Ομιλίες

Χαιρετισμός στην εκδήλωση του Παρατηρητηρίου Διεθνών Οργανισμών και Παγκοσμιοποίησης για τα 71 χρόνια από τη Χιροσίμα

Θα ήθελα να συγχαρώ το Παρατηρητήριο Διεθνών Οργανισμών και Παγκοσμιοποίησης για την πρωτοβουλία του να μας θυμίσει ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα στην ιστορία της ανθρωπότητας, το οποίο, 71 χρόνια μετά το Ναγκασάκι και τη Χιροσίμα, παραμένει δραματικά επίκαιρο.
Σήμερα η μνήμη μας ανατρέχει σε αυτή την άνανδρη επίδειξη δύναμης, η οποία μακροπρόθεσμο στόχο είχε να δείξει στον κόσμο πώς σκοπεύουν να πολιτευθούν οι νικητές και τι περίμενε τους απείθαρχους.
Με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον άκουσα όλες τις εξαιρετικές εισηγήσεις και χαιρετίζω, ιδιαίτερα, τις προτάσεις του ακάματου Πάνου Τριγάζη για τη συνταγματική κατοχύρωση της Ελλάδας ως χώρα με αντιπυρηνικό status, όπως και την ενσωμάτωση στη Χάρτα των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου το δικαίωμα στην Ειρήνη (θυμίζω ότι υπάρχει σχετική απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών).
Η καταδίκη της σημερινής επετείου δε θα είχε κανένα νόημα, αν δεν συνδεόταν με τον καθημερινό αγώνα για την οριστική απαλλαγή του πλανήτη από τα πυρηνικά. Απαιτεί τη δέσμευση όλων των κρατών να επιτευχθεί παγκόσμιος και πλήρης αφοπλισμός, κάτω από αυστηρό και διεθνή έλεγχο.
Ως Πρόεδρος της Πρωτοβουλίας Έτος Κύπρου, κυρίως όμως, ως ενεργός πολίτης και μάνα, δεν μπορώ να μη σημειώσω ότι οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες ανέρχονται σε 5 δις δολάρια την ημέρα, όταν ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, όταν πολεμά τόσες επιδημίες και ασθένειες, δεν έχει ούτε τον μισό από αυτόν τον προϋπολογισμό ΕΤΗΣΙΩΣ.
Και όλα αυτά, όταν η περιοχή μας απορροφά το 30% της παραγωγής της παγκόσμιας στρατιωτικής βιομηχανίας.
Από τις πρώτες προτεραιότητες μιας προοδευτικής κυβέρνησης οφείλει να είναι ο συνεχής αγώνας για αφοπλισμό και ειρηνική διαβίωση. Είναι ένα στοίχημα που οι προοδευτικοί άνθρωποι πέπει να κερδίσουμε. Το οφείλουμε στις μελλούμενες γενεές.

 

blue

Ο ρόλος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην πρόληψη του εξτρεμισμού, Συνέδριο για τον Εξτρεμισμό και την Πρόληψη στην Ευρώπη (Αθήνα, 23 Μαΐου 2016)

Η πρόληψη του εξτρεμισμού είναι μέρος της πολιτικής της κοινωνικής συνοχής. Ακούγοντας τους προηγούμενους ομιλητές από την υπόλοιπη Ευρώπη, πραγματικά αισθάνθηκα ζήλεια. Εδώ και χρόνια εφαρμόζουν πολιτικές, έχουν χρηματοδότηση από την κυβέρνηση, εξειδικευμένο προσωπικό, χρονικά καθορισμένα πλάνα για μελλοντικές δράσεις.
Στην Ελλάδα, ο θεσμός της Τοπικής Αυτοδιοίκησης Β' βαθμού τον οποίο υπηρετώ από τη θέση της ελάσσονος αντιπολίτευσης, είναι σχετικά καινούριος, μη εμπεδωμένος στη συνείδηση των πολιτών, αλλά και των ίδιων των Περιφερειαρχών, οι οποίοι δεν έχουν συνειδητοποιήσει σε όλο το εύρος τις δυνατότητες που αυτός παρέχει. Υπάρχει έλλειψη νομικού πλαισίου, αφού η λειτουργία του θεσμού διέπεται από Νόμο του 2010, του οποίου τα τρωτά σημεία έχουν αναδειχθεί, μετά από 6 χρόνια εφαρμογής. Επίσης, ήταν ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο, το οποίο όμως αναφερόταν σε άλλες οικονομικές, και συνεπώς, κοινωνικές συνθήκες. Χρειάζονται, λοιπόν, γενναίες τροποποιήσεις, προκειμένου να δοθούν στην Περιφέρεια τα νομικά εργαλεία δράσης.
Η Κοινωνική πολιτική στην Ελλάδα, βάσει του προαναφερθέντος Νόμου, ανήκει θεσμικά στον α' βαθμό. Βέβαια, όπως είναι η περίπτωση της Περιφέρειας Αττικής, πάντα υπάρχει περιθώριο δράσεων, οι οποίες όμως προϋποθέτουν τη διάθεση από την πλευρά του αρμοδίου. Επειδή όμως δεν μπορούμε να στηριζόμαστε στις καλές ή κακές προθέσεις αιρετών, είναι απαραίτητη η δημιουργία, ή σε άλλες περιπτώσεις η ενίσχυση του θεσμικού πλαισίου.
Στην πολιτική, όπως και στην επιστήμη, τα πεδία δημιουργούνται: η περίπτωση της προσφυγικής κρίσης που είναι σε εξέλιξη δίνει ένα σαφές παράδειγμα ad hoc κινητοποίησης, και μάλιστα, αρχικά χωρίς θεσμικό πλαίσιο, με κίνδυνο οι αποφάσεις του Περιφερειακού, αλλά και της Περιφερειακής Αρχής, να μην μπορούν να υλοποιηθούν λόγω απόρριψης από τους οικονομικούς ελεγκτικούς μηχανισμούς. Όμως τα προβλήματα ήταν τόσο πιεστικά, η απουσία του κεντρικού κράτους τόσο εμφανής που η δράση της Περιφέρειας ώθησε την νομοθέτηση ικανού πλαισίου.
Δυστυχώς, η αντιμετώπιση του εξτρεμισμού έχει ανατεθεί, διεθνώς σε αντιτρομοκρατικές προσπάθειες του στρατού και της κυβέρνησης που αγνοούν τον κρίσιμο ρόλο της κοινωνίας των πολιτών και την πρόληψη της ριζοσπαστικοποίησης.
Η βιβλιογραφία, αλλά και η διεθνής πρακτική, δείχνει ότι προκρίνονται τέσσερις τομείς δράσης: η πρόληψη της ριζοσπαστικοποίησης, η παρέμβαση εξ ονόματος των ατόμων που έχουν ριζοσπαστικοποιηθεί, ο εντοπισμός και τιμωρία όσων έχουν εμπλακεί σε εγκληματική συμπεριφορά και η επανένταξη στην κοινωνία όσων φυλακισμένων παραβατών έχουν εκτίσει την ποινή τους.
Διαπιστώνουμε, δυστυχώς, ότι δίνεται έμφαση στην καταστολή και στην απαγόρευση. Υπάρχουν πολύ λίγες χώρες που έχουν προγράμματα που αφορούν και στις τέσσερις αυτές πτυχές -ιδιαίτερα την παρέμβαση και την επανένταξη. Ένα τέτοιο κενό έχει ως αποτέλεσμα να μην αλλάζουν συμπεριφορά τα άτομα που έχουν αρχίσει να ριζοσπαστικοποιούνται και να μην επανενσωματώνονται όσοι ενήργησαν βίαια και εγκληματικά.

Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι η Τοπική Αυτοδιοίκηση πρέπει να έχει καίριο ρόλο σε ζητήματα σαν αυτό που συζητάμε σήμερα, καθώς είναι ο θεσμός ο εγγύτερος στον πολίτη. Το πρώτο βήμα για την αποτροπή του εξτρεμισμού είναι το να καλλιεργηθεί ανάμεσα στα μέλη της κοινότητας το αίσθημα του πολίτη, του συνανήκειν και να δημιουργηθούν σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ διοίκησης και διοικούμενου.
Ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε συχνά όταν προσπαθούμε να εφαρμόσουμε ανάλογες δράσεις είναι ότι από μερίδα πολιτών, αλλά και διαμορφωτών κοινής γνώμης, θεωρείται σπατάλη, ειδικά σε περιόδους οικονομικής κρίσης όπως σήμερα. Πρέπει να γίνει σαφές ότι ειδικά σε περιόδους οικονομικής κρίσης πρέπει να δημιουργούνται επιπλέον δίχτυα προστασίας.
Κλείνοντας, επαναλαμβάνω ότι ανάλογα ζητήματα είναι σε σπαργανικό στάδιο ακόμη στην Ελλάδα και δεν απασχολούν την τοπική Αυτοδιοίκηση. Δεσμεύομαι να παρουσιάσω μία ολοκληρωμένη πρόταση στο Περιφερειακό Συμβούλιο Αττικής, η οποία θα περιλαμβάνει προτάσεις χρηματοδότησης, αναζήτησης πολιτικής στήριξης και συμμαχιών, αλλά και ολοκληρωμένες πολιτικές, όπως τη δημιουργία αυτοτελούς γραφείου αποτροπής του εξτρεμισμού και η αξιοποίηση των καλών ευρωπαϊκών πρακτικών.

Χαιρετισμός στην Παγκόσμια Ανθρωπιστική Διάσκεψη του ΟΗΕ "Οι επιπτώσεις της ανθρωπιστικής κρίσης στις γυναίκες" (Κωνσταντινούπολη, 24 Μάη 2016)

Οι μετακινήσεις πληθυσμών είναι φαινόμενο σύμφυτο με την ιστορία του ανθρώπου. Μάλιστα, μου αρέσει να λέω ότι η πρώτη μετανάστρια στην ιστορία ήταν η γυναίκα που ήρθε από την Αφρική και κουβαλούσε στην κοιλιά της τον πρώτο άνθρωπο. Εκλαμβάνονται ως πρόβλημα τους 3 τελευταίους αιώνες που τα έθνη- κράτη στηρίχτηκαν πάνω στην Αρχή της φυλετικής καθαρότητας.
Σήμερα, βρισκόμαστε μπροστά στη μεγαλύτερη προσφυγική και μεταναστευτική κρίση από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά, η οποία πλαισιώνεται από την πιο δεινή οικονομική κρίση.
Οι γυναίκες και τα νέα κορίτσια είναι διπλά θύματα αυτής της κατάστασης, αφού ήδη ανήκουν σε ευάλωτη ομάδα λόγω του φύλου τους. Κατανοούμε ότι η καταπίεση και οι κίνδυνοι έρχονται σε επάλληλους και συμπληρωματικούς κύκλους.
Αγόρια που μαθαίνουν να σκοτώνουν πριν μάθουν να διαβάζουν, κορίτσια που εξωθούνται στην πορνεία πριν γίνουν γυναίκες. Η νοοτροπία και οι διακρίσεις με βάση το φύλο ευθύνονται όσο ευθύνεται και η φτώχεια. Η εκμετάλλευση των παιδιών είναι η πιο απάνθρωπη πτυχή ενός εγκλήματος που αποτελεί ντροπή για όλους μας.
Καταπέλτης η τελευταία Έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας που αποκαλύπτει ότι οι γυναίκες πρόσφυγες αντιμετωπίζουν βία, επίθεση, εκμετάλλευση και σεξουαλική παρενόχληση σε κάθε στάδιο του ταξιδιού τους, ακόμη και σε ευρωπαϊκό έδαφος.
Οι διακινητές στοχεύουν σε γυναίκες που ταξιδεύουν μόνες, καθώς γνωρίζουν ότι είναι πιο ευάλωτες. Μία στις τρεις γυναίκες δήλωσαν ότι οι διακινητές και αυτοί που δούλευαν με το δίκτυο των διακινητών, παρενοχλούσαν εκείνες ή άλλες γυναίκες, και τους υπόσχονταν ταξίδι με έκπτωση ή μικρότερη αναμονή για να μπουν στο πλοιάριο, με αντάλλαγμα το σεξ.
Η πλειονότητα των γυναικών που πήραν μέρος στην έρευνα ανέφεραν ότι δέχτηκαν χτυπήματα ή λεκτική κακοποίηση από φύλακες ασφαλείας στην Ελλάδα, την Ουγγαρία και τη Σλοβενία.
Γυναίκες και κορίτσια ανέφεραν άθλιες συνθήκες υγιεινής σε ορισμένους καταυλισμούς διέλευσης όπου τα τρόφιμα ήταν περιορισμένα και ιδίως οι έγκυοι έτυχαν ελάχιστης ή μηδενικής υποστήριξης.
Η Έκθεση μάς δίνει τη δυνατότητά μας να κατανοήσουμε το φαινόμενο της σύγχρονης δουλείας, ενώ ταυτόχρονα αποκαλύπτει και την άγνοια μας. Έχουμε τη γενική εικόνα της κατάστασης αλλά η εικόνα αυτή δεν έχει βάθος. Φοβόμαστε ότι το πρόβλημα χειροτερεύει συνεχώς χωρίς να είμαστε σε θέση να το αποδείξουμε, λόγω της έλλειψης στατιστικών δεδομένων και της κωλυσιεργίας πολλών κυβερνήσεων
Η εμπορία και η εκμετάλλευση ανθρώπων είναι ένα πρόβλημα παγκόσμιο, αφού εμπλέκονται είτε με την ιδιότητα του θύτη, είτε με την ιδιότητα των θυμάτων, τα 2/3 των χωρών του πλανήτη. Και αυτό το σύγχρονο δουλεμπόριο δεν μπορεί να αφήνει κανένα μας αδιάφορο.
Παιδιά και γυναίκες γίνονται θύματα εργασιακής και σεξουαλικής εκμετάλλευσης ενάντια στη θέληση τους. Ο μέσος όρος ηλικίας, όλο και μικραίνει, αφού η παγκόσμια βιομηχανία αναζητά συνεχώς νεότερα θύματα - προϊόντα. Τα στοιχεία είναι κάτι περισσότερο από ανατριχιαστικά, αφού οι εκτιμήσεις μιλούν για 27 εκ. ανθρώπων που βρίσκονται σε κατάστασης δουλείας με μέσο όρο ηλικίας των θυμάτων εμπορίας τα 12 έτη και πιο συνηθισμένη μορφή τη σεξουαλική εκμετάλλευση.
Η Ελλάδα, ως η εγγύτερη ευρωπαϊκή χώρα τόσο στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, όσο και στις αραβικές, ασιατικές και αφρικανικές χώρες, από τη δεκαετία του 90 έως και σήμερα, είναι χώρα διέλευσης και προορισμού θυμάτων.
Δεδομένου ότι η εμπορία ανθρώπων άπτεται πολλών κοινωνικών φαινομένων, η καταπολέμησή της βρίσκεται σε σχέση αλληλεξάρτησης με τη νομική ρύθμιση άλλων θεμάτων, όπως η μετανάστευση, η χορήγηση ασύλου, η πορνεία, η εργασία και τα εργασιακά δικαιώματα, τα δικαιώματα των μειονοτήτων, η ανεργία, η καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος κ.ά. Η αντιμετώπιση της εμπορίας ανθρώπων δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής ενός, αλλά περισσοτέρων κλάδων δικαίου, κυρίως δε του ποινικού, του εργατικού, του ενωσιακού και του διεθνούς δικαίου, καθώς επίσης και της εγκληματολογίας.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τον Ιούνιο 2012, συνέταξε Έκθεση με τίτλο «Η στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εξάλειψη της εμπορίας ανθρώπων 2012-2016», που στηρίζεται σε δύο πυλώνες:
Στη στήριξη της σύστασης εθνικών υπηρεσιών επιβολής του νόμου ειδικευμένων στην εμπορία ανθρώπων και στη δημιουργία κοινών ομάδων εργασίας, με τη συμμετοχή της Europol και της Eurojust, σε κάθε περίπτωση διασυνοριακής εμπορίας ανθρώπων.
Πρέπει να σημειώσουμε, επίσης, την ψήφιση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο της ποινικοποίησης κάθε εν γνώσει αποδοχής υπηρεσιών από άτομα ευάλωτα σε σεξουαλική εκμετάλλευση, στο πνεύμα ότι δεν είναι τα θύματα αυτά που πρέπει να τιμωρούνται αλλά ο πελάτης.
Εξαιρετική είναι η δουλειά που γίνεται από την πλευρά των Ηνωμένων Εθνών και του κ. Αντόνιο Μαρία Κόστα, Εκτελεστικού Διευθυντή του UNODC, του Γραφείου των Ηνωμένων Εθνών για τα Ναρκωτικά και το Έγκλημα, που μας έχει παρουσιάσει εξαιρετικά ενδιαφέροντα ερευνητικά ευρήματα.
Είναι εξοργιστικό ότι ακόμα και το 2016, στις περισσότερες χώρες οι καταδικαστικές αποφάσεις δεν υπερβαίνουν τις 1,5 ανά 100.000 άτομα. Η αναλογία αυτή είναι ακόμη χαμηλότερη και από το φυσιολογικό επίπεδο των σπάνιων εγκλημάτων όπως οι απαγωγές στη Δυτική Ευρώπη και αναλογικά ακόμη χαμηλότερο σε σχέση με τον εκτιμώμενο αριθμό θυμάτων.
Έκπληξη προκαλεί το γεγονός ότι στις χώρες που παρείχαν πληροφορίες για το φύλο των εμπόρων (30%) η πλειοψηφία τους είναι γυναίκες. Πράγματι οι γυναίκες παίζουν μεγαλύτερο ρόλο στην εμπορία ανθρώπων παρά σε οποιαδήποτε άλλο έγκλημα. Στη Ανατολική Ευρώπη και την Κεντρική Ασία, το 60% των καταδικασθέντων για εμπόριο ανθρώπων είναι γυναίκες.
Σοκ προκαλεί το γεγονός ότι τα πρώην θύματα γίνονται θύτες. Πρέπει να κατανοήσουμε τα βαθύτερα ψυχολογικά, οικονομικά και καταναγκαστικού χαρακτήρα αίτια για τα οποία γυναίκες ωθούν άλλες γυναίκες στη δουλεία.
Η δεύτερη πιο συνηθισμένη μορφή εμπορίας ανθρώπων είναι η καταναγκαστική εργασία (18%). Η διαλεύκανση και καταγγελία των περιπτώσεων καταναγκαστικής εργασίας είναι πολύ πιο σπάνια από τις περιπτώσεις σεξουαλικής εκμετάλλευσης.
Αυτό ίσως οφείλεται στο γεγονός ότι το φαινόμενο σεξουαλικής εκμετάλλευσης είναι πολύ ορατό στις πόλεις ενώ η καταναγκαστική εργασία δε φαίνεται.
Το Πρωτόκολλο του ΟΗΕ κατά της Εμπορίας Ανθρώπων, η σημαντικότερη διεθνής συμφωνία για το ζήτημα αυτό, τέθηκε σε ισχύ το 2003. Η Έκθεση δείχνει ότι τα τελευταία χρόνια ο αριθμός των κρατών-μελών που εφαρμόζουν σοβαρά το Πρωτόκολλο έχει διπλασιαστεί. Ωστόσο, υπάρχουν ακόμη πολλές χώρες, κυρίως στην Αφρική, που δε διαθέτουν τα απαραίτητα νομικά μέσα για να το εφαρμόσουν.
Υπάρχουν ισχυρές διεθνείς συμφωνίες που διασφαλίζουν ότι η ανθρώπινη ζωή δεν είναι αντικείμενο προς πώληση. Πρέπει όμως, ως πολίτες πρώτα και έπειτα ως πολιτικοί, να απαιτούμε την εφαρμογή των Νόμων και των Διεθνών Συνθηκών.
Πρέπει να εξετάσουμε σχολαστικά το πρόβλημα προκειμένου να καταπολεμήσουμε τις διάφορες μορφές του. Εάν δεν ξεπεράσουμε αυτή την κρίση γνώσης, θα καταπολεμούμε το πρόβλημα 'στα τυφλά .
Είναι νοσηρό ότι στον 21ο αιώνα συντάσσουμε ακόμη Εκθέσεις για το δουλεμπόριο. Οφείλουμε να κάνουμε πολλά περισσότερα για την προστασία των θυμάτων εμπορίας, να αυξήσουμε το ρίσκο για τους εμπόρους και να μειώσουμε τη ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες που παράγονται από τους σύγχρονους σκλάβους.

 

12270368 952035571556670 1877401822 n

Η τουρκική πολιτική στο Κυπριακό - Ομιλία στο Συνέδριο του Πανεπιστημίου Πειραιά για την Τουρκία και την περιφερειακή της στρατηγική, 30 Μάρτη 2016

Ένας από τους μεγαλύτερους μύθους που κυκλοφορεί στο χώρο των Διεθνών Σχέσεων είναι αυτός που μιλά για τη σταθερότητα της γραμμής της πολιτικής της Τουρκίας έναντι της Κύπρου και του Κυπριακού προβλήματος.
Η στάση της τουρκικής διπλωματίας άλλαξε πολλές φορές από την ανακήρυξη της τουρκικής Δημοκρατίας το 1923 μέχρι σήμερα.
Μην ξεχνάμε ότι η Κύπρος και η μοίρα των τουρκοκυπρίων δεν απασχόλησε καθόλου τον Κεμάλ στις διαπραγματεύσεις της Λωζάννης, αφ' ενός γιατί η διατήρηση του status quo στη Μεσόγειο ήταν κεφαλαιώδους σημασίας για το νεοπαγές καθεστώς και αφ' ετέρου δεν επιθυμούσε να διαταράξουν τις σχέσεις του με την Μ. Βρετανία.
Η κατάσταση αυτή διατηρήθηκε μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1940, όταν άρχισαν οι πρώτες κινήσεις διεκδίκησης των ελληνοκυπρίων για Ένωση με την Ελλάδα. Είμαι οπαδός μιας ιδιαίτερα αντιδημοφιλούς άποψης στον ελληνικό χώρο, που υποστηρίζει ότι ο τουρκοκυπριακός εθνικισμός ήταν απόρροια του ελληνοκυπριακού και όχι φαινόμενο με ρίζες στην συνείδηση της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Το «Ταξίμ», λοιπόν, η διχοτόμηση, ήταν η απάντηση στο ελληνοκυπριακό αίτημα της «Ένωσις».
Η στάση του μόνου κυπριακού κόμματος με τη σύγχρονη έννοια, γραφειοκρατική δομή και φορέας ιδεολογίας, στον Μεσοπόλεμο, του Κομμουνιστικού κόμματος, προκατόχου του ΑΚΕΛ, ήταν εξαιρετικά φιλική απέναντι στους τουρκοκυπρίους και μόνο όταν το ΑΚΕΛ, στο τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου εκφράζεται θετικά προς την ένωση με την Ελλάδα, ενθαρρυμένο από την προοπτική της πολιτικής επικράτησης του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, οι Τουρκοκύπριοι θορυβούνται και ενθαρρυμένοι από την Άγκυρα, το 1945, προχωρούν στην ίδρυση του πρώτου ανεξάρτητου μαζικού τουρκοκυπριακού συνδικάτου. Μέχρι τότε η πλειονότητά τους ήταν μέλη της ΠΣΕ (Παγκύπρια Εργατική Ομοσπονδία).
Η δημιουργία και ο αγώνας της ΕΟΚΑ για Ένωση οδηγεί στη δημιουργία της ΤΜΤ για τη διχοτόμηση.
Ακόμη και την περίοδο του 1960-1974, της κοινής πορείας ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων στην Κυπριακή Δημοκρατία, η Τουρκία πλειστάκις κατηγορήθηκε από την ηγεσία των τουρκοκυπρίων για προδοσία, επειδή δε συμμεριζόταν τις ακραίες θέσεις της.
Είναι ενδεικτικό πως το 1973 η Τουρκία αποδέχτηκε, ουσιαστικά, το σύνολο των 13 συνταγματικών τροποποιήσεων που ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος είχε υποβάλει το 1963, θέτοντας ως μόνη προϋπόθεση την, εκ μέρους της πλειοψηφίας, αποκήρυξη της Ένωσης.
Από το 1974 και μέχρι τις αρχές του 21ου αιώνα, η Τουρκία βολευόταν στην τακτική της μη λύσης, κατά παρέκκλιση των αποφάσεων των Διεθνών Δικαστηρίων και των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας. Οι συνομιλίες διεξάγονταν, από αμφότερες τις πλευρές, με τη σιγουριά ότι δε θα φτάσουν ποτέ σε αποτέλεσμα. Η κατάσταση αλλάζει όταν το 2000, αλλάζουν δύο δεδομένα σε σχέση με την ΕΕ: το πρώτο είναι η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας το 2003 και το δεύτερο η επιθυμία της Τουρκίας να προχωρήσει τις διαδικασίες της ενταξιακής της πορείας (η Τουρκία υπέβαλε αίτηση σύνδεσης με την ΕΟΚ μόλις τέσσερις εβδομάδες μετά την αντίστοιχη ελληνική το 1959, στο πνεύμα της εξισορρόπησης της ελληνικής επιρροής στον κοινοτικό χώρο. Το 1963 και μετά το πάγωμα των διαδικασιών λόγω του στρατιωτικού πραξικοπήματος του 1960, υπογράφεται, τελικά, η Συμφωνία Σύνδεσης Τουρκίας-ΕΟΚ, γνωστή ως Συμφωνία της Άγκυρας).
Η απόρριψη του σχεδίου Ανάν από την ελληνοκυπριακή πλευρά αποτέλεσε άλλοθι για την Τουρκία, η οποία εμφανίστηκε ως η πλευρά που επιθυμεί λύση του Κυπριακού.
Λίγες μέρες μετά το δημοψήφισμα του 2004, η Κυπριακή Δημοκρατία έγινε πλήρες μέλος της ΕΕ με το σύνολο των εδαφών της Κύπρου και αναστολή εφαρμογής του κοινοτικού κεκτημένου στις κατεχόμενες περιοχές. Παράλληλα, η Κυπριακή Δημοκρατία διήλθε μια περίοδο διεθνών πιέσεων και απομόνωσης, η οποία θεωρήθηκε ως τιμωρία των μεγάλων δυνάμεων για την απόρριψη του σχεδίου.

Σήμερα, ο Ερντοάν και το Κόμμα του, το ΑΚΡ, είναι οι απόλυτοι κυρίαρχοι στην πολιτική ζωή της Τουρκίας. Με την αξιωματική αντιπολίτευση να βαρύνεται με κρίματα για τα οποία δεν έχει ποτέ κάνει αυτοκριτική, με το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα, με ίδιο Καταστατικό από το 1924 και με τη σκιά της συνεργασίας με τους πραξικοπηματίες, αλλά και το φιλοκουρδικό Κόμμα να προωθεί τον κουρδικό εθνικισμό, ένα ερώτημα πλανάται στους διαδρόμους των Βρυξελλών και στους διπλωματικούς κύκλους: τι θα συμβεί σε αυτή τη χώρα, αν, για κάποιο λόγο, δεν υπάρχει πια Ερντοάν;
Κάποτε θεωρούσαμε ότι το ερώτημα «Θέλει η Τουρκία να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση;» αντιστρατευόταν το ερώτημα «Μπορεί να ενταχθεί η Τουρκία στην Ευρωπαϊκή Ένωση;». Νομίζω ότι σήμερα αυτά τα δύο ερωτήματα αλληλοσυμπληρώνονται και βρίσκονται σε πλήρη ισορροπία: η Τουρκία δεν επιθυμεί ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση: πέραν του ότι η Ένωση πολιτικά έχει χάσει την αίγλη που είχε κάποτε, παρόλη την αποτυχία του Δόγματος Νταβούτογλου και την προσπάθειά της Τουρκίας να παίξει ηγεμονικό ρόλο στην περιοχή, ούτε οικονομικά μπορεί να της προσφέρει πολλά πράγματα, όχι μόνο λόγω της οικονομικής κρίσης, αλλά και λόγω του ιδιότυπου τρόπου οργάνωσης της τουρκικής οικονομίας. Η Τουρκία αυτό που ήθελε από την Ένωση φαίνεται ότι θα το πετύχει τον Οκτώβρη του 2016, ελέω προσφυγικής κρίσης: την κατάργηση της θεώρησης εισόδου.
Η Τουρκία προκειμένου να ενταχθεί στην Ένωση χρειάζεται επανίδρυση και ένα νέο Σύνταγμα, πολύ μακριά από αυτό που οραματίζεται ο Ερντοάν. Επιπλέον, αντιμετωπίζει πλήθος εξωτερικών και περιφερειακών προβλημάτων που εμπλέκονται άμεσα με τα εσωτερικά της, τα οποία επιθυμεί να διαχειρίζεται εν κρυπτώ, μακριά από ευρωπαϊκούς ελέγχους. Και όλα αυτά με τη σκιά του Κουρδικού βαριά πάνω από τη χώρα, το Κυπριακό σε πορεία γόνιμων διαπραγματεύσεων και στην αρχή ακόμη της προσφυγικής κρίσης, σε μία περιοχή όπου οι κρίσεις διαδέχονται η μία την άλλη και έρχονται να προστεθούν στα χρόνια προβλήματα της Μ. Ανατολής.
Η Τουρκία πιέζεται και από την, παραδοσιακά στο πλευρό της Κυπριακής Δημοκρατίας, ρωσική διπλωματία, που κλιμακώνει την κριτική της εναντίον των τουρκικών παρεμβάσεων, ανεβάζοντας τους τόνους μέσα από σειρά δημόσιων τοποθετήσεων. Η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα, βγήκε ανοιχτά και κατήγγειλε τις τουρκικές μεθοδεύσεις στην Κύπρο. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι η εν λόγω «επίθεση» πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της καθιερωμένης εβδομαδιαίας ενημέρωσης των διπλωματικών συντακτών στη Μόσχα, με το Κυπριακό να τοποθετείται στην ίδια ατζέντα μαζί με θέματα όπως είναι το Συριακό, το τρομοκρατικό χτύπημα στην Άγκυρα και η Ουκρανία. Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι οι Ρώσοι «επιτίθενται» ακριβώς την ίδια ώρα που η ΕΕ δείχνει, με αιχμή το Προσφυγικό, να υποκύπτει σε σειρά τουρκικών «ενταξιακών» εκβιασμών.
Επικαλούμενη «πληροφορίες από πρόσφατα δημοσιεύματα στα τουρκοκυπριακά ΜΜΕ», η κ. Ζαχάροβα κατηγόρησε τον Τούρκο πρόεδρο Ερντοάν ότι «υποκινεί ανοιχτά τους Τουρκοκυπρίους να ακολουθήσουν μια σκληρή και χωρίς συμβιβασμούς γραμμή στις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις στην Κύπρο, μεταξύ άλλων και για ένα τόσο ευαίσθητο θέμα όπως αυτό της εδαφικής οριοθέτησης». Συνέχισε, δε, την επίθεσή της, υπογραμμίζοντας ότι «παρακινώντας τη μία πλευρά του εσωτερικού διαλόγου στην Κύπρο, η ηγεσία της Τουρκίας παρεμβαίνει κατάφωρα στη διαπραγματευτική διαδικασία, προωθώντας τα δικά της συμφέροντα, τα οποία απέχουν πολύ από την εξασφάλιση μιας πραγματικά δίκαιης και βιώσιμης λύσης του Κυπριακού». Η κ. Ζαχάροβα αναφερόταν προφανώς στη συνάντηση που είχε ο Ερντοάν προ εβδομάδων στην Άγκυρα με ομάδα «βουλευτών» του ψευδοκράτους, μια συνάντηση στο πλαίσιο της οποίας απαίτησε να παραμείνει η Μόρφου υπό τουρκοκυπριακή διοίκηση και κάλεσε τους Τουρκοκύπριους «βουλευτές» να μην κάνουν ούτε βήμα πίσω από το Σχέδιο Ανάν.
Οι αναφορές στο Σχέδιο Ανάν ξυπνούν βέβαια αλγεινές μνήμες, όχι μόνο στη Λευκωσία αλλά και στη Μόσχα. Οι Ρώσοι ήταν άλλωστε εκείνοι που είχαν τότε (τον Απρίλιο του 2004 και σε συμφωνία με τον Τάσσο Παπαδόπουλο) ασκήσει βέτο κατά της υιοθέτησης του συγκεκριμένου Σχεδίου από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.
Αλλά και στο πιο πρόσφατο παρελθόν, ο αντιπρόσωπος της Ρωσίας στο ΣΑ του ΟΗΕ ήταν εκείνος που στα τέλη Ιανουαρίου είχε καταγγείλει την «προκλητική και υποκριτική πολιτική που ακολουθεί η Άγκυρα» στο Κυπριακό, κατά τη διάρκεια συνεδρίασης για την εξάμηνη ανανέωση της θητείας της ΟΥΝΦΙΚΥΠ (της ειρηνευτικής δύναμης των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο). Η ρωσική αντιπροσωπεία είχε τότε στηλιτεύσει τις συστηματικές παραβιάσεις του κυπριακού εναέριου χώρου από τουρκικά μαχητικά καθώς και την «τεράστια τουρκική στρατιωτική παρουσία» στα Κατεχόμενα. Είχε επίσης αμφισβητήσει την «καθαρότητα» των τουρκικών προθέσεων στο Κυπριακό, ενώ είχε αποκηρύξει και το καθεστώς των εγγυήσεων ως αναχρονιστικό. Την κατάργηση των εγγυήσεων είχε ζητήσει άλλωστε και ο ίδιος ο Σεργκέι Λαβρόφ κατά την τελευταία επίσκεψή του στην Κύπρο τον Δεκέμβριο του 2015.
Η Τουρκία σήμερα γνωρίζει πολύ καλά ότι η διατήρηση της σημερινής κατάστασης στην Κύπρο μόνο αρνητικές συνέπειες συσσωρεύει: έχει αποκλειστεί από τις τριμερείς συναντήσεις Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ και η αμέριστη βοήθεια και υποστήριξη των ΗΠΑ μπορεί να αλλάξει ανά πάσα στιγμή. Η συγκυρία του προσφυγικού την αναβάθμισε στα μάτια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά αυτό δεν πρόκειται να διαρκέσει για πάντα. Οικονομικά το κόστος του ψευδοκράτους έχει γίνει δυσβάστακτο και τα χρόνια που πέρασαν απέδειξαν ότι οι γενιές που ριγούσαν στη ρητορική της yavru vatan (Μικρή πατρίδα) έχουν εγκαταλείψει αυτόν τον κόσμο.

Η ανάδειξη του Μουσταφά Ακκιντζί στην ηγεσία της Τουρκοκυπριακής κοινότητας, ενός πολιτικού διαχρονικά ταγμένου στην υπόθεση της επαναπροσέγγισης και της συνύπαρξης αποτελεί εχέγγυο αξιοπιστίας και καλών προθέσεων. Στην ρητορική της «μικρής πατρίδας» αντιτάσσει «τα αδερφά κράτη» και στο ana vatan (Μητέρα πατρίδα) απήντησε δημοσίως στην Κωνσταντινούπολη ότι τα κράτη είναι σαν τα παιδιά: μεγαλώνουν και ανοίγουν τα φτερά τους να πετάξουν.
Ευτυχής συγκυρία η παρουσία στην ηγεσία της τουρκικής διπλωματίας του Τσαβούσογλου, ενός πολιτικού έμπειρου και γνώστη του ευρωπαϊκού περιβάλλοντος (επί σειρά ετών μέλος της τουρκικής αποστολής, και κατόπιν επικεφαλής, στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης) και του Νταβούτογλου, ως πρωθυπουργού: γνωρίζουν καλά ότι τα προβλήματα απαιτούν λύση στην ώρα τους και δεν πρέπει να χαθεί το μομέντουμ.
Ποιο είναι το μεγαλύτερο αγκάθι για την Τουρκία στην πορεία της επίλυσης; Οι εγγυήσεις: τα επιχειρήματα της τουρκικής πλευράς είναι: η τουρκοκυπριακή κοινότητα υπέστη δεινά την περίοδο '63-'74, η παρουσία του τουρκικού στρατού θα λειτουργούσε χαλαρωτικά στον πληθυσμό και ότι η άνοδος της ακροδεξιάς στην Ευρώπη μπορεί να φέρει, προϊόντος του χρόνου, μια ακροδεξιά κυβέρνηση στο νησί αρνητικά διακείμενη προς την τουρκοκυπριακή κοινότητα (εδώ η πραγματικότητα σηκώνει τα χέρια αφού αποσιωπάται η εισβολή και η παράνομη κατοχή καθώς και το γεγονός ότι το 25% της Τουρκίας είναι υπό στρατιωτικό νόμο, αλλά όταν χαρακτηρίζεις μία χώρα ως ασφαλή για να κάνεις επαναπροωθήσεις, κάποιοι, και δικαίως, αποθρασύνονται).

 

blue

Ομιλία για το προσφυγικό (ΔΣΠ, 29 Μάρτη 2016)

Οι μετακινήσεις πληθυσμών είναι φαινόμενο σύμφυτο με την ιστορία του ανθρώπου. Μάλιστα, μου αρέσει να λέω ότι η πρώτη μετανάστρια στην ιστορία ήταν η γυναίκα που ήρθε από την Αφρική και κουβαλούσε στην κοιλιά της τον πρώτο άνθρωπο. Εκλαμβάνονται ως πρόβλημα τους 3 τελευταίους αιώνες που τα έθνη- κράτη στηρίχτηκαν πάνω στην Αρχή της καθαρότητας.

Στην Ελλάδα η μετανάστευση μέχρι το 1989 ήταν εντελώς περιφερειακό φαινόμενο, όπως φαίνεται και από την απογραφή 1981 και τον πολύ περιορισμένο αριθμό αλλοδαπών διαμενόντων στη χώρα μας. Ήταν απόρροια, κυρίως, διακρατικών σχέσεων και συμφωνιών, και αφορούσαν σε πολύ συγκεκριμένες επαγγελματικές κατηγορίες. Σε αυτό το σημείο θυμίζω τις συμφωνίες της 7ετίας με Πακιστάν για εργαζόμενους στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη του Περάματος.


Μετά το 1991 και τις αλλαγές που συνέβησαν στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, η Ελλάδα βρέθηκε εντελώς ανέτοιμη κοινωνικά και νομοθετικά να υποδεχθεί τα μεταναστευτικά κύματα.


Η πρώτη νομοθετική απόπειρα να αντιμετωπιστεί η νέα πραγματικότητα είναι ο καθορισμός του καθεστώτος του «ομογενούς» και αυτό είναι μία ακόμη ελληνική μοναδικότητα παγκοσμίως. Πουθενά αλλού δεν υπάρχει ανάλογη νομοθετική ρύθμιση. Όλες αυτές οι διατάξεις αποπνέουν την επικρατούσα άποψη ότι οι άνθρωποι αυτοί έχουν έρθει στην Ελλάδα για να εργαστούν κάποια χρόνια και θα επιστρέψουν στην πατρίδα τους.


Ο Νόμος 3838/2010 για την ιθαγένεια είναι η πρώτη σοβαρή προσπάθεια να ρυθμιστούν τα θέματα που προέκυψαν από την εγκατάσταση αλλοδαπών στη χώρα μας. Μια βασική καινοτομία του και η τροποποίηση του Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας αποτέλεσε η καθιέρωση ιδιαιτέρων διαδικασιών κτήσης της ελληνικής ιθαγένειας για τα παιδιά των μεταναστών, τη λεγόμενη «δεύτερη γενιά».

Κάθε χώρα είναι πολύ διστακτική να παραχωρήσει την ιδιότητα του πολίτη στον «ξένο». Θυμίζω το άρθρο του Γεώργιου Βλάχου, τον Ιούλιο του 1928, το οποίο αναφερόταν στους πρόσφυγες του 1922. Σε αυτό έλεγε: «Δεν τους θέλομεν ούτε ως ψηφοφόρους, ούτε ως εκλογείς, ούτε ως εκλέξιμους, ούτε ως πολίτας δικαιουμένους να κυβερνούν την Ελλάδα».

Όποτε διευρύνεται η πολιτική κοινότητα (δικαίωμα ψήφου σε Εβραίους, γυναίκες κλπ), υπάρχουν μερίδες που αντιδρούν στο άνοιγμα αυτό. Απλά το πρόσωπο του Άλλου αλλάζει κατά περίσταση και ιστορική συγκυρία.


Κάθε χώρα έχει ακολουθήσει διαφορετική μεταναστευτική πολιτική:


Μεγάλη Βρετανία: χορηγεί σε διαφορετικά στάδια και διαφορετικές περιπτώσεις, τα κριτήρια των οποίων δεν είναι ούτε σταθερά ούτε απολύτως σαφή. Υπάρχουν διαφορετικά επίπεδα ιθαγένειας και διαφοροποιεί την πολιτική της και ανάλογα με τη σχέση που έχουν οι αιτούντες με την Βρετανική Κοινοπολιτεία.


Γαλλία: μέχρι πρότινος η Γαλλία ήταν η χώρα που ακολουθούσε αυτό που ονομάζω επιδοματική μεταναστευτική πολιτική. Χορηγούσε την ιθαγένεια ως στοιχείο ένταξης και κοινωνικής ενσωμάτωσης, και παρέχοντας επιδόματα ουσιαστικά τους απομόνωνε κοινωνικά, στοιβάζοντάς τους στα προάστια. Αποτέλεσμα; Τα γεγονότα του Νοέμβρη του 2005.


Ενδιαφέρον ιδιαίτερο παρουσιάζει η Γερμανία, μία χώρα που στήριζε τη χορήγηση ιθαγένειας στο δίκαιο του αίματος, όπως και η Ελλάδα με την τροποποίηση του νόμου το 1999.

Δίκαιο αίματος υπάρχει σε όλα τα κράτη. Αυτό που σηματοδοτεί την προοδευτικότητα είναι το μείγμα του με το δίκαιο του εδάφους, τις Αρχές του ανθρωπισμού και το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.


Αξίζει να σημειωθεί ότι μόνο η απονομή υπηκοότητας δεν αρκεί για την ένταξη των μεταναστών στην κοινωνία. Αν δεν υπάρξει μεταναστευτική πολιτική και οργανωμένο και εμπνευσμένο πλέγμα πολιτικών κοινωνικής ενσωμάτωσης, η ιθαγένεια παραμένει ένα χαρτί στο συρτάρι. Μην ξεχνάμε ότι τα επεισόδια στα γκέτο των γαλλικών πόλεων έγιναν από Γάλλους πολίτες, όπως Βρετανοί πολίτες ήταν και αυτοί που έκαναν τα τρομοκρατικά χτυπήματα στο Λονδίνο.


Η πολιτική του zero migration που είχε ως στόχο η Ευρώπη τα προηγούμενα χρόνια αποδείχθηκε μία φενάκη και αυτό καταδεικνύεται από την υπογραφή του «Ευρωπαϊκού Συμφώνου Μετανάστευσης και Προσφύγων» το 2008, το οποίο εκπονήθηκε από συντηρητικές κυβερνήσεις όπως αυτές των Μέρκελ, Σαρκοζύ.

Μεταξύ των άλλων, στο Σύμφωνο υπάρχει η παραδοχή ότι μέχρι το 2050 η γερασμένη Ευρώπη θα χρειαστεί 40 εκ. μετανάστες. Βέβαια, έχει σαφή κριτήρια επιλογής και χαρακτηριστικών αυτών, είναι οι μετανάστες που φαντασιώνεται η ευρωπαϊκή πολιτική ελίτ, άρα ουσιαστικά μιλά για «πορρώδη» σύνορα (ούτε κλειστά ούτε ανοικτά). Το πιο ενδιαφέρον σημείο βέβαια, το οποίο δεν κατέστη δυνατό να το εκμεταλλευτεί τότε η κυβέρνηση και το οποίο θα πρέπει, το έχω πει πολλές φορές, να το αναδεικνύει η ελληνική πλευρά, είναι ότι κάνει λόγο για ενιαία πολιτική ασύλου: όμως αυτό λογικά και νομικά έρχεται σε αντίθεση με την ύπαρξη του Δουβλίνο ΙΙ. Άρα κάθε τέτοια συζήτηση, η οποία είναι ουσιαστική και χρήσιμη, απαιτεί προηγούμενη κατάργησή του.

Βρισκόμαστε μπροστά στη μεγαλύτερη προσφυγική και μεταναστευτική κρίση από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά, η οποία πλαισιώνεται από την πιο δεινή οικονομική κρίση.

Βρισκόμαστε στην αρχή και όχι στην κορύφωση της προσφυγικής κρίσης: Η απειλή, που πλέον είναι πραγματικότητα, για κλείσιμο των συνόρων, επιτάχυνε τις εξελίξεις. Το 1,5 εκ. Σύρων που ζει στο Λίβανο, το 1 στην Ιορδανία και τα 2,5 στην Τουρκία φανερώνουν με τον πιο εύγλωττο τρόπο την ταξικότητα της προσφυγιάς. Και φυσικά όλα εξαρτώνται από τις διεθνείς εξελίξεις και το τι μέλλει γενέσθαι, όχι μόνο στη Συρία, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή.

Η ελληνική κυβέρνηση, δέσμια των αδυναμιών της, τρέχει πίσω από τις εξελίξεις, ανίκανη να τις προβλέψει και να τις συνδιαμορφώσει. Τα προβλήματα δεν προκύπτουν μόνο από τον διαγκωνισμό των συναρμόδιων Υπουργείων και Δομών, αυτό είναι σύνηθες και σε πολιτικό επίπεδο κατανοητό. Ευνοείται και από την αδυναμία συντονισμού και διαχείρισης από το ίδιο το Μαξίμου.

Η Ελλάδα αδυνατεί να αναδείξει τις αδυναμίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ανταποκριθεί στα υπεσχημένα, είτε πρόκειται για θέσεις υποδοχής, είτε για υποδομές και ανθρώπινο δυναμικό. Ενοχοποιημένη από τα μεγάλα λάθη της διαχείρισης της κρίσης και τις παλινωδίες των τελευταίων χρόνων, αποδέχεται το ρόλο του φταίχτη και του αδύναμου παίχτη και δε μιλά για την κρίση αλληλεγγύης της Ένωσης, την αδυναμία της να εφαρμόσει την συμπεφωνημένη πολιτική της Επιτροπής και όχι τις Εθνικές πολιτικές και να καταγγείλει την καταστρατήγηση των Διεθνών Συνθηκών: από τις 27 χώρες της Ένωσης και τις 80.000 θέσεις μετεγκατάστασης που συμφωνήθηκαν τον Οκτώβρη, μόνο τρεις χώρες έχουν ανταποκριθεί δίνοντας μόλις 2.000 θέσεις. Αντιθέτως, χώρες εμφανίζονται περίσσια πρόθυμες να στείλουν στρατό και αστυνομία, για να κλείσουν σύνορα τρίτης χώρας με κράτος-μέλος...

Η κυβέρνηση συμφώνησε σε μαζικές επαναπροωθήσεις. Ας είμαστε ξεκάθαροι: μαζικές επαναπροωθήσεις είναι απαράδεκτες, πρώτον, γιατί το άσυλο κρίνεται επί προσωπικής βάσης και όχι βάσει εθνικότητας, και δεύτερον, γιατί αποτελεί ευθεία παραβίαση των συνθηκών, αφού αποτελεί παρεμπόδιση στο άσυλο που προστατεύεται από τη Συνθήκη της Γενεύης και το συμπληρωματικό πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης. Το ίδιο ισχύει και για τις περίφημες ευθύνες της Τουρκίας να συγκρατήσει τις προσφυγικές ροές εντός του εδάφους της: από πότε η Ευρώπη της Δημοκρατίας και των Δικαιωμάτων ορίζει ρυθμιστή μία χώρα, την οποία η ίδια με αλλεπάλληλες Εκθέσεις των Οργανισμών και Οργάνων της αφήνει μετεξεταστέα στα θέματα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων; Γιατί υπακούουμε στη φαντασίωση της ευρωπαϊκής πολιτικής ελίτ ότι ο πρόσφυγας οφείλει να παραμείνει σε μέρος που δεν είναι της επιλογής του;

Αναφορικά με την εμπλοκή του ΝΑΤΟ, είναι φυσικά πλέον ηλίου φαεινότερον πως η Κοινή Ευρωπαϊκή Πολιτική και Πολιτική Άμυνας έχει ακόμη πολύ δρόμο να διανύσει, αν ποτέ τα καταφέρει, προκειμένου να είναι σε θέση να διαχειρίζεται με ίδιες δυνάμεις τις κρίσεις της. Όσο η ευρωπαϊκή ενοποίηση εξαντλείται σε μονεταριστικές πολιτικές και οπισθοχωρεί σε θέματα πολιτικής ενοποίησης, θα προστρέχει στις Ατλαντικές δομές και θα δικαιώνει τους επικριτές της.

Αναφορικά με τα Κέντρα Μετεγκατάστασης ή προσωρινής παραμονής, τα οποία μερικές τοπικές κοινωνίες αρνούνται, εθισμένες στη νοοτροπία του μακριά από την αυλή μου: αν δικαιώσουν και επαληθεύσουν τον τίτλο τους, είναι απαραίτητα και χρήσιμα. Αν όμως, μετατραπούν σε κέντρα τύπου Αμυγδαλέζας, -αρνούμαι ακόμη και να σχολιάσω τις υποψίες για υπόγειες συνδιαλλαγές για μακρόχρονη «φιλοξενία» έναντι ευνοϊκής μεταχείρισης του χρέους-, θα βρουν απέναντι όλους εμάς που καταγγέλλαμε αυτά τα σύγχρονα στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Ο αναβαθμισμένος ρόλος του Υπουργείου Άμυνας, συνοδευόμενος και επισήμως πλέον από την τροπολογία που πέρασε από τη Βουλή και την αντίστοιχη ΚΥΑ κατόπιν και πρακτικά δίνει απεριόριστες αρμοδιότητες στον στρατό κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης αναφορικά με τη διαχείριση του ζητήματος, μας γεμίζει ερωτηματικά και όσο αυτά δεν απαντώνται πειστικά από την κυβέρνηση, τα ερωτηματικά θα γίνονται έντονη ανησυχία: το κοινωνικό έργο του στρατού οφείλει να περιοριστεί στα ζητήματα υποδομών και logistics: δεν μπορεί τα Κέντρα αυτά να φρουρούνται από στρατό, ούτε να προΐσταται των Δομών στρατιωτικός, όταν επιτόπου επιχειρούν ΜΚΟ και Διεθνείς Οργανισμοί. Και δεν μπορούμε να πορευόμαστε με την ελπίδα πως ο εκάστοτε αξιωματικός, υπεύθυνος για το ένα ή το άλλο Κέντρο, θα φανεί να κατέχει το γνωστό ελληνικό «φιλότιμο», ή θα έχει αυξημένες κοινωνικές ευαισθησίες για ένα τόσο λεπτό θέμα, αντί να παραμένει προσκολλημένος στην πιστή εκτέλεση διαταγών, όποιες κι αν αυτές προκύψουν να είναι στο εγγύς ή μεσοπρόθεσμο μέλλον. Τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων δεν έχουν εκπαίδευση για τέτοια εκτεταμένη σε χώρο, χρόνο, προσωπικό και αρμοδιότητες εμπλοκή σε θέματα ανθρωπιστικής κρίσης και μάλιστα εκτάκτου ανάγκης και κυρίως, σε μια Δημοκρατία με τα πολιτειακά χαρακτηριστικά της δική μας, δεν πρέπει να έχουν. Αποτελεί θεσμική εκτροπή και –κινδυνεύοντας να κατηγορηθώ για «αριστερές εμμονές»- το έχουμε πληρώσει πολύ ακριβά στο παρελθόν.

Σε κάθε περίπτωση, η στρατιωτικοποίηση του προσφυγικού γυρίζει την Ευρώπη στα χρόνια του Μεσοπολέμου.

Μόνο μεγάλο προβληματισμό μπορεί να δημιουργήσει η εικόνα μερικών χιλιάδων προσφύγων και η αναμενόμενη αντίδρασή τους, όταν διαπιστώσουν πως είναι επ΄ αόριστον έγκλειστοι υπό καθεστώς ενός ιδιότυπου στρατωνισμού – κράτησης. Ειδικά τώρα, που επί της ουσίας τα σύνορα έχουν ήδη κλείσει και η απόγνωση των προσφύγων μεγαλώνει, και το αίσθημα αυτό, με τον καιρό, μοιραία θα κλιμακώνεται, με τις ανάλογες αντιδράσεις. Αντιδράσεις όμως που ήδη υπάρχουν από ορισμένες τοπικές κοινωνίες και με νέες να ξεσπούν, με την «ενθάρρυνση», φυσικά, και της ΧΑ. Φανταστείτε λοιπόν στο εγγύς μέλλον, ένα αλαλάζον πλήθος έξω από ένα τέτοιο Κέντρο, μέσα στο οποίο καταλύουν απεγνωσμένοι πρόσφυγες, και ανάμεσά τους, ο στρατός να τους χωρίζει. Αν πιστεύουμε πως ο στρατός (ο ίδιος στρατός που δεν μπορεί ή δεν έχει διάθεση να λύσει έστω τις παθογένειες και ανισότητες μέσα στους κόλπους του) πρέπει να έχει έναν τέτοιο εκτεταμένο ρόλο εντός της ελληνικής επικράτειας για ένα τόσο ευαίσθητο ζήτημα (από πάρα πολλές απόψεις, αλλά ας μην επεκταθώ), μάλλον βαδίζουμε σε επικίνδυνα μονοπάτια.

Επίσης, δεν μπορούμε να παίρνουμε τη θετική στάση μιας τοπικής κοινωνίας και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης ως επ΄ άπειρον δεδομένη, σε περίπτωση μη τήρησης του αρχικού σχεδίου περί σύντομης παραμονής των ανθρώπων αυτών στα Κέντρα, αλλά μετατροπής του σε μια ημιμόνιμη κατάσταση με άγνωστη κατάληξη, και μάλιστα τηρουμένων όλων των μέτρων στρατιωτικής ασφάλειας, με την εικόνα που αυτό δίνει για τη μεταχείριση προσφύγων αλλά και όλων των μη ένστολων, εθελοντών και άλλων, που σπεύδουν σε βοήθεια.

Είναι η ντροπή της Ευρώπης όταν η ορολογία που χρησιμοποιούμε για τους πρόσφυγες προσομοιάζει με αυτή που χρησιμοποιούμε για τα απορρίμματα. Διαβάζουμε συνέντευξη του Όγκεν Φρόιντ, αυστριακού σοσιαλδημοκράτη ευρωβουλευτή, με τίτλο «Όποιος δεν θέλει πρόσφυγες να πληρώσει». Διαβάζουμε δηλώσεις του δημάρχου Αθηναίων, Γ. Καμίνη «Καθαρίσαμε την Πλατεία Βικτωρίας».


Είναι η ντροπή της Ελλάδας, η οποία, και χωρίς να παραβλέπω τις νομικές και τεχνικές δυσκολίες, εργαλειοποιεί τους πρόσφυγες της Ειδομένης χρησιμοποιώντας τους ως μέσο πίεσης στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη.

Είναι ντροπή της Ευρώπης το πόσο μοιάζουν οι συζητήσεις των Συνόδων για το προσφυγικό με τις αντίστοιχες της Διάσκεψης του Εβιάν το 1938, που οδήγησαν στο Ολοκαύτωμα, αυτόν τον παραλογισμό της ιστορίας.

Δε θα κουραστώ να το λέω: η λύση στο προσφυγικό είναι η εξασφάλιση ασφαλούς διόδου από την Τουρκία στην Ευρώπη. Φαντάζει υποκριτικό να μιλάς για αυτούς που χάνουν τη ζωή τους στο Αιγαίο, όταν δε θέλεις να ακούσεις για κατάργηση της Οδηγίας 2001/51/ΕΚ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ουσιαστικά υποβάλλει τους πρόσφυγες σε ένα τεστ επιβίωσης στο οποίο θα αναδειχθεί νικητής ο πιο νέος, ο πιο υγιής, ο πιο δυνατός, ο πιο πλούσιος. Όπως είναι υποκριτικό να κλείνεις τα μάτια στην ύπαρξη του φράχτη στον Έβρο, τον οποίο ως αντιπολίτευση, και ορθώς, ονόμαζες μνημείο αναλγησίας.

Αποτελεί επιτακτική ανάγκη η θεσμοθέτηση κοινού μηχανισμού ευρωπαϊκού ασύλου, κάτι το οποίο, φυσικά, απαιτεί προηγούμενη κατάργηση του Δουβλίνο ΙΙ.

Αυτό που συμβαίνει στο Αιγαίο δεν είναι τραγωδία: τραγωδία είναι μία φυσική καταστροφή που προκαλεί δεκάδες χιλιάδες θύματα. Αυτό που συμβαίνει στο Αιγαίο είναι το χρονικό πολλών προαναγγελθέντων θανάτων, που φέρουν την υπογραφή της πολιτισμένης Ευρώπης του Διαφωτισμού.

Όσο και οι τελευταίες δίοδοι κλείνουν, οι ροές θα πυκνώνουν, καθώς όλοι θα προσπαθούν να αδράξουν την τελευταία ευκαιρία να περάσουν απέναντι και οι λαθροδιακινητές θα τρίβουν τα χέρια τους.

received 1033830940043799

Copyright © 2012. www.mariayannakaki.gr | Όλα τα νέα σήμερα newspolis.gr | Designed by Shape5.com

Η επίσημη ιστοσελίδα της Μαρίας Γιαννακάκη | υποψηφιοι, Αττική, περιφέρεια, Παρέμβαση, για την Αττική, Β' Πειραιά, Κορυδαλλός, Κερατσίνι, Νίκαια, Δραπετσώνα, Αγ. Ιωάννης, Ρέντης, Πέραμα, Πειραιάς, Ανθρώπινα, δικαιώματα, LGBT, ισότητα, Εξωτερική, πολιτική, Εθνική Άμυνα, Τουρκία, Κύπρος, Κυπριακό, Ευρωπαϊκή, Ένωση, ομοφυλόφιλοι, Ρομά