσει το άρθρο 129Α και που αφορά στην απόλυση ανηλίκων. Συγκεκριμένα, προβλέπεται η απόλυση υπό τον όρο του κατ' οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική παρακολούθηση των ανηλίκων, εφόσον αυτοί έχουν εκτίσει το 1/3 της ποινής τους. Εδώ θα πρέπει να πούμε ότι έχουμε την υλοποίηση της αρχής της επιείκειας λόγω του νεαρού της ηλικίας. Ωστόσο, παρόλο που αυτό κρίνεται θετικό, υπάρχει μια σειρά από θέματα τα οποία χρήζουν ιδιαίτερης συζήτησης και αντιμετώπισης.
Καταρχήν, συμφωνούμε και νομίζω ότι θα συμφωνούσαμε όλοι ότι αυτή η πολύ ευαίσθητη κατηγορία χρήζει μιας περαιτέρω ρύθμισης. Οι παρούσες συνθήκες κράτησης ανηλίκων στα αντίστοιχα καταστήματα είναι ιδιαίτερα δυσχερής με προβλήματα σίτισης και ακατάλληλες υγειονομικές συνθήκες. Αυτό, όμως, είπαμε ότι είναι ένα φαινόμενο και διαχρονικό και υπάρχει παντού στα ελληνικά σωφρονιστικά καταστήματα. Όμως, εδώ είναι ιδιαίτερα σημαντικό γιατί υπάρχει σημαντική έλλειψη δυνατοτήτων απασχόλησης, ψυχαγωγίας, εκπαίδευσης και κατάρτισης, που είναι απολύτως αναγκαία για την επανένταξη των εφήβων και μετεφήβων στην κοινωνία.
Επίσης, υπάρχει ένας πολύ σημαντικός αριθμός αλλοδαπών νεαρών κρατουμένων που φυσικά είναι απόρροια της παντελούς έλλειψης πολιτικής ασύλου και κοινωνικής και οικονομικής ένταξης των μεταναστών στην Ελλάδα και αυτό είναι κάτι, κύριε Υπουργέ, που θα έπρεπε να το δούμε συνολικότερα.
Με το νομοσχέδιο αυτό προωθείται η αποσυμφόρηση, λοιπόν, των σωφρονιστικών ιδρυμάτων, ωστόσο το εγχείρημα θεωρούμε ότι λαμβάνει χώρα με έναν τρόπο ο οποίος δεν είναι ο βέλτιστος. Η δυνατότητα αποφυλάκισης θα μπορούσε να δίνεται σε συντομότερο χρονικό διάστημα και κυρίως να δίνεται χωρίς των περιορισμό της ηλεκτρονικής παρακολούθησης, γιατί η συσκευή ηλεκτρονικής παρακολούθησης θα μπορούσε να οδηγήσει στο στιγματισμό του ανηλίκου ή της ανήλικης με συνέπεια τον κοινωνικό τους αποκλεισμό.
Λαμβάνοντας υπ' όψιν μας την ψυχοσύνθεση του ανηλίκου, θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει στην προβολή ενός αρνητικού προτύπου, καθώς η συσκευή θα μπορούσε να γίνει ακόμη και αντικείμενο επίδειξης. Επομένως, θα ήταν σκόπιμο η επιτήρηση να λαμβάνει χώρα μέσω σχολικών ιδρυμάτων ή αντίστοιχων θεραπευτικών οργανισμών όπου αυτοί εμπλέκονται και θα μπορούσαν αυτοί με τη σειρά τους να ενημερώνουν αναλόγως την Εισαγγελία.
Ακόμη και με μια τέτοια τροποποίηση το σύστημα θα εξακολουθούσε να μην είναι αποτελεσματικό στην επανένταξη των νέων στην κοινωνία. Γι' αυτό η Δημοκρατική Αριστερά έχει καταθέσει μια σχετική τροπολογία για τη δημιουργίας μονάδας μέριμνας νέων, ένα θέμα το οποίο εκκρεμεί από το 1984 και μάλιστα για τους παραπάνω λόγους είπαμε ότι δεν θα πρέπει να είναι υπό την εποπτεία του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αλλά υπό την εποπτεία του Υπουργείου Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
Βάσει του υφιστάμενου νομοθετικού πλαισίου οι ανήλικοι οδηγούνται σε φυλακές ανηλίκων ακόμη και για θέματα μικροπαραβατικότητας. Βάσει της τροπολογίας που προτείνουμε οι ανήλικοι θα εμπίπτουν στην παραπάνω κατηγορία αδικημάτων, θα εισάγονται στις μονάδες μέριμνας, στις οποίες θα τους παρέχονται τα κατάλληλα εφόδια για την επανένταξή τους. Κατ' αυτόν τον τρόπο, λοιπόν, θα αποφεύγεται ο κοινωνικός στιγματισμός και αφετέρου ο ίδιος θα προετοιμάζεται κατάλληλα για την επανένταξή του στην κοινωνία.