Ομιλίες

Ομιλία στην Ημερίδα για τα 40 χρόνια από τη Διάσκεψη για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη

Θα ήθελα να συγχαρώ τα Τμήματα Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων & Θεμάτων Ειρήνης του ΣΥΡΙΖΑ για τη διοργάνωση αυτής της Ημερίδας με θέμα τα 40 χρόνια από την Διάσκεψη για την Ασφάλεια και την Συνεργασία στην Ευρώπη (ΔΑΣΕ): Σύγχρονες προκλήσεις για την Ευρωπαϊκή Ασφάλεια και την Πανευρωπαϊκή Συνεργασία και να ευχαριστήσω για την ευγενική πρόσκληση.

Σαράντα χρόνια συμπληρώνονται, μεθαύριο, από τη Διάσκεψη για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη, η οποία συγκλήθηκε μετά από προετοιμασία πολλών ετών. Προετοιμασία που επηρέασε θετικά και γόνιμα τις σχέσεις Ανατολής-Δύσης. Ας μην ξεχνάμε ότι εκείνη τη χρονική περίοδο καταρρέουν οι δικτατορίες σε Ισπανία, Πορτογαλία, Ελλάδα και ας στοχαστούμε τα αόρατα νήματα που συνδέουν την ειρήνη με τη Δημοκρατία.
Οι ρίζες της ΔΑΣΕ/ΟΑΣΕ βρίσκονται στις αρχές της δεκαετίας του 1950 και στην πρόταση που είχε διατυπώσει τότε η Σοβιετική Ένωση για τη δημιουργία πανευρωπαϊκού συστήματος ασφαλείας. Ύστερα από προκαταρκτικές συναντήσεις και άλλες ενέργειες προετοιμασίας, την 1η Αυγούστου 1975, στο πλαίσιο της ΔΑΣΕ, οι αρχηγοί 35 κρατών-μελών συνήλθαν στη φινλανδική πρωτεύουσα και υπέγραψαν τις Συμφωνίες του Ελσίνκι που είναι γνωστές και ως Τελική Πράξη του Ελσίνκι. H Πράξη αυτή, γνωστή επίσης ως Δεκάλογος του Ελσίνκι, καθόριζε τις βασικές αρχές συμπεριφοράς μεταξύ των συμμετεχόντων κρατών καθώς και των κυβερνήσεών τους απέναντι στους πολίτες τους. H Τελική Πράξη του Ελσίνκι έθεσε τις βάσεις για περαιτέρω ανάπτυξη της ΔΑΣΕ. Το έγγραφο αυτό δεν είναι συνθήκη αλλά πολιτικά δεσμευτική συμφωνία και διαιρείται σε τρία βασικά κεφάλαια, που αφορούν: Ζητήματα σχετικά με την ασφάλεια στην Ευρώπη, τη συνεργασία στους τομείς της οικονομίας, της επιστήμης και της τεχνολογίας, καθώς και του περιβάλλοντος και τη συνεργασία στον ανθρωπιστικό και σε άλλους τομείς.
Η ΔΑΣΕ αποτέλεσε ιστορικό ορόσημο και ωφέλησε την Ευρώπη από πολλές απόψεις. Έθεσε επί τάπητος την υπέρβαση της ψυχροπολεμικής της διαίρεσης, συνέβαλε στην απομάκρυνση του κινδύνου ενός πυρηνικού ολοκαυτώματος, ανέδειξε την ανάγκη και την δυνατότητα της πανευρωπαϊκής συνεργασίας, ευνόησε την διεκδίκηση θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών σε ανατολή και δύση.
Το ελληνικό κίνημα ειρήνης, και ανάμεσά μας έχουμε εκλεκτούς εκπροσώπους του, έκανε σημαία του την Τελική Πράξη του Ελσίνκι και τον σεβασμό της, και για τα εθνικά μας θέματα. Το 1975 ήταν σε έξαρση η ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, κυρίως λόγω του Κυπριακού, και ζητούσε την υπέρβαση της έντασης στη βάση της Τελικής Πράξης του Ελσίνκι, δηλαδή με αποφυγή της χρήσης ή της απειλής χρήσης βίας, με σεβασμό στην εθνική κυριαρχία και ειρηνική επίλυση των προβλημάτων.
Εννοείται ότι και για την Κύπρο, όπου η τουρκική εισβολή και κατοχή συνιστούσε ωμή καταπάτηση των Αρχών της Διάσκεψης του Ελσίνκι, όπως και του ΟΗΕ, η επίκλησή τους αποτέλεσε βασικό όπλο στις διεθνείς εκστρατείες αλληλεγγύης.
Το καλοκαίρι του 1974 αποτέλεσε τομή για την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας. Τα γεγονότα της Κύπρου διαμόρφωσαν σημαντικά τις επιλογές της ελληνικής διπλωματίας. Άμεση προτεραιότητα ήταν η αντιμετώπιση της τουρκικής εισβολής και η αποφυγή του ελληνοτουρκικού πολέμου. Η τουρκική απειλή συνέβαλλε στην αναπροσαρμογή της ελληνικής εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής. Ο κίνδυνος δεν ήταν φαντασιακός, ούτε είχε ιδεολογική χροιά. Πλέον ο κίνδυνος κατά της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας είναι υπαρκτός, τα ιδεολογήματα περί κομμουνιστικού κινδύνου δίνουν τη θέση τους στη χάραξη ρεαλιστικής πολιτικής, με την οποία θα αντιμετωπιστούν οι νέοι κίνδυνοι και προκλήσεις προερχόμενοι εξ' ανατολών. Η ψύχωση αντιμετώπισης του «από βορράν κινδύνου» παύει να υπάρχει, αφού η τουρκική εισβολή στην Κύπρο επαναφέρει την κατάσταση στην οδυνηρή πραγματικότητα.
Η πρώτη σαφής αναφορά περί μετάλλαξης του αμυντικού δόγματος ήταν το υπόμνημα το οποίο κατέθεσε ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας, Ευάγγελος Αβέρωφ προς τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή, στις 30 Νοεμβρίου 1974. Τα λόγια του Υπουργού σκιαγράφησαν εν πολλοίς το νέο δόγμα με το οποίο θα πορευτεί η Ελλάδα καθ' όλη τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης: «Ενώ η πάγια απειλή κατά της χώρας δια λόγους γεωπολιτικούς εκδηλούται από Βορρά, αι πρόσφαται βάναυσαι εξελίξεις μας επιβάλλουν να αντιμετωπίσουμε πρωτίστως την εκ Τουρκίας απειλή». Εξαιρετικά ενδιαφέροντα τα αποσπάσματα από το Αρχείο Κ. Καραμανλή, Τόμος 9, σσ.165-166, 262-263, 284,4 72-473 και η επιστολή Καραμανλή σε Μακάριο, ό .π. σσ.370-371 για τις προθέσεις της ελληνικής κυβέρνησης περί αλλαγής στρατηγικής στο Κυπριακό.
Προκειμένου η Ελλάδα να ενισχύσει τη διεθνή της θέση, προχώρησε σε αναθεώρηση της πολιτικής της, στρεφόμενη στη σύσφιξη των σχέσεών της με τα βαλκανικά κράτη. Για τον σκοπό αυτό, ενισχύθηκαν οι σχέσεις με τη Βουλγαρία, τη Γιουγκοσλαβία και τη Ρουμανία. Η κίνηση αυτή έφερε αποτελέσματα, αφού τα βαλκανικά κράτη τάχθηκαν άμεσα ή έμμεσα υπέρ της Ελλάδας – στάση που τήρησαν και κατά το ελληνικό «βαλκανικό άνοιγμα», το 1975.
Η Τελική Πράξη του Ελσίνκι, η οποία λειτούργησε προς την κατεύθυνση της προσέγγισης των δύο αντίπαλων κόσμων, έπαιξε καίριο ρόλο για τη νέα βαλκανική πολιτική της Ελλάδας, τόσο σε διμερές όσο και σε πολυμερές επίπεδο, αφού η νέα αυτή πολιτική θεωρείτο ως η υλοποίηση του πνεύματος του Ελσίνκι στον περιφερειακό-βαλκανικό χώρο.

Έτσι, από τα τέλη του 1974 και κατά τις αρχές του 1975, Ελλάδα και Γιουγκοσλαβία συμφώνησαν να απομακρύνουν στρατεύματα από τα κοινά τους σύνορα, προκειμένου να τα προωθήσουν σε άλλα σημεία της μεθορίου τους –όπου υπήρχαν μεγαλύτερες ανάγκες– διατηρώντας μόνο μικρές φρουρές για τη συνήθη φύλαξη των συνόρων. Ταυτόχρονα, η Γιουγκοσλαβία εγκαλούσε την Τουρκία για την εισβολή στην Κύπρο και για το ότι οι τουρκικές ενέργειες έθεταν σε κίνδυνο την ειρήνη στην περιοχή. Αντίστοιχα, και η Βουλγαρία παρείχε, μετά τη συνάντηση Ζίβκοφ-Καραμανλή τον Ιούνιο του 1975, πλήρη εγγύηση για το απαραβίαστο των ελληνικών συνόρων. Είναι γεγονός, βέβαια, ότι ακόμα και νωρίτερα, κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής και της αλλαγής της εξουσίας στην Ελλάδα, η στάση των βαλκανικών κρατών ήταν ενδεικτική του θετικού κλίματος στις σχέσεις τους με την Ελλάδα.
Στο πεδίο των δέκα αρχών, γνωστών και ως ο Δεκάλογος του Ελσίνκι, οι οποίες καθορίζουν τις διακρατικές σχέσεις, η Κύπρος προώθησε την υιοθέτηση νέων και δεσμευτικών συνάμα υποχρεώσεων που αφορούν την εδαφική ακεραιότητα των κρατών και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ειδικότερα, η υιοθέτηση στο Καταληκτικό Κείμενο της Βιέννης των προνοιών για τη μη αναγνώριση καταστάσεων που παραβιάζουν την εδαφική ακεραιότητα κρατών, καθώς και η αναγνώριση του δικαιώματος όλων των προσφύγων να επιστρέψουν με ασφάλεια στις εστίες τους, υπογραμμίζει την καθοριστική συμβολή της κυπριακής θέσης. Η Τελική Πράξη του Ελσίνκι αποτελεί δέσμευση όλων των κρατών να σέβονται το απαραβίαστο των εθνικών συνόρων των κρατών και να σέβονται την εδαφική τους ακεραιότητα. Οποιαδήποτε αλλαγή συνόρων μπορεί να γίνεται μόνο στο πλαίσιο μιας αμοιβαία αποδεκτής συμφωνίας, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και σίγουρα με ειρηνικό τρόπο.
Το γεγονός ότι οι αποφάσεις που λαμβάνονται από τα συμμετέχοντα Κράτη, είναι πολιτικές και όχι νομικώς δεσμευτικές, δεν μειώνει και δεν πρέπει να αφαιρεί τίποτε από την αποτελεσματικότητά τους. Γιατί, λοιπόν, όλα αυτά αποδεικνύονται κείμενα κενά περιεχομένου;
Θα μπορούσα να προσφύγω στα κατά τον Θουκυδίδη λόγια των Αθηναίων όταν απευθύνθηκαν στους πολιορκημένους κατοίκους της Μήλου: «Αν κρίνει κανείς από τις αποφάσεις σας, είσθε μοναδικοί θεωρώντας το μέλλον ως πιο σίγουρο από το παρόν και επιτρέποντας στις επιθυμίες σας να μετατρέψουν τα αβέβαια σε πραγματικότητα».
Αν μου επιτραπεί να ερμηνεύσω τον Θουκυδίδη, θα έλεγα πολύ άπλα ότι οι διακηρύξεις και οι δηλώσεις στηρίχτηκαν περισσότερο στις ευχές και τις επιθυμίες μας και λιγότερο στην ανάλυση των πρόβλεψη και στην λογική ανάλυση των δεδομένων.
Η ανάδειξη του πνεύματος και του γράμματος του Ελσίνκι στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και στο Κυπριακό αποτελεί πεδίο δόξης λαμπρό για το φιλειρηνικό κίνημα και την Αριστερά. Σε αυτό το πλαίσιο δημιουργήσαμε πριν από έναν χρόνο την Πρωτοβουλία Έτος Κύπρου 2014, που έχει ως στόχο της την ανάδειξη, μέσω μίας σειράς εκδηλώσεων και παρεμβάσεων, της ουσίας του Κυπριακού και τη δημιουργία ενός νέου διεθνούς κινήματος αλληλεγγύης για το λαό της Κύπρου στο σύνολό του, ελληνοκύπριους και τουρκοκύπριους.
Τη Διακήρυξη έχουν ήδη υπογράψει δεκάδες προσωπικότητες του ευρύτερου πολιτικού φάσματος, του πνευματικού κόσμου, του χώρου της Αυτοδιοίκησης, στελέχη συνδικαλιστικών, φιλειρηνικών και άλλων κοινωνικών οργανώσεων, που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. Έχει ήδη αγκαλιαστεί από πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις τόσο στην Τουρκία όσο και διεθνώς.
Έχει κατορθώσει να ενώσει, τόσο ανθρώπους που δραστηριοποιούνται δεκαετίες στο πλαίσιο της επικοινωνίας και της συμφιλίωσης των δύο κοινοτήτων, όσο και πολίτες που πρόσφατα συνειδητοποίησαν ότι ο δρόμος της ειρήνης περνά μόνο μέσα από τον δρόμο της ειρηνικής συνύπαρξης, της ανάδειξης των στοιχείων που ενώνουν τις δύο κοινότητες και της επίλυσης με πνεύμα σύνθεσης των όποιων αντιθέσεων δημιουργήθηκαν στην πορεία.
Οι εξελίξεις στις συνομιλίες, ακόμη και με τις παλινδρομήσεις και ενίοτε τις παλινωδίες, μας γεμίζουν χαρά, παρόλο που τα χρόνια που πέρασαν και που κατέστησαν το Κυπριακό ένα από τα πιο δυσεπίλυτα ζητήματα της Διεθνούς κοινότητας καθιστούν καχύποπτους και τους πλέον αισιόδοξους.
Ελπίζω πως σύντομα θα γιορτάσουμε τη διευθέτηση του Κυπριακού στο πνεύμα της τελικής πράξης του Ελσίνκι, με λύση δίκαιη και λειτουργική στο πλαίσιο μιας διζωνικής, δικοινοτικής Ομοσπονδίας που θα κατοχυρώνει μια διεθνή προσωπικότητα, μια αδιαίρετη κυριαρχία και μια ιθαγένεια.
Θα κλείσω με μια αναφορά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις σε συνάρτηση με τα εξοπλιστικά προγράμματα. Ως Αριστερά είχαμε προειδοποιήσει για την αδιαφανή και σπάταλη χρήση των αντίστοιχων πόρων, συνοδεύοντας τις προειδοποιήσεις μας με εναλλακτικές προτάσεις και πρωτοβουλίες στο πνεύμα του Ελσίνκι.
Θυμίζω, το 2010, την «Έκκληση του Έβρου» για την αμοιβαία και ισόρροπη μείωση των στρατιωτικών δαπανών και εξοπλισμών της Ελλάδας και της Τουρκίας. Πρόταση που βρήκε άμεση υποστήριξη από την Τουρκική αριστερά και αγκαλιάστηκε από πολλά κοινωνικά κινήματα – μεταξύ των οποίων κορυφαίες συνδικαλιστικές οργανώσεις – και στις δύο χώρες.
Η πρόταση αυτή βρίσκεται στην καρδιά μιας άλλης αντίληψης για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, μακριά από εντάσεις, casus belli, αερομαχίες πάνω από το Αιγαίο, εθνικιστικά μίση, πολεμικούς σχεδιασμούς. Οι δικές μας απόψεις είναι στον αντίποδα εκείνων που μιλούν για το αναπόφευκτο της ελληνοτουρκικής έντασης και ότι «τίποτα δεν αλλάζει στην Τουρκία», οι οποίες διακινούνται από εθνικιστικές και ακροδεξιές δυνάμεις. Οι δυνάμεις αυτές παρουσιάζουν ακόμα και το μεταναστευτικό ως «δάκτυλο» της Τουρκίας και «νέα εξ ανατολών απειλή». Η ξενοφοβία και η τουρκοφοβία πάνε χέρι-χέρι.
Η Ελλάδα, η Τουρκία και η Κύπρος – χώρες της Αν. Μεσογείου – βρίσκονται σ΄ένα κρίσιμο γεωπολιτικό σταυροδρόμι. Συνεπώς, η εξασφάλιση σταθερής ειρήνης ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία και μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού, θα αποτελέσουν μεγάλη προσφορά και στην υπόθεση της διεθνούς ειρήνης. Δεν είναι ουτοπικό να πιστεύουμε ότι η σημερινή κατάσταση θα αλλάξει και ότι μπορεί στο μέλλον οι σχέσεις των τριών χωρών να αποτελέσουν σημαντικό παράγοντα ειρήνης στην ευρύτερη περιοχή.
Πιστεύουμε στη δυνατότητα αλλαγών στις κοινωνίες και στις διεθνείς σχέσεις, με την πάλη των λαών και τη διεθνή αλληλεγγύη. Το σύνθημα «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός» μπορεί να βρει έκφραση και στην περιοχή μας, όσο δύσκολο κι αν είναι αυτό με τα σημερινά δεδομένα. Άλλωστε υπάρχει και η ρήση ότι «οι ρομαντικοί του χθες συχνά αποδεικνύονται οι ρεαλιστές του αύριο».

profile - blur

Copyright © 2012. www.mariayannakaki.gr | Όλα τα νέα σήμερα newspolis.gr | Designed by Shape5.com

Η επίσημη ιστοσελίδα της Μαρίας Γιαννακάκη | υποψηφιοι, Αττική, περιφέρεια, Παρέμβαση, για την Αττική, Β' Πειραιά, Κορυδαλλός, Κερατσίνι, Νίκαια, Δραπετσώνα, Αγ. Ιωάννης, Ρέντης, Πέραμα, Πειραιάς, Ανθρώπινα, δικαιώματα, LGBT, ισότητα, Εξωτερική, πολιτική, Εθνική Άμυνα, Τουρκία, Κύπρος, Κυπριακό, Ευρωπαϊκή, Ένωση, ομοφυλόφιλοι, Ρομά