Ομιλίες

Τοποθετήσεις κατά τη συζήτηση της επίκαιρης επερώτησης της ΔΗΜΑΡ σχετικά με τη νησιωτική πολιτική

ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ

 

Κύριε Υπουργέ, η Ελλάδα, λόγω της γεωγραφικής της ιδιομορφίας, μπορεί και πρέπει να κάνει χρήση των προνοιών του άρθρου 174 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή της Συνθήκης της Λισαβόνας. Σκοπός και στόχος της Ελληνικής Κυβέρνησης θα ήταν να εντάξει τα ελληνικά νησιωτικά συμπλέγματα σε αυτό το πλαίσιο.

Εδώ θα μου επιτρέψετε, κύριε Υπουργέ, να κάνω την εξής επισήμανση: Πάρα πολύ συχνά, όταν αναφερόμεθα στα ελληνικά νησιά, αναφερόμαστε μόνο στα νησιά του Αιγαίου και ξεχνάμε τα νησιά του Ιονίου. Ακόμη και ο τίτλος της Γενικής Γραμματείας παραπέμπει μόνο στα νησιά του Αιγαίου.

Άρα, στόχος της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Ελληνικής Κυβέρνησης θα έπρεπε να είναι να εντάξει όλα τα ελληνικά νησιά στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής Ολοκληρωμένης Θαλάσσιας Πολιτικής και ειδικότερα σε όσα προβλέπονται στην ατζέντα του προγράμματος «Γαλάζια Ανάπτυξη», το οποίο έχει χρονικό ορίζοντα το 2020.

Και για να σας βοηθήσω, κύριε Υπουργέ, στην τοποθέτησή σας αργότερα, θέλω να σας πω ότι ως Δημοκρατική Αριστερά παρακολουθούμε με πάρα πολύ μεγάλο ενδιαφέρον τις τοποθετήσεις σας αναφορικά με την Ολοκληρωμένη Θαλάσσια Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και του προγράμματος «Γαλάζια Ανάπτυξη», στο πλαίσιο των προτεραιοτήτων της Ελληνικής Προεδρίας.

Δε θα θέλαμε, λοιπόν, να μας επαναλάβετε τα όσα ενδιαφέροντα έχετε πει τις τελευταίες ημέρες, αλλά πολύ συγκεκριμένα βήματα και ενέργειες στο εθνικό πλαίσιο.

Ποιος είναι ο σκοπός των δύο αυτών ευρωπαϊκών νομοθετημάτων, όπως διαβάζουμε και στις σχετικές εκθέσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου; Σκοπός είναι η δημιουργία συνεργειών και η δημιουργία και καθιέρωση συντονισμένων και οριζόντιων πολιτικών, ώστε να δημιουργηθεί μια προστιθέμενη ευρωπαϊκή αξία και να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας στους θαλάσσιους κλάδους, με στόχο όχι μόνο την οικονομική ανάπτυξη, αλλά εν γένει τη βελτίωση της ζωής των κατοίκων των νησιών, των Ελλήνων νησιωτών.

Στόχος, επίσης, θα πρέπει να είναι η τόνωση της ανταγωνιστικότητας στο πλαίσιο των περιφερειών των κρατών μελών και η δημιουργία των κατάλληλων προϋποθέσεων για βιώσιμη ανάπτυξη αυτών των περιοχών. Ακόμη, θα πρέπει να είναι η επαρκής χρηματοδότηση. Και αυτό προβλέπεται - και το γνωρίζετε, κύριε Υπουργέ - από το Πρόγραμμα «Γαλάζια Ανάπτυξη» για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που δραστηριοποιούνται ακριβώς σε αυτούς τους τομείς, καθώς και η προώθηση έργων υψηλού κόστους, που σχετίζονται με όλο το πλέγμα εκείνων των πολιτικών που θα βοηθήσει στην καλυτέρευση της ζωής των ανθρώπων που ζουν στα ελληνικά νησιά, όπως είναι οι μεταφορές, οι επικοινωνίες, η ενέργεια.

Επίσης, θέλω να θυμίσω ότι στο άρθρο 174 της Συνθήκης της Λισαβόνας γίνεται μια επισήμανση, η οποία θα πρέπει να αξιοποιηθεί από την ελληνική πλευρά. Ποια είναι αυτή: Γίνεται σαφής διαφοροποίηση μεταξύ των άλλων νησιωτικών περιοχών της Ευρώπης και των νησιών της Μεσογείου. Και αυτό για ποιο λόγο; Γιατί αναγνωρίζεται από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι στη Μεσόγειο τα νησιά είναι πιο απομεμακρυσμένα από τις άλλες περιοχές της Ευρώπης, οπότε υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος αποπληθυσμού, αλλά και έλλειψης επικοινωνίας όχι μόνο μεταξύ τους, αλλά και με την ενδοχώρα αυτών των νησιών.

Τι προβλέπεται, λοιπόν; Προβλέπεται η δημιουργία ελευθέρων ζωνών, ώστε να υπάρχει μια μείωση της φορολογίας, η οποία θα λειτουργήσει ως ανάχωμα στην παρατεταμένη ύφεση που πλήττει αυτές ακριβώς τις περιοχές της Ευρώπης και ειδικά της Ελλάδας.

Όσον αφορά στην Κοινή Αγροτική Πολιτική 2014-2020, εδώ πρέπει να συμφωνήσουμε ότι από κανονιστική άποψη δεν μπορούν να υπάρξουν ξεχωριστά προγράμματα όσον αφορά στις νησιωτικές περιοχές. Όμως, κύριε Υπουργέ, - και γι’ αυτό θα ήταν χρήσιμη και η παρουσία του κ. Τσαυτάρη εδώ – θα μπορούσαν να υπάρξουν πολύ συγκεκριμένα υποπρογράμματα, όπως και συγκεκριμένα μέτρα που θα παρείχαν μια ιδιαίτερη μέριμνα για τις νησιωτικές περιοχές και θα περιείχαν πολύ συγκεκριμένα μέτρα και δράσεις γι’ αυτές.

Θα θέλαμε, λοιπόν, να γνωρίζουμε ως Δημοκρατική Αριστερά αν υπάρχουν συγκεκριμένες αναλύσεις, πού βρίσκεται η διαβούλευση σε αυτά τα υποπρογράμματα και ποια θα είναι τα πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά.

Τέλος - και θα συνεχίσω στη δευτερολογία μου - θέλω να σημειώσω και πάλι πως όλα τα προηγούμενα εντάσσονται σε ένα πρόγραμμα συντονισμένων δράσεων κι οριζόντιων πολιτικών, όχι μόνο εθνικών, αλλά και κοινοτικών. Διότι αν υπάρξουν αποσπασματικές ενέργειες, όπως υπήρχαν μέχρι τώρα, θα υπάρξει ένα τεράστιο κόστος κι ένα χάσμα, όσον αφορά στη μη εκμετάλλευση των ευκαιριών που παρέχονται στη χώρα μας από το κοινοτικό πλαίσιο.

Οπότε, το βασικό ερώτημα της τοποθέτησής μου είναι: Ποια είναι τα συγκεκριμένα βήματα που σκοπεύετε να κάνετε προκειμένου να εκμεταλλευθείτε τις μεγάλες δυνατότητες που δίνει το ευρωπαϊκό πλαίσιο στις νησιωτικές περιοχές;

 

ΔΕΥΤΕΡΟΛΟΓΙΑ

 

Κύριε Υπουργέ, πόνεσαν τα αυτιά της Δημοκρατικής Αριστεράς –ελπίζω και άλλων εδώ μέσα- από το πόσες φορές χρησιμοποιήσατε τον όρο «λαθρομετανάστευση» στην πρώτη τοποθέτησή σας. Και επειδή γνωρίζω ότι ξέρετε πολύ καλύτερα αγγλικά από εμένα, ο όρος ο οποίος χρησιμοποιείται και στα κοινοτικά κείμενα, αλλά και στα κείμενα των άλλων διεθνών οργανισμών –όχι μόνο της Ευρώπης, αλλά και παγκοσμίως-, είναι «irregular» που στα ελληνικά μεταφράζεται «παράτυπος». Επειδή σε επίκαιρη ερώτησή μου ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη κ. Δένδιας με είχε ενημερώσει ότι θα αφιερώσει μέρος της Ελληνικής Προεδρίας προκειμένου να αλλάξει τον όρο από «irregular» σε «illegal», δηλαδή «παράνομος», εάν και εφόσον το κατορθώσει, το ξανασυζητάμε.

Μέχρι τότε σας ενημερώνουμε ότι «λαθρο-υποκείμενα» του Δικαίου δεν υπάρχουν, τουλάχιστον για τη Δημοκρατική Αριστερά. Αυτό μας έχει διδάξει ο Διαφωτισμός και η νεωτερικότητα. Όμως, πόσο δίκιο είχε τελικά ο Wittgenstein όταν είπε «τα όρια της γλώσσας μας είναι τα όρια του κόσμου μας»!

Τα ελληνικά νησιά αποτελούν τα όρια και τα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι πολύ ευχάριστο ότι μέσα στις προτεραιότητες της Ελληνικής Προεδρίας είναι και το θέμα της μετανάστευσης, πάντα με σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όσων προσπαθούν να εισέλθουν στο ελληνικό έδαφος, που είναι έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τρία θέματα θα αναφέρω πάρα πολύ γρήγορα πάνω σε αυτό:

Όσον αφορά στα θαλάσσια σύνορά μας και στο ρόλο που παίζει η FRONTEX το έργο της κρίνεται ικανοποιητικό αλλά όχι επαρκές. Όμως όταν είχε γίνει πρόταση προκειμένου να αυξηθούν οι αρμοδιότητες της FRONTEX, ο ευρωπαϊκός Νότος δεν είχε συναινέσει.

Και μάλιστα υπάρχει μια πληροφορία ότι έχει ζητηθεί από την Ιταλία και την Ισπανία να εφαρμοστεί στη Μεσόγειο η Επιχείρηση «Αταλάντα» -η οποία εφαρμόζεται για τους πειρατές της Σομαλίας- για την αντιμετώπιση της παράτυπης μετανάστευσης. Βέβαια, ο κ. Κούρκουλας, ο Αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών, το είχε αρνηθεί και ελπίζω και εσείς να συμμερίζεστε την ίδια άποψη.

Επίσης, ένα άλλο θέμα που θα πρέπει να δούμε είναι οι άθλιες συνθήκες στις οποίες διαβιούν οι μετανάστες, που έρχονται στη χώρα μας, στους χώρους υποδοχής των ελληνικών νησιών.

 

Δείτε το video της τοποθέτησης κάνοντας κλικ εδώ

και

εδώ, για το video της δευτερολογίας

 

Διαβάστε την επίκαιρη επερώτηση που κατατέθηκε από τη ΔΗΜΑΡ για τη νησιωτική πολιτική, κάνοντας κλικ εδώ

 

Χαιρετισμός στο Συνέδριο "Νέοι και Κοινοβουλευτισμός" που διοργανώθηκε στη Βουλή των Ελλήνων

Εκ μέρους της Δημοκρατικής Αριστεράς, της Κοινοβουλευτικής Ομάδας και του Προέδρου της χαιρετίζω την έναρξη των εργασιών του Συνεδρίου σας.

Ζείτε σε μια πολύ άχαρη εποχή. Εποχή χωρίς όνειρα και ελπίδες.

Σύμφωνα με έρευνα που παρουσιάστηκε σε ιδιωτικό εκπαιδευτήριο τον προηγούμενο μήνα, παρουσία του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, απογοητευμένοι αισθάνονται οι νέοι με τον τρόπο λειτουργίας της Δημοκρατίας , από την πορεία της χώρας καθώς και με την διαχρονική στάση των κυβερνήσεων απέναντι στα προβλήματά τους. Το 56% των νέων δεν πιστεύει ότι φθάνει το τέλος της οικονομικής κρίσης ενώ παράλληλα 2 στους 3 δηλώνουν απαισιόδοξοι για το εργασιακό τους μέλλον με τα σπουδαιότερα προβλήματά τους να είναι η ανεργία και το εκπαιδευτικό σύστημα.

Οι νέοι αδιαφορούν για την πολιτική. Η ιδιοτέλεια, ο αμοραλισμός και ο κυνισμός εκθέτουν τους πολιτικούς εκπροσώπους και καθιστούν το κομματικό σύστημα ευάλωτο. Έτσι εξηγείται η κρίση εμπιστοσύνης, η απονομιμοποίηση και η απαξίωση της πολιτικής.

Ο παλαιότερος κοινοβουλευτισμός στηριζόταν στη διαμάχη των κομμάτων με βάση προγράμματα που μπορούσαν να δοκιμαστούν στη βάσανο του κοινοβουλίου, η νεότερη μορφή του έχει παρακάμψει το κοινοβούλιο προς όφελος των οικονομικών κέντρων, τα οποία λαμβάνουν ουσιαστικά τις αποφάσεις και διαμορφώνουν τους νόμους και το δίκαιο. Η μετάθεση αυτή εξουσίας σε εξωκοινοβουλευτικά κέντρα συνιστά την ουσιώδη κρίση ή μάλλον την αποτυχία του κοινοβουλευτισμού στην εποχή του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού και του άκρατου νεοφιλελευθερισμού.

Όταν με ρωτούν αν είμαι αισιόδοξη ή απαισιόδοξη για την ενασχόληση των νέων με τα κοινά απαντώ ότι είμαι συγκρατημένα αισιόδοξη φέρνοντας δύο παραδείγματα: Την κίνηση Occupy κατά της εξουσίας των χρηματαγορών και τραπεζών, αλλά και την αντίσταση κατά της συμφωνίας ACTA για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας.

Το πιστεύω βαθιά: Οι νέοι απορρίπτουν τους πολιτικούς, όχι όμως και την ίδια την πολιτική.

Εσείς, πρέπει να γίνετε οι γεννήτορες του καινούριου. Γιατί όποιος παραιτείται ή αποσύρεται αφήνει τον στίβο της πολιτικής στους ανάξιους και τους αμοραλιστές, ανέχεστε την άνοδο του φασισμού και του νεοναζισμού. Οφείλετε να μην αποτελείτε μία a politic κοινωνική ομάδα, να μην διστάζετε να υψώσετε τη φωνή σας.

Τοποθέτηση στην Ημερίδα του Κινήματος δικηγόρων και δικαστικών κατά της διαφθοράς

        Το φαινόμενο της διαφθοράς δεν είναι ένα μεμονωμένο, ιστορικά και γεωγραφικά, φαινόμενο. Η παρουσία του, αντιθέτως, είναι διαχρονική και διακρατική, κατά το μάλλον ή ήττον και αναλόγως τη χώρα και το πολιτικό σύστημα.

      Στην Ελλάδα, οι ρίζες του είναι αξιοσημείωτα βαθιές και έχει δυστυχώς λάβει συστημικό χαρακτήρα. Η διαφθορά απαντάται σε κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό επίπεδο και η ύπαρξή της είναι συνυφασμένη με διάφορες εκφάνσεις του δημόσιου βίου, διαιωνιζόμενη ανά τις γενεές.

      Τα συνταγματικά δικαιώματα του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι, στο πλαίσιο της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, καθιστούν τα πολιτικά κόμματα τους κύριους θεσμικούς φορείς εκπροσώπησης των κοινωνικών συμφερόντων, στο πλαίσιο άσκησης της νομοθετικής εξουσίας, εξ’ ου και έχει συνταγματικά κατοχυρωθεί η χρηματική τους ενίσχυση και ο οικονομικός τους έλεγχος, από την πλευρά του κράτους. Στο εγγύς και απώτερο παρελθόν, αναδύθηκαν στην επιφάνεια βαρύγδουπα οικονομικά σκάνδαλα του πολιτικού χώρου, και φυσικά παρατηρούμε και την «απενοχοποιημένη», λόγω συχνότητας άσκησης, μικροπολιτική πρακτική του δούναι και λαβείν, για λόγους ψηφοθηρίας, ως ένα εκ των ων ουκ άνευ χαρακτηριστικό, από καταβολής του νεότερου Ελληνικού κράτους.

     Ερχόμενοι στο σήμερα της οικονομικής κρίσης, η διάρκεια της σιωπηλής ανοχής και εν μέρει συνενοχής της κοινωνίας έχει εκπνεύσει και υφίσταται γενικευμένη αγανάκτηση. Συγκεκριμένα, βάσει της τελευταίας έρευνας που διεξήχθη για το «Παγκόσμιο Βαρόμετρο της Διαφθοράς» από την οργάνωση «Διεθνής Διαφάνεια» για την Ελλάδα (Ιούλιος 2013), το 54% των ερωτηθέντων πιστεύει πως η έκταση της διαφθοράς έχει αυξηθεί τα δύο τελευταία χρόνια και είναι ιδιαίτερα διακριτή στον Δημόσιο Τομέα. Το πλέον καθοριστικό στοιχείο όμως, είναι πως ο θεσμός των πολιτικών κομμάτων θεωρείται ως ο πλέον διεφθαρμένος, με το Κοινοβούλιο-Νομοθετική Εξουσία να κατέχει την περίοπτη τρίτη θέση, ενώ το 84% των ερωτηθέντων δηλώνουν διατεθειμένοι να αντιδράσουν έναντι της διαφθοράς.

       Με τα αποτελέσματα της παραπάνω έρευνας αποτυπώνεται έντονα μια σχεδόν καθολική έλλειψη εμπιστοσύνης των πολιτών προς τους κομματικούς φορείς της χώρας. Δίνεται μια δυστυχώς σαφής εικόνα πολιτικής απαξίωσης εκ μέρους της κοινωνίας, μια κοινωνία που δυσπιστεί όσον αφορά στην άσκηση χρηστής διοίκησης εκ μέρους του πολιτικού προσωπικού και που θεωρεί τη διαφθορά ένα φαινόμενο συμφυές με την άσκηση πολιτικής εξουσίας.

       Η Δημοκρατική Αριστερά, διακρίνοντας τη νομοθετική ανεπάρκεια και τον φορμαλιστικό τρόπο εφαρμογής του ισχύοντος νομικού πλαισίου, αναφορικά με την κρατική διαχείριση και έλεγχο του οικονομικού τομέα των πολιτικών κομμάτων και προσώπων, προέβη πρόσφατα σε κατάρτιση και κατάθεση Σχεδίου Νόμου, με το οποίο προσβλέπει στο να απαλοιφούν τα μέχρι σήμερα κακώς κείμενα και να συμπληρωθούν – διορθωθούν τα ισχύοντα.

        Ενδεικτικά, προβλέπει σύγκληση ανεξάρτητης Επιτροπής Ελέγχου για τον συνεχή έλεγχο των οικονομικών των πολιτικών φορέων και προσώπων με δυνατότητα επιβολής κυρώσεων στους παραβαίνοντες και αναστολής χρηματοδότησης στους εμπλεκόμενους σε εγκληματικές οργανώσεις, μείωση της τακτικής και εκλογικής χρηματοδότησης των κομμάτων κατά 25% και σύνδεσή της με την πορεία του δημοσίου ελλείματος, ορίζει τις δικαιούμενες παροχές των βουλευτών, εισάγει μια δικαιότερη κατανομή χρηματοδότησης προς τα κόμματα ώστε να εξασφαλίζεται η ισότητα ευκαιριών μεταξύ τους για δημόσια προβολή και να ενθαρρυνθούν τα νεοπαγή σχήματα, υποχρεώνει στην καταβολή παραστατικών για δικαιολόγηση προεκλογικών εξόδων και οριοθέτηση αυτών. Επιπροσθέτως, καθιστά υποχρεωτική τη δημοσιοποίηση της αυστηρά επώνυμης χρηματοδότησής τους από τρίτους και ιδιώτες και βάζει σε αυτή όρια, ώστε να μην απαντώνται φαινόμενα «αόρατων πηγών», όπως υποχρεωτικά δημοσιοποιούμενοι στο διαδίκτυο ανά τακτά χρονικά διαστήματα καθίστανται οι ισολογισμοί και λοιπά στοιχεία οικονομικής διαχείρισης κρατικής και ιδιωτικής προέλευσης.

      Εν κατακλείδι, η Δημοκρατική Αριστερά με το εν λόγω νομοσχέδιο, στοχεύει στην καλύτερη εκπροσώπηση του εκλογικού σώματος μέσω θέσπισης νέων κανόνων ίσων ευκαιριών, τη διασφάλιση της αυτονομίας του πολιτικού χώρου και της πλήρους διαφάνειας αυτού, ώστε να εκλείψουν τα φαινόμενα πελατειακών σχέσεων, διακίνησης «μαύρου» πολιτικού χρήματος και των σκανδαλωδών δαπανών σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού. Επί της ουσίας, συνεπώς, προσβλέπει στην απενοχοποίηση του πολιτικού βίου και στην ανάκτηση του αισθήματος εμπιστοσύνης των πολιτών, συνθήκη απαραίτητη για τη θωράκιση της εύρυθμης λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος.

Ομιλία σε Εκδήλωση της οργάνωσης «Asante» στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων, με θέμα την κοινωνική ένταξη των μεταναστών

«Για άλλη μια φορά θα κατέληγε σε μια ξένη χώρα. Για άλλη μια φορά να είναι η νεοφερμένη, μια ξένη, αυτή που δεν ανήκει. Ήξερε από την εμπειρία της ότι θα έπρεπε γρήγορα να κερδίσει την εύνοια των νέων κυρίαρχών της, για να αποφύγει την απόρριψη ή, σε πιο δεινές περιπτώσεις, την τιμωρία. Στη συνέχεια, θα ερχόταν η φάση όπου θα έπρεπε να ακονίσει τις αισθήσεις της, ώστε να βλέπει και να ακούει όσο το δυνατόν καλύτερα, ώστε να μπορεί να αφομοιώσει γρήγορα όλα τα νέα ήθη και λέξεις που χρησιμοποιούνται πιο συχνά από την ομάδα που θέλει να γίνει μέρος της ... έτσι ώστε τελικά, να κριθεί με βάση τις δικές της αξίες.»  Λάουρα Εσκιβέλ, από το βιβλίο της «Μαλίντσε».

 

    Η Ελλάδα σήμερα: σαν βγαλμένη από άλλες εποχές, με φτώχεια, απαισιοδοξία, νέα γενιά που την εγκαταλείπει, στις παρυφές μιας γεωπολιτικής δίνης της οποίας μοναδικό θύμα είναι ο άνθρωπος, ο οποίος διιστορικά βρίσκεται σε μια διαρκή κίνηση: για να ζήσει καλύτερα, να ξεφύγει από καθεστώτα ανελευθερίας, να επιβιώσει. Η ανθρώπινη κινητικότητα είναι αέναη, το μετανεωτερικό παραγωγικό μοντέλο την επιβάλλει, αποτελεί όμως κοινωνιολογική παραδοχή, πως οι νοοτροπίες αλλάζουν πολύ πιο αργά από τα δεδομένα. Ο φόβος του διαφορετικού βρίσκει υποστηρικτές πολλούς αλαλάζοντες μισάνθρωπους, που επικαλούνται το ζοφερό μέλλον μιας πολυπολιτισμικής κοινωνίας. Είναι όμως έτσι;

    Κάθε μεταναστευτικό ρεύμα προς ένα δεδομένο σημείο έχει διαφορετικά στοιχεία. Τα χαρακτηριστικά του εξαρτώνται εξίσου από τους μετανάστες και τους υποδοχείς. Από οικονομικής απόψεως, οι παράμετροι είναι πάρα πολλές. Έρευνες στο παρελθόν έχουν δείξει, πως ένα μεταναστευτικό ρεύμα σε χώρες με αυξάνουσα δημογραφική γήρανση, έχει ευεργετικά αποτελέσματα. Στη μεγάλη τους πλειοψηφία, οι μετανάστες που κατευθύνονται προς την Ελλάδα και γενικά την Ε.Ε. είναι άτομα παραγωγικής ηλικίας, σε αντίθεση με τον ολοένα γηράσκοντα ευρωπαϊκό πληθυσμό της υπογεννητικότητας, που επιτάσσει το παρόν παραγωγικό μοντέλο. Υπό τις παρούσες συνθήκες, θεωρείται αναγκαία μια δημογραφική αναζωογόνηση, τόσο για τη διατήρηση και ανάκαμψη των εθνικών ΑΕΠ, όσο και για την επιβίωση των συνταξιοδοτικών και ασφαλιστικών προγραμμάτων, του όλου οικοδομήματος του κοινωνικού κράτους. Διάφοροι μύθοι υπάρχουν, για την υποτιθέμενη «αρνητική επίδραση» των μεταναστών στο εργασιακό καθεστώς των γηγενών, όπως για παράδειγμα η πτώση των μισθών και η «αρπαγή» θέσεων εργασίας γηγενών από «ξένους».

    Οι παραπάνω μύθοι εύκολα καταρρίπτονται, ειδικά τη σημερινή εποχή, που ένας Ευρωπαίος έχει κατά μέσο όρο λάβει σημαντικά ανώτερη εκπαίδευση από τους εισερχόμενους μετανάστες και δεν αποδέχεται θέσεις εργασίας ανειδίκευτου εργάτη ή πολύ χαμηλόμισθες. Αντιθέτως, και ειδικά όσον αφορά στον πρωτογενή τομέα παραγωγής όπου παρατηρείται σημαντική ύφεση, οι μετανάστες δύνανται να καλύψουν σημαντικά κενά, τις πιο πολλές φορές με τεχνικές αύξησης εντάσεως εργασίας, σε αποδεκτά πάντοτε πλαίσια, και να βοηθήσουν στην προσπάθεια κάλυψης ζωτικών αναγκών των πληθυσμών σε πρώτες ύλες και βασικά προϊόντα διαβίωσης. Το μείζον επιχείρημα των αιτούντων μείωσης και ανάσχεσης της μεταναστευτικής εισροής, σε οικονομικό πλαίσιο, είναι ίσως αυτό της παραοικονομίας, το γεγονός δηλαδή πως οι παράτυποι μετανάστες εργάζονται ανασφάλιστοι και συνεπώς δε συνεισφέρουν σε τίποτα στον ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό τομέα. Η ουσία όμως δεν είναι να εξετάζουμε μόνο τα συμπτώματα, αλλά την αιτία μιας προβληματικής όντως κατάστασης, από την οποία κυρίως οι παράτυποι μετανάστες χάνουν, αφού γίνονται θύματα ανεξέλεγκτης εργασιακής εκμετάλλευσης χωρίς σχεδόν κανένα θεσμοθετημένο δικαίωμα να ισχύει γι’ αυτούς. Το ζήτημα αυτό άπτεται καταφανώς της μεταναστευτικής πολιτικής που ακολουθεί η χώρα μας, με το θεσμικό πλαίσιο να είναι αδικαιολόγητα δυσκίνητο, αυστηρό και ελλιπές. Οι θεσμοί όμως, κάθε μορφής, δεν είναι παρά μια αποκρυστάλλωση των σχέσεων εξουσίας, παραγωγής και νοήματος της κάθε κοινωνίας. Συνεπώς, το κλασσικό ερώτημα «και τι να κάνουμε», μόνο μέσα στην ίδια την κοινωνία μπορεί να βρει την απάντησή του.

     Στις κοινωνίες του 21ου αιώνα, βλέπουμε ακόμη τεράστιες ψυχοκοινωνικές διαφορές στις μέσες κοινωνικές αντιδράσεις, όσον αφορά στην αποδοχή του διαφορετικού. Λαοί, κυρίως βορειοευρωπαϊκοί, που εκτίθενται στη διακίνηση της πληροφορίας νωρίτερα και εντατικότερα, μέσω της παρείσφρησης του διαδικτύου, και κυρίως που έχουν αποδεδειγμένα υψηλής ποιότητας εκπαιδευτικά συστήματα, βλέπουμε πως πέτυχαν μια ουσιαστική και επιτυχή απορρόφηση των μεταναστευτικών ρευμάτων που υποδέχτηκαν, και καρπώνονται εδώ και καιρό τα οφέλη σε ανθρώπινο κεφάλαιο, των 2ης και 3ης γενιάς μεταναστών. Ο σεβασμός των θεσμοθετημένων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και η ποιότητα ελευθεριών, κοινωνικής και διαγενεακής αλληλεγγύης σε αυτές τις χώρες ξεχωρίζει και ενέργειες που καταπατούν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, από ελάχιστες μειοψηφίες, έρχονται αντιμέτωπες με καθολική κατακραυγή.

    Το ζήτημα της παροχής κοινωνικής παιδείας και καλλιέργειας στην Ελλάδα είναι κομβικής σημασίας. Οφείλουμε, και έχουμε ήδη καθυστερήσει, να προβούμε σε ενέργειες όχι μόνο επιμόρφωσης, αλλά ιδιοποίησης, ειδικά στους νέους, των εννοιών της κοινωνικής αλληλεγύης, του ανθρωπισμού, της κατανόησης, της βαθύτερης γνώσης του «άλλου» και της αποβολής στερεοτύπων. Έχουμε χρέος να μεταφέρουμε στους συμπολίτες μας πως σε μια κοινωνία η διαστρωμάτωση δεν μπορεί να εξαρτάται από τη γεωγραφική προέλευση ενός ανθρώπου ή μιας ομάδας ανθρώπων, αλλά από τις δεξιότητες και τη δυνατότητα κοινωνικής προσφοράς του καθενός. Η ανθρώπινη ύπαρξη, καθολικά και παγκοσμίως, δεν υφίσταται σε διακρίσεις τύπου νόμιμη ή παράνομη, ανώτερη ή κατώτερη, τα δικαιώματα του καθενός ξεχωριστά και των ανθρώπων συνολικά είναι κατάκτηση πολύτιμη, που επήλθε μετά από αιώνες κοινωνικής εξέλιξης και προόδου.

    Είναι επιτακτική η ανάγκη να προβούμε άμεσα σε θεσμικές ενέργειες προς την κατεύθυνση του ανθρωπισμού και του σεβασμού των παγκοσμίως κατοχυρωμένων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στο πλαίσιο της μεταναστευτικής πολιτικής, ειδικά σε μια περίοδο παρατεταμένης κρίσης και οικονομικής ύφεσης, που πρέπει πάσει θυσία να αποτραπεί, έστω και την τελευταία στιγμή, η μεταλλαγή της σε γενικευμένη ανθρωπιστική κρίση και κρίση αξιών και ηθικής.

    Θεσμικές πρωτοβουλίες όπως η παροχή ασύλου, γρηγορότερα και σε μεγαλύτερους αριθμούς, στους μετανάστες που βάσει διεθνών κανονισμών το δικαιούνται, χωρίς την αδικαιολόγητη και εγκληματική κωλυσιεργία και άρνηση που επιδεικνύουν επί του παρόντος οι αρμόδιες αρχές, ειδικά ανά τη Μεσόγειο, με αποτέλεσμα αυτή να έχει χαρακτηριστεί ως νεκροταφείο ψυχών.

    Πρέπει να αντιμετωπίσουμε υπαρκτά ζητήματα όπως αυτό της μη δυνατότητας επαναπροώθησης των επί μακρόν παρατύπως διαμένοντων στη χώρα, ώστε να σταματήσει η απάνθρωπη εκμετάλλευσή τους στο εργασιακό και κοινωνικό τους περιβάλλον και το αίσθημα συνεχούς ανασφάλειάς τους.

Η αυτόματη κτήση της ελληνικής ιθαγένειας των παιδιών μεταναστών, επίσημα καταγεγγραμένων, από τη στιγμή της γέννησής τους στην Ελλάδα ή σε περίπτωση γέννησής τους στο εξωτερικό, από τη στιγμή που φτάνουν σε ηλικία φοίτησης στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.

  Θεσμικά κατοχυρωμένο δικαίωμα στην οικογενειακή επανένωση στη χώρα υποδοχής, ειδικά σε περιπτώσεις όπου η χώρα προέλευσης είναι σε εμπόλεμη κατάσταση ή έχει καταδικαστεί για παραβιάσεις κατά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατ’ επανάληψη.

   Τα ανωτέρω είναι μερικές από τις θεσμικές πρωτοβουλίες που πρέπει να αναληφθούν άμεσα, εκτός αυτών που ήδη υπάρχουν, οι οποίες πρέπει να αναβαθμιστούν δραστικά, όπως η διευκόλυνση της άσκησης λατρευτικών καθηκόντων κάθε θρησκείας, τα προγράμματα γλωσσικής επιμόρφωσης, κ.ά.

    Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο οικουμενικός προσανατολισμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κάθε παραβίασή τους πρέπει να τυγχάνει αυστηρότατης τιμωρίας από την πλευρά της Πολιτείας.

    Τέλος, η πολιτισμική ιδιαιτερότητα δεν αποτελεί απειλή, αντιθέτως, είναι η βάση για την ανάπτυξη και αποδοχή της διαφορετικότητας, ένα πολύτιμο εφόδιο για την κατάκτηση ιδανικών όπως η ειρήνη, η ελευθερία, η κοινωνική δικαιοσύνη, το κράτος δικαίου, η ανθρώπινη εξέλιξη. Η έννοια της ισότητας δε θα είχε ανάγκη ύπαρξης, αν όλοι ήμαστε όμοιοι. Είμαστε διαφορετικοί, γι’ αυτό και είμαστε ίσοι.

 

     

 

Ομιλία στο 2ο Συνέδριο της Δημοκρατικής Αριστεράς

Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Είναι ανάγκη να ορίσουμε τη διεξαγωγή Καταστατικού Συνεδρίου που θα διεξαχθεί σε εύθετο χρόνο από σήμερα και δεν θα παραπεμφθεί στις καλένδες. Η τεχνολογία δίνει μεγάλες δυνατότητες ανταλλαγής απόψεων, γόνιμου εποικοδομητικού και προπάντων συντεταγμένου διαλόγου. Η ΚΕ που θα προκύψει αύριο, όταν συγκροτηθεί σε σώμα για να εκλέξει τον Γραμματέα της να ορίσει μία Επιτροπή που θα επεξεργαστεί τις βασικές Αρχές και θα τις επικοινωνήσει σε όλους μας προκειμένου να καταθέσουμε τις απόψεις μας. Το καταστατικό δεν είναι θέμα τυπικό, είναι το Σύνταγμά μας, είναι θέμα δημοκρατίας και βαθειά πολιτικό. Μεταξύ των άλλων θα καθοριστεί η λειτουργία τω Οργάνων και οι σχέσεις μεταξύ τους προκειμένου να μην υπάρχουν αλληλοεπικαλύψεις, συγκρούσεις και να μην χρησιμοποιούνται κατά το δοκούν και κατά το βολεύειν.
Τα ζητήματα πάνω στα οποία θα κληθούν να τοποθετηθούν όλες οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας είναι κατά τη γνώμη μου δύο: Το ένα το ζήτημα της ανάπτυξης, τι περιεχόμενο δίνει ο κάθε πολιτικός χώρος σε αυτή και πως θα την πετύχει.
Και το δεύτερο είναι πως θα καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό από την άνοιξη και μετά. Οι τρόποι είναι δύο μία νέα συμφωνία μετά από διαπραγμάτευση η οποία δεν έγινε την άνοιξη του 10 ή έξοδος στις αγορές με επιτόκια που όλοι καταλαβαίνουμε τους λίγους που δεν θα είναι καθόλου ελκυστικά. Και οι προτάσεις μας πρέπει να είναι απτές, συγκεκριμένες , κοστολογημένες και χρονικά προσδιορισμένες: όχι άλλες Εκθέσεις ιδεών. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα αφενός συνδέεται άμεσα με το πώς κάθε ένας από εμάς βλέπει την ανάπτυξη και αφετέρου συνδέεται άμεσα με το επόμενο θέμα που είναι η ένταξη της Δημοκρατικής Αριστεράς σε Ευρωπαϊκή Ομάδα και κατόπιν σε ευρωπαϊκό κόμμα, ζήτημα που παρόλο που είμαστε το κόμμα που κατεξοχήν θα έπρεπε να έχουμε στραμμένο το βλέμμα μας στην Ευρώπη βρίσκεται πολύ χαμηλά στην πολιτική μας ατζέντα.
Έχοντας την κοινοβουλευτική ευθύνη της Εξωτερικής και ευρωπαϊκής πολιτικής και εκπροσωπώντας το κόμμα μας στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης είχα επισημάνει πολλές φορές το πόσο αποδυναμωμένη ήταν η φωνή μας παραμένοντας, μόνοι εμείς και οι φασίστες, στους μη εγγεγραμμένους.
Η εισήγηση του Προέδρου με βρίσκει σύμφωνη, θα μου επιτρέψετε όμως μερικές παρατηρήσεις:
Η ένταξή μας πρέπει να γίνει με πλατφόρμα, με τις δικές μας θέσεις, άμεσα συνδεδεμένες με την ανάδειξη της διαχείρισης του χρέους και της ανάπτυξης και τον διακριτό μας ρόλο, πλατφόρμα η οποία θα έπρεπε να είναι έτοιμη από καιρό και εδώ αναδεικνύω και τις αδυναμίες του Τομέα, ο οποίος ουσιαστικά έχει να λειτουργήσει πάνω από έναν χρόνο. Η ένταξή μας πρέπει να συνοδευθεί με επαφές όχι μόνο με την Προοδευτική Συμμαχία, αλλά και με όμορους χώρους όπως αυτούς των Πρασίνων, αλλά και του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς. Η σοσιαλδημοκρατία στην Ευρώπη, η οποία τα τελευταία χρόνια έχει υιοθετήσει τις πλέον νεοφιλελεύθερες θέσεις και που δεν δείχνει τα πολυπόθητα σημάδια ριζοσπαστικοποίησης λόγω της κρίσης, πρέπει να ξαναθυμηθεί τις ρίζες της και να συνδεθεί με τις ανάγκες της ευρωπαϊκής κοινωνίας.
Τα Ευρωπαϊκά Κόμματα, όπως τα γνωρίσαμε μέχρι σήμερα, έχουν κλείσει τον ιστορικό τους κύκλο. Οι ευρωβουλευτές που θα προκύψουν από το αυτόνομο ψηφοδέλτιο της Δημοκρατικής Αριστεράς στις κάλπες του Μαΐου θα πρέπει να έχουν στο μυαλό τους ότι το επόμενο Κοινοβούλιο θα είναι το πιο σημαντικό όλης της πορείας της ΕΕ: η Ευρωπαϊκή Ένωση, ή θα γίνει η Ευρώπη της αλληλεγγύης ή θα πάψει να υπάρχει.
Η πλατφόρμα ένταξής μας , η οποία θα αποτελέσει και την αιχμή του προεκλογικού μας λόγου στις ευρωεκλογές θα έπρεπε να εγκριθεί από το διαρκές συνέδριο που θα συγκληθεί, όπως πρότεινα παραπάνω, προκειμένου να συζητήσει το καταστατικό. Έτσι θα μπορούσαν να βρεθούν συναινέσεις και κοινοί τόποι και με τους συντρόφους οι οποίοι έχουν μία διαφορετική οπτική. Γιατί η λέξη συναίνεση, που είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της πολιτικής στο πλαίσιο των Οργάνων της Ένωσης, μόνο στην Ελλάδα είναι μια λέξη δαιμονοποιημένη
Αναφορικά με τις συμμαχίες μας: θεωρώ αυτονόητο ότι συλλογικότητες, πόσο μάλλον άτομα, τα οποία αλλοιώνουν την φυσιογνωμία του χώρου και της πολιτικής μας δεν μπορούν να έχουν καμία σχέση μαζί μας
Όμως για μένα το ζητούμενο είναι να καθορίσουμε την πολιτική μας, να οριοθετήσουμε το στίγμα μας και να βρούμε τον βηματισμό μας: Όταν θα έχουν γίνει αυτά, οι συμμαχίες θα προκύψουν αβίαστα και ως πολιτικό επακόλουθο. Αν ακολουθηθεί η αντίστροφη πορεία το αποτέλεσμα δεν θα είναι ο πολλαπλασιασμός, αλλά η διαίρεση και θα έχουμε ακυρώσει τον λόγο της πολιτικής μας ύπαρξης.

 

Δείτε το βίντεο της ομιλίας κάνοντας κλικ εδώ

Copyright © 2012. www.mariayannakaki.gr | Όλα τα νέα σήμερα newspolis.gr | Designed by Shape5.com

Η επίσημη ιστοσελίδα της Μαρίας Γιαννακάκη | υποψηφιοι, Αττική, περιφέρεια, Παρέμβαση, για την Αττική, Β' Πειραιά, Κορυδαλλός, Κερατσίνι, Νίκαια, Δραπετσώνα, Αγ. Ιωάννης, Ρέντης, Πέραμα, Πειραιάς, Ανθρώπινα, δικαιώματα, LGBT, ισότητα, Εξωτερική, πολιτική, Εθνική Άμυνα, Τουρκία, Κύπρος, Κυπριακό, Ευρωπαϊκή, Ένωση, ομοφυλόφιλοι, Ρομά