Ομιλίες

Ομιλία στην Ολομέλεια στη συζήτηση του νομοσχεδίου «Ρυθμίσεις θεμάτων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας»

Στην προσπάθεια της Ελλάδας για έξοδο από την κρίση, η εστίαση στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Λόγω της ιδιάζουσας γεωγραφίας και του φυσικού πλούτου της Ελλάδας, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αποτελούν ένα από τα συγκριτικά πλεονεκτήματά της. Επομένως η αναπτυξιακή πολιτική δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνει ενέργειες που προωθούν τις ΑΠΕ σαν βασικό αναπτυξιακό μοχλό της οικονομίας.

Ο τρόπος διαχείρισής τους θα πρέπει να είναι σαφής και καθοριστικός, αποφεύγοντας τις ενδογενείς αντιφάσεις που προκύπτουν από το δίπολο οικολογίας και οικονομικής εκμετάλλευσης. Συγκεκριμένα θα πρέπει να εξεταστούν οι βασικές διαστάσεις του ζητήματος που περιλαμβάνουν ποιοτικές παραμέτρους, σχετιζόμενες με την βιωσιμότητα του οικοσυστήματος και την παραγωγική δομή καθώς και ποσοτικές παράμετροι που έχουν να κάνουν με την προσέλκυση επενδύσεων και την μείωση του ενεργειακού κόστους διαβίωσης.
Ξεκινώντας από το ενεργειακό κόστος, πέραν του υψηλού ποσού που καλούνται να πληρώσουν οι καταναλωτές για ενεργειακή κατανάλωση, όπως προκύπτει και από σχετικές οικονομετρικές μελέτες υπάρχει άμεση και σημαντική συσχέτιση του ενεργειακού κόστους με τον πληθωρισμό. Επομένως, μία ενεργειακή πολιτική που αξιοποιεί βέλτιστα τις ΑΠΕ συνεπάγεται μείωση του γενικού επιπέδου τιμών οδηγώντας σε συνολικά χαμηλότερο κόστος διαβίωσης.

Αξίζει να σημειωθεί ότι βάσει των ίδιων μελετών η ανάπτυξη σε περίπτωση αλλαγής του ενεργειακού μίγματος παρουσιάζεται αυξημένη. Αντίστοιχα, σύμφωνα με μελέτη της Κομισιόν για τις τάσεις των ευρωπαϊκών οικονομιών σε σχέση με αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου ενέργειας καταλήγουν στα ίδια συμπεράσματα. Η στροφή προς τις ΑΠΕ μακροχρόνια συνεπάγεται μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης, γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό σε αυτήν την περίοδο οικονομικής καθίζησης.

Η εμμονή της Ελλάδας σε παραγωγή ενέργειας βασισμένη σε λιγνίτη και λιθάνθρακα, επιβαρύνει δραματικά το περιβάλλον και κινείται εκτός του ευρωπαϊκού πλαισίου δράσης στον περιβαλλοντικό τομέα. Πέρα από τις αυξημένες δαπάνες που θα κληθεί να πληρώσει η χώρα μας για εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα, τίθεται και ένα ζήτημα εκσυγχρονισμού των παραγωγικών δομών της οικονομίας στον ενεργειακό τομέα. Η τάση σε κάποιες χώρες της Ευρωπαικής Ένωσης προς μία παραγωγή ενέργειας εξολοκλήρου βασισμένη σε ΑΠΕ, δεν ακολουθείται στην Ελλάδα και δεν βλέπω πως το παρόν νομοσχέδιο αλλάζει τις συνθήκες προς την ανωτέρω τάση. Ουσιαστικά εμείς οι ίδιοι υπονομεύουμε το περιβάλλον μας και τις δυνατότητες που αυτό μας προσφέρει.
Δυστυχώς και η Ευρωπαική Ένωση, συνολικά και συντεταγμένα δεν έχει αρθεί στο ύψος των περιστάσεων. Τα τελευταία τρία χρόνια, οι Σύνοδοι Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν -και όχι αδίκως- μονοθεματικές: η οικονομική κρίση, τα δημοσιονομικά προβλήματα μεγάλου αριθμού κρατών μελών, οι προσπάθειες σωτηρίας του ευρώ και η επιβίωση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος μονοπωλούσαν τις συναντήσεις των Ευρωπαίων ηγετών.
Η πρόσφατη Σύνοδος Κορυφής της Ευρωπαϊκή Ένωσης, παράλληλα με τα θέματα της πάταξης της φοροδιαφυγής και των τραπεζών, είχε στην Ημερήσια Διάταξή της και ένα θέμα που για μια ακόμα φορά δυστυχώς, πέρασε σχεδόν απαρατήρητο από την πλειονότητα των ΜΜΕ, το θέμα της ενέργειας. Ελπιδοφόρο νέο αφού μετά την υιοθέτηση της πράσινη Βίβλου το 2006 και το «πακέτο κλίμα/ενέργεια» του 2009, τα ζητήματα της ενέργειας είχαν παραγκωνιστεί λόγω της κρίσης.
Γρήγορα οι ελπίδες διαψεύσθηκαν: Η Σύνοδος Κορυφής υπογράμμισε την ανάγκη μείωσης της εξάρτησης της ΕΕ από την εισαγωγή ενέργειας και τόνισε τη σημασία της ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς ενέργειας και της ανάπτυξης των δικτύων, με σκοπό να μπει τέλος μέχρι το 2015 στην απομόνωση ορισμένων κρατών-μελών από τα ευρωπαϊκά δίκτυα φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας. Τέλος, ανακοίνωσε σειρά θεματικών συναντήσεων τους επόμενους μήνες προκειμένου να επιτευχθεί «η οικονομική ανάπτυξη και η ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα».
Πρόκειται για μία πρώτη και άτολμη προσπάθεια να υπάρξει ένας συντονισμός της Ένωσης σε αυτό το πεδίο. Έχει γίνει πλέον συνείδηση ότι η έλλειψη του του συντονισμού έχει καταδικάσει την ΕΕ αφ' ενός να υστερεί σε σχέση με τους υπόλοιπους διεθνείς παίχτες και αφ' ετέρου την έχει καταστήσει απολύτως εξαρτώμενη από τις εισαγωγές. Κοινή είναι η πεποίθηση ότι η Ένωση θα μπορούσε να αναπτύξει και να ενθαρρύνει τις ανταλλαγές μεταξύ των εταίρων μέσα από ένα καλά οργανωμένο, ισορροπημένο και συμπληρωματικό πρόγραμμα ανάπτυξης, το οποίο θα λάμβανε υπόψη του τις οικιακές ανάγκες, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, θα υλοποιούσε την χιλιοεξαγγελμένη ενεργειακή μετάβαση και θα στηριζόταν σε οικολογικές βάσεις.
Δυστυχώς, το κοινό ανακοινωθέν που ακολούθησε δεν αφήνει αμφιβολίες για το πώς οι 27 ηγέτες αντιλαμβάνονται το ζήτημα της ενέργειας: «οι τιμές και το υψηλό κόστος της ενέργειες επιδρούν αρνητικά στην ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα». Παράλληλα τα κράτη μέλη καλούνται να ανταποκριθούν σε τέσσερις προκλήσεις:
• την πλήρη απελευθέρωση της εσωτερικής αγοράς ενέργειας,
• την πραγματοποίηση της διασύνδεσης των αγορών,
• την διασφάλιση ενός σταθερού και προβλέψιμου πλαισίου με σκοπό την διευκόλυνση των επενδύσεων και
• την δημιουργία ενεργειακών δομών εντός και εκτός ευρωπαϊκών συνόρων.
Οι κυβερνήσεις έδωσαν μάχη, και τα κατάφεραν, η επιλογή των πηγών ενέργειας να είναι εσωτερική αρμοδιότητα, δηλαδή να μπορεί το κάθε κράτος μέλος να αποφασίσει αν θα χρησιμοποιήσει πυρηνική ενέργεια, άνθρακα ή πετρέλαιο και αέριο από σχιστόλιθο, ακόμη και αν η συζήτηση για τα προϊόντα από σχιστόλιθο διχάζουν την ευρωπαϊκή επιστημονική κοινότητα. Ήδη στις ΗΠΑ, ο μύθος της «επανάστασης του σχιστόλιθου» έχει χάσει προ πολλού την αίγλη του: τεράστιο κόστος εξόρυξης σε σχέση με τις τιμές πώλησης χωρίς να κάνουμε λόγο για τις αδυναμίες σε επίπεδο περιβαλλοντικών ρυθμίσεων και επιπτώσεων στην υγεία. Τα κράτη μέλη έκλεισαν τα αυτιά τους στις αντίθετες φωνές που ακούγονται από την Επιτροπή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τις Οργανώσεις για το Περιβάλλον.
Πόσο μακρινή φαντάζει η Πράσινη Βίβλος της Επιτροπής για τους κλιματικούς στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης έως το 2030...
Οι ενεργειακές ανάγκες και επάρκεια περιθωριοποίησαν πλήρως τις πολιτικές ενάντια στην κλιματική αλλαγή. Μόνο μία αναφορά στο περιβάλλον στο τελικό κείμενο και αυτή συνδεδεμένη με το διακύβευμα της οικονομίας. Η αειοφορία, ως συστατικό στοιχείο της ανάπτυξης, λησμονήθηκε και παραπέμφθηκε στις καλένδες.
Μία βιώσιμη, ανταγωνιστική και αειφόρος ενεργειακή πολιτική δεν μπορεί ποτέ να ιδωθεί ξέχωρα από το περιβάλλον και τις επιπτώσεις σε αυτό. ΕΕ και εθνικές κυβερνήσεις πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι η υιοθέτηση της άποψης «φτηνή ανάπτυξη» της οποίας τα αποτελέσματα βαραίνουν στο παρόν και στο μέλλον, έχει εξαντλήσει τα όριά της. Με την Συνθήκη της Λισαβόνας η Ένωση εφοδιάστηκε με όλα τα απαραίτητα νομικά εργαλεία καθώς και με κείμενα που περιγράφουν περίφημα όχι μόνο το σκοπό, αλλά και τη διαδικασία και τα στάδια λήψης αποφάσεων για μία ενεργειακή πολιτική μετάβασης με στόχο την ανάπτυξη και με άξονα το σεβασμό στο περιβάλλον. Γιατί η προστασία του περιβάλλοντος δεν κοστίζει. Συμφέρει.

Τέλος θα ήθελα να σταθώ στο προφανές που δεν είναι άλλο από το ότι η στόχευση στις ΑΠΕ σημαίνει επενδύσεις και άνοιγμα νέων θέσεων εργασίας. Η δημιουργία του κατάλληλου επενδυτικού περιβάλλοντος στον χώρο της ενέργειας θα έχει άμεσες θετικές συνέπειες για την οικονομία, δεδομένου ότι στον συγκεκριμένο χώρο οι συνθήκες δεν είναι τόσο ευμετάβλητες όπως σε άλλα πεδία της ελληνικής οικονομίας.
Συνοπτικά το πλαίσιο που θα καθοριστεί μέσα από το παρόν νομοσχέδιο είναι στρατηγικής σημασίας τόσο για την οικονομία όσο και για το περιβάλλον. Το μίγμα ενεργειακής πολιτικής που θα καθοριστεί θα κρίνει και σε μεγάλο βαθμό τον αναπτυξιακό χαρακτήρα της χώρας. Ωστόσο το παρόν νομοσχέδιο είναι άτολμο, αποσπασματικό, χωρίς μακροπρόθεσμη στρατηγική, μακριά από τα ευρωπαϊκά πρότυπα και επομένως ακατάλληλο για την προώθηση των ανωτέρω ζητημάτων.

Ομιλία της Μαρίας Γιαννακάκη στην Επιτροπή κατά του ρατσισμού και της ξενοφοβίας στη συζήτηση "Οι πρόσφατες εξελίξεις στην Ελλάδα και Σουηδία"

Η άνοδος του νεοναζισμού είναι πάντα ένα φαινόμενο που κλονίζει την Δημοκρατία, είναι όμως ακόμη πιο σοκαριστικό όταν συμβαίνει σε μία χώρα που έδωσε, κατά κεφαλή, τα περισσότερα θύματα, κατά τη διάρκεια του Β' παγκοσμίου Πολέμου, στον αγώνα κατά του φασισμού και του ναζισμού.
Αν προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε αυτό το φαινόμενο μόνο μέσω της οικονομικής κρίσης που ταλανίζει την χώρα τα τελευταία 3 χρόνια, κινδυνεύουμε να το αποιδεολογικοποιήσουμε και να παραβλέψουμε τα ιδεολογικά ρεύματα που γεννούν τον φασισμό στις κοινωνίες: τον ρατσισμό, την ξενοφοβία, τον σεξισμό και τον λαϊκισμό.
Αν δεν συνομολογήσουμε τις κοινωνικοπολιτικές παθογένειες που οδηγούν στον εκφασισμό της κοινωνίας, ακόμη και όλη την Χρυσή Αυγή να φυλακίσουμε, η συζήτηση θα συνεχίσει να διεξάγεται ατέρμονα με όρους αστυνομικούς και όχι πολιτικούς.
Οφείλουμε επίσης να συμφωνήσουμε και σε ένα άλλο βασικό σημείο: Τα μέλη αυτής της συμμορίας δεν συνελήφθησαν για τις ιδέες τους. Συνελήφθησαν γιατί κατηγορούνται για σύσταση εγκληματικής συμμορίας και τέλεση εγκληματικών πράξεων μεταξύ των οπίων και δολοφονίες. Και λέω δολοφονίες, γιατί η πολιτική δολοφονία του αντιφασίστα μουσικού Παύλου Φύσσα δεν ήταν η πρώτη. Είχαν προηγηθεί δολοφονίες μεταναστών, επιθέσεις σε ομοφυλόφιλους, η επίθεση στο Πέραμα στα μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Οι Ελληνικές Αρχές δεν αντέδρασαν γρήγορα σε πολιτικό επίπεδο, αλλά τελικά η Δημοκρατία αντέδρασε χρησιμοποιώντας ακριβώς τα όπλα που αυτοί θέλουν να καταστρέψουν. Τον κοινοβουλευτισμό, το κράτος Δικαίου και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.
Πριν από μερικούς μήνες ο Έλληνας Πρωθυπουργός αρνήθηκε να κάνει δεκτό το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο και αυτός ήταν ένας από τους λόγους που το κόμμα μου, η Δημοκρατική Αριστερά, εγκατέλειψε τον κυβερνητικό σχηματισμό δύο μήνες αργότερα.
Ένα από τα πλέον πολυσυζητημένα θέματα σήμερα στην Ελλάδα είναι η πιθανότητα απαγόρευσης λειτουργίας της Χρυσής Αυγής. Κατά τη γνώμη μου, πέραν του ότι το άρ. 29 του Ελληνικού Συντάγματος δεν επιτρέπει επί της ουσίας την απαγόρευση ενός πολιτικού κόμματος, είναι και πολιτικά λάθος. Η απάντηση στην άνοδο του νεοφασισμού οφείλει να είναι πολιτική και όχι διοικητική.
Σήμερα η αστυνομική και δικαστική έρευνα είναι σε εξέλιξη. Οι κατηγορούμενοι θα οδηγηθούν ενώπιον της Δικαιοσύνης και θα δικαστούν σύμφωνα με τους Νόμους. Η Δημοκρατία δεν εκδικείται. Δίνει το καλό παράδειγμα και διαπαιδαγωγεί.
Η απάντηση στον φασισμό είναι η εξυγίανση του πολιτικού συστήματος, η ενίσχυση των θεσμών και η χαλύβδωση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η Εκπαίδευση και ο συνεχείς διάλογος των λαών με το παρελθόν τους.
Όλες οι Δημοκρατικές Δυνάμεις, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά παντού στην Ευρώπη, οφείλουν να συγκροτήσουν πολιτικό μέτωπο ενάντια στον φασισμό και τον νεοναζισμό. Χώρος για μικροπολιτική εκμετάλλευση δεν υπάρχει. Μόνο η αταλάντευτη δημοκρατική θέληση θα στείλει αυτά τα μορφώματα εκεί που πραγματικά ανήκουν: στον σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας.

Τοποθέτηση ως κοινοβουλευτικού εκπροσώπου στην επί των άρθρων συζήτηση του σχεδίου Νόμου «Δημόσιες υπεραστικές οδικές μεταφορές επιβατών - Ρυθμιστική Αρχή Επιβατικών Μεταφορών και άλλες διατάξεις

Όσον αφορά το νομοσχέδιο που συζητάμε σήμερα, πραγματικά πρόκειται για μια προσπάθεια εναρμόνισης της χώρας και του θεσμικού πλαισίου που ισχύει σήμερα με τον Κανονισμό 1370/2007.
Πρέπει, όμως, όπως σημειώσαμε και χθες κι όπως σημείωσε και η Εισηγήτρια μας, η κ. Ξηροτύρη, να συνομολογήσουμε κάποια πράγματα.
Πρώτον, υπάρχουν πολύ συγκεκριμένα άρθρα της Ιδρυτικής Συνθήκης, όπως το άρθρο 295 που μιλάει για την αρχή της ουδετερότητας στο ιδιοκτησιακό καθεστώς, το άρθρο 16 που προνοεί την ελευθερία των κρατών να ορίζουν τις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος και το άρθρο 5 που ορίζει και επεξηγεί την αρχή της αναλογικότητας και της επικουρικότητας, το οποίο, όπως εξηγήσαμε κι εχθές αναλυτικά, θεωρούμε ότι σε πολύ συγκεκριμένα άρθρα του παρόντος νομοσχεδίου παραβιάζεται.
Θα σταθώ σε πολύ συγκεκριμένα σημεία, όπως για παράδειγμα στο θέμα του ορισμού. Δεν μας δόθηκαν εχέγγυα ούτε επεξηγήσεις για το τι σημαίνει «ελάχιστες απαιτήσεις». Κι αυτό από την πλευρά της Δημοκρατικής Αριστεράς δεν είναι μια νορμαλιστική εμμονή, γιατί αυτό το πρόβλημα το αναδεικνύει και η Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής. Πρέπει να οριστεί το πλαίσιο της αναφοράς. Οι προσφορές θα πρέπει εκτός από συμφέρουσες οικονομικά να είναι και συμφέρουσες κοινωνικά.
Πρέπει να περιγράψουμε με πολύ μεγάλη ακρίβεια το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα κατατίθενται οι προσφορές.
Έγινε πάρα πολύς λόγος για τις ρυθμιστικές αρχές και πρέπει να ξαναπούμε ορισμένα πράγματα. Ένα επιχείρημα, το επιχείρημα δηλαδή αυτών που λένε ότι δεν χρειάζονται οι ρυθμιστικές αρχές και δεν πρέπει να υπάρχουν ρυθμιστικές αρχές, είναι ότι δεν έχουν λαϊκή νομιμοποίηση. Αυτό δεν ισχύει. Το Σύνταγμα προνοεί για τη δημιουργία ανεξάρτητων διοικητικών αρχών και το γνωρίζουμε όλοι σε αυτή την Αίθουσα ότι το Σύνταγμα είναι η υπέρτατη εκδήλωση της βούλησης του λαού.
Από κει και πέρα, λοιπόν, σαφώς οι ρυθμιστικές αρχές δεν είναι ακριβώς ό,τι είναι, για παράδειγμα, ο Συνήγορος του Πολίτη, αλλά με διασταλτική ερμηνεία προνοούνται από το Σύνταγμα. Αλλά μην βάζετε τις ρυθμιστικές αρχές να κάνουν πράγματα τα οποία δεν είναι δουλειά τους. Για παράδειγμα, ο καθ' ύλην αρμόδιος να ασχοληθεί με αυτά τα θέματα, όπως ορίζει το άρθρο 102 για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, δηλαδή όταν τα θέματα είναι τοπικά, είναι η αυτοδιοίκηση. Όπως, όμως, και οι ρυθμίσεις του ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗ. Δεν καταλαβαίνω για ποιο λόγο και το πλαίσιο αλλά και τον έλεγχο θα τον κάνει η ρυθμιστική αρχή. Αυτά πρέπει να μείνουν σε ανθρώπους οι οποίοι έχουν την ειδική επιστημονική γνώση και τη διοικητική εμπειρία και οι οποίοι κυρίως ελέγχονται και αυτοί είναι οι υπηρεσίες της Περιφέρειας και οι υπηρεσίες του Υπουργείου.
Για τις ευπαθείς ομάδες, βέβαια, έγινε μία τροποποίηση η οποία μας ικανοποιεί.
Για τις τροπολογίες τώρα. Θα επαναλάβω ότι πραγματικά ο τρόπος που νομοθετούμε είναι απαράδεκτος. Υποτίθεται ότι είχαμε συνομολογήσει όλοι πριν από δεκαπέντε μήνες ότι αυτό το πράγμα δεν μπορεί να γίνεται. Σε νομοθετήματα τα οποία ήδη είναι μεγάλα σε έκταση, έρχονται και προστίθενται πάρα πολλές τροπολογίες, οι οποίες και άσχετες με το περιεχόμενο είναι, αλλά και πάρα πολύ μεγάλες σε έκταση, που πολλές από αυτές θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα ξεχωριστό νομοσχέδιο, αν πραγματικά θέλαμε να κάνουμε μια ουσιαστική δουλειά με μελέτη, προτάσεις και ανταλλαγή απόψεων. Αυτό είναι απαράδεκτο. Πρέπει κάποια στιγμή να σταματήσει και το Προεδρείο πρέπει εδώ να πάρει μια θέση.
Στέκομαι σε δύο τροπολογίες, στην τροπολογία που αφορά στη συγχώνευση της ΘΕΜΙΔΟΣ, της ΔΕΠΑΝΟΜ και του ΟΣΚ στην καινούργια δομή υπό την ονομασία «ΚΤΗΡΙΑΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ ΑΕ» και πραγματικά εμείς αδυνατούμε να καταλάβουμε τι συμβαίνει και δεν δόθηκαν και από τον αρμόδιο Υπουργό απαντήσεις. Ίσως εχθές θα έπρεπε να τον ρωτήσουμε τον κ. Αθανασίου -αλλά εξαντλήθηκε η συζήτηση στο άρθρο 6 της τροπολογίας που τελικά αποσύρθηκε όσον αφορά στις μετοχές των ναυτιλιακών εταιρειών- για ποιο λόγο η εταιρεία ΘΕΜΙΣ παραμένει μέχρι το 2015. Τι έχει να ελέγξει και –επιτρέψτε μου- τι έχει να καλύψει; Γιατί η ΘΕΜΙΣ είναι μια εταιρεία που έχει κάποιους σκελετούς στη ντουλάπα της και οι Βουλευτές της Δημοκρατικής Αριστεράς έχουν επανειλημμένα καταθέσει ερωτήσεις. Για ποιο λόγο πρέπει να γίνει αυτό; Δηλαδή, αν υπήρχε μια παράταση για τη ΔΕΠΑΝΟΜ που ασχολείται με τα συγκεκριμένα θέματα που ασχολείται, να μπορέσουμε να το καταλάβουμε. Εδώ δεν δόθηκε καμία εξήγηση.
Και τέλος, όσον αφορά στην τροπολογία για τη μεταφορά υπηρεσιών που αφορούν στην σεισμική προστασία, νομίζουμε ότι εδώ πρέπει να υπάρχει ένα πολύ συγκεκριμένο σχέδιο, ένα σχέδιο από την αρχή ως το τέλος που όχι μόνο να καλύπτει τις εργασίες που μέχρι τώρα έκαναν οι υπηρεσίες, οι οποίες μεταφέρονται, αλλά και να τις επεκτείνει, γιατί μιλάμε για την Ελλάδα, για μια χώρα η οποία είναι κατ' εξοχήν σεισμογενής. Πρέπει να εξασφαλιστεί με τον πιο αυστηρό και ακέραιο τρόπο η μεταφορά όλου του εξειδικευμένου προσωπικού και η μοριοδότησή του.
Τέλος, πρέπει να διατηρηθεί η Γενική Διεύθυνση Σεισμικού Σχεδιασμού, έτσι ώστε να μην υπάρξει καμία αποψίλωση, παρά αντίθετα να υπάρξει ενδυνάμωση της υπηρεσίας.

Τοποθέτηση ως Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου σχετικά με την αντιμετώπιση φασιστικών και ναζιστικών μορφωμάτων

Αναφορικά με την πολιτική επικαιρότητα, νομίζω ότι είναι λάθος να λέγεται ότι η δημοκρατία στην Ελλάδα κινδυνεύει. Η δημοκρατία στην Ελλάδα δεν κινδυνεύει, γιατί είναι βαθιά ριζωμένη και την ασπάζεται, την αγκαλιάζει η συντριπτική πλειονότητα του ελληνικού λαού. Και αυτό το απέδειξαν περίτρανα χθες οι αντιφασιστικές διαδηλώσεις στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις στην Ελλάδα και με το μέγεθος τους, αλλά και με τον παλμό τους.
Η μόνη απάντηση που μπορεί να δοθεί σε τέτοια ναζιστικά και φασιστικά μορφώματα, όπως είναι η Χρυσή Αυγή, είναι περισσότερη δημοκρατία, ενίσχυση της αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος και περιχαράκωση των θεσμών.
Η απάντηση στη Χρυσή Αυγή μπορεί να είναι μόνο πολιτική και όχι διοικητική. Πρέπει να συγκροτηθεί ένα πολιτικό μέτωπο αντιμετώπισης αυτού του φαινομένου. Διοικητικές κυρώσεις δεν μπορεί να υπάρχουν όχι μόνο γιατί το Σύνταγμα και ο συνταγματικός νομοθέτης προνόησε το άρθρο 29 του Συντάγματος που αντικατοπτρίζει το όλο πνεύμα της Μεταπολίτευσης, αλλά γιατί έχουμε δει ότι αυτό σε όσες χώρες της Ευρώπης –στην Ισπανία, στη Μεγάλη Βρετανία- έχει προσπαθήσει να γίνει, ουσιαστικά δεν έχει φέρει αποτελέσματα. Μια αλλαγή ονόματος και μια αλλαγή καταστατικού, που θα μιλάει για την παγκόσμια ειρήνη, μπορεί να τους ξαναφέρει στα έδρανα της Βουλής.
Όσον αφορά τις ποινικά κολάσιμες πράξεις, η δικαστική έρευνα είναι αυτή τη στιγμή είναι σε εξέλιξη. Πρέπει να περιμένουμε τα αποτελέσματα του έργου της.
Όσον αφορά τη φήμη που κυκλοφορεί για παραίτηση των Βουλευτών τους και των αναπληρωτών τους προκειμένου να διεξαχθούν εκ νέου εκλογές σε δεκαπέντε εκλογικές περιφέρειες της χώρας, αυτό από τη μια μεριά θα δείξει για μια ακόμη φορά τη στάση τους απέναντι στο Σύνταγμα και τους δημοκρατικούς θεσμούς, αλλά από την άλλη ίσως να είναι και μια χρυσή ευκαιρία προκειμένου ο ελληνικός λαός, αυτός που παρασύρθηκε και τους εμπιστεύθηκε -και που, όπως έχω ξαναπεί σε αυτήν την Αίθουσα, δεν έχει πια καμία δικαιολογία- να τους στείλει εκεί που πραγματικά τους αξίζει, δηλαδή, στο σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας.
Αναφορικά με τη συνάντηση που έγινε χθες το βράδυ στον Άρειο Πάγο με αφορμή ένα κείμενο που είδε το φως της δημοσιότητας, νομίζω ότι έγινε για να διερευνηθούν πιθανές ποινικές ευθύνες που προκύπτουν από αυτό και ποινικά κολάσιμες πράξεις κι όχι για το πολιτικό του μέρος. Διότι αν κάποιος μπει στον κόπο να το διαβάσει, βλέπει ότι δεν πρόκειται για ένα κείμενο εφέδρων, αλλά κυρίως για ένα κείμενο φαιδρών. Ούτε ιδεολογικό στίγμα είχε -επιχειρήματα που το ένα αντέκρουε του άλλο- αλλά και αντικρουόμενες προτάσεις.

Τοποθέτηση ως κοινοβουλευτικού εκπροσώπου στο σχέδιο Νόμου «Δημόσιες υπεραστικές οδικές μεταφορές επιβατών - Ρυθμιστική Αρχή Επιβατικών Μεταφορών και άλλες διατάξεις

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
όσον αφορά στην επίμαχη τροπολογία στο άρθρο 6, τοποθετήθηκα. Μετά από τις εξηγήσεις για την απόσυρση που έδωσε ο κύριος Υπουργός, θέλω μόνο να πω ότι, όπως προκύπτει από τα Πρακτικά της αρμόδιας Επιτροπής, όλα τα κόμματα της Αντιπολίτευσης εξέφρασαν τις αντιρρήσεις τους και δεν νομίζω πως είναι πολιτικά ορθό να προσπαθεί να το καρπωθεί αυτό μόνο ένα κόμμα.
Θα επαναλάβω όμως, όπως είπα και στον Υπουργό Δικαιοσύνης, τον κ. Αθανασίου, ότι δεν θεωρώ ότι θα ήταν μία σωστή επιλογή το να επανέλθει το συγκεκριμένο θέμα. Ας μην προσπαθεί να το υπερασπίσει, γιατί απλά δεν είναι υπερασπιστέο.
Από εκεί και πέρα, πριν μιλήσω για την ουσία του νομοσχεδίου θα ήθελα να πω ότι οι τροποποιήσεις οι οποίες έχουν επέλθει, είναι προς την ορθή κατεύθυνση υιοθέτησης του Κανονισμού και είναι απόρροια των παρατηρήσεων που έκανε και η εισηγήτριά μας στην Επιτροπή αλλά και η Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής.
Το νομοσχέδιο που έχουμε σήμερα ουσιαστικά είναι μια προσπάθεια εναρμόνισης του θεσμικού πλαισίου που υπάρχει αυτήν τη στιγμή στη χώρα και διέπει το συγκεκριμένο θέμα με τον Κανονισμό 1370/2007.
Όμως, θα πρέπει να συνομολογήσουμε κάποια πράγματα. Για παράδειγμα, βάσει του άρθρου 295 της Συνθήκης προβλέπεται η αρχή της ουδετερότητας του ιδιοκτησιακού καθεστώτος. Επίσης, βάσει του άρθρου 16 προβλέπεται η αρχή της ελευθερίας των κρατών-μελών να ρυθμίζουν και να ορίζουν τα ίδια τις υπηρεσίας γενικού συμφέροντος. Ακόμα, σύμφωνα με το άρθρο 5 υπάρχει η αρχή της αναλογικότητας και της επικουρικότητας που –όπως είπε με πολύ μεγάλη λεπτομέρεια και επιμέλεια η εισηγήτριά μας κ. Ξηροτύρη- σε πάρα πολλά άρθρα του σχεδίου νόμου που έχουμε μπροστά μας, παραβιάζεται.
Επίσης, πρέπει να συνομολογήσουμε και το ότι η διεθνής πρακτική έχει αποδείξει ότι η προσφορά χερσαίων επιβατικών μεταφορών παρά το γεγονός ότι είναι ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο κοινωνικής σημασίας για τους πολίτες γεγονός, σε πολλές περιπτώσεις δεν θα παρεχόταν καθόλου ή θα παρεχόταν με πάρα πολύ μεγάλες ελλείψεις, αν δεν υπήρχε η παρέμβαση του δημοσίου για τη διασφάλιση ενός ελαχίστου επιπέδου παροχής των υπηρεσιών αυτών.
Αυτό με τη σειρά του οφείλεται στην ύπαρξη άγονων γραμμών, οι οποίες έχουν ένα πολύ μικρό εμπορικό –δηλαδή οικονομικό- συμφέρον, ενώ παράλληλα λόγοι δημοσίου συμφέροντος επιβάλλουν να εξασφαλιστεί το δικαίωμα του κάθε πολίτη στη μετακίνηση ανεξάρτητα από το πόσο αποδοτική είναι αυτή ή όχι.
Βάσει όσων έχω πει μέχρι τώρα, λοιπόν, καλό είναι να συμβουλευτούμε και τη Λευκή βίβλο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις μεταφορές. Σας διαβάζω ένα απόσπασμα με ημερομηνία 17 Σεπτεμβρίου 2001 για το συγκεκριμένο θέμα: «Στόχος της Λευκής Βίβλου είναι να εξασφαλιστούν ασφαλείς, αποτελεσματικές και υψηλής ποιότητας υπηρεσίες επιβατικών μεταφορών χάρη στον ελεγχόμενο ανταγωνισμό, ο οποίος όμως θα εγγυάται τη διαφάνεια και την απόδοση των δημοσίων υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών λαμβανομένων υπ' όψιν ιδίως των κοινωνικών, περιβαλλοντικών και περιφερειακής ανάπτυξης παραγόντων ή την προσφορά συγκεκριμένων όρων τιμολόγησης προς όφελος ορισμένων κατηγοριών επιβατών και την εξάλειψη των ανομοιοτήτων μεταξύ μεταφορικών επιχειρήσεων των διαφόρων κρατών-μελών, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν σημαντική στρέβλωση στον ανταγωνισμό.
Οι πραγματοποιηθείσες μελέτες και οι εμπειρίες κρατών-μελών στα οποία ο ανταγωνισμός στον τομέα των δημόσιων μεταφορών υφίσταται εδώ και πάρα πολλά χρόνια –σημειώνει η Λευκή Βίβλος- δείχνουν ότι με τις κατάλληλες διασφαλίσεις η καθιέρωση ελεγχόμενου ανταγωνισμού μεταξύ φορέων καθιστά τις υπηρεσίες πιο ελκυστικές και καινοτόμες και λιγότερο ακριβές, χωρίς να παρεμποδίζει την εκτέλεση των συγκεκριμένων καθηκόντων που ανατίθενται στους φορείς δημοσίων υπηρεσιών».
Ένα πολύ μεγάλο μέρος της συζήτησης σήμερα αφιερώθηκε στη Ρυθμιστική Αρχή Επιβατικών Μεταφορών, για τη χρησιμότητα η μη μιας ακόμη ανεξάρτητης Αρχής, το κόστος και τις επικαλύψεις που θα προσθέσει ή την απομείωση του ρόλου των σχετικών υπηρεσιών και αυτού της περιφερειακής αυτοδιοίκησης.
Όπως εξήγησε και η εισηγήτρια μας κ. Ξηροτύρη, εμείς συμφωνούμε με την ανάγκη σύστασης της συγκεκριμένης ανεξάρτητης ρυθμιστικής Αρχής γιατί πιστεύουμε ότι ο ρόλος της και οι πολλαπλές αρμοδιότητές της –οι οποίες είναι και θα πρέπει να είναι κυρίως κανονιστικού, σχεδιαστικού χαρακτήρα- είναι απαραίτητες και με πολύ μεγάλη λεπτομέρεια περιγράφονται στα σχετικά άρθρα.
Όμως, δεν συμφωνούμε –και ούτε συνάδει με τις αρχές σύστασής της- να μετατραπεί σε αναθέτουσα αρχή και σε διευθύνουσα υπηρεσία.
Αυτές τις αρμοδιότητες και το έργο θα πρέπει να συνεχίσουν να τις ασκούν οι περιφέρειες, αλλά και οι αντίστοιχες υπηρεσίες του Υπουργείου.
Πρέπει να βάλουμε στη συζήτηση όλη τη ρητορική που αφορά τις Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές, γιατί ξέρουμε ότι η απάντηση στο αν είναι χρήσιμες ή όχι και αν πραγματικά συνάδουν με τις αρχές της Δημοκρατίας, είναι λίγο περίπλοκη.
Ας πάρουμε τη θετική προσέγγιση, καθώς –όπως σημείωσα και προηγουμένως- εμείς στη Δημοκρατική Αριστερά είμαστε υπέρ της θετικής προσέγγισης και πιστεύουμε ότι είναι όργανα με δημοκρατική νομιμοποίηση, αφού προβλέπονται και μέσα στο Σύνταγμα.
Σύμφωνα, λοιπόν, με την άποψη που εμείς πρεσβεύουμε, η επέκταση του θεσμού όχι μόνο δεν υποσκάπτει τη λαϊκή κυριαρχία και το ρόλο των δημοκρατικά νομιμοποιημένων αρχών –όπως είναι ο ρόλος που πρέπει να επιτελεί το Κοινοβούλιο, για παράδειγμα- αλλά αντίθετα θωρακίζουν το Δημοκρατικό Πολίτευμα και τις δικαιοκρατικές εγγυήσεις.
Όμως, εξίσου πειστικά μπορεί να είναι και τα επιχειρήματα της άλλης πλευράς, αυτοί δηλαδή που θεωρούν ότι όχι μόνο δεν είναι χρήσιμες, αλλά ότι υποσκάπτουν και τα θεμέλια της Δημοκρατίας. Για παράδειγμα, αυτή η άποψη –παρόλο που αναγνωρίζει ότι είναι φορείς σημαντικών και ποικίλων δημόσιων εξουσιών- υποστηρίζει ότι οι Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές δεν διαθέτουν μία άμεση νομιμοποίηση και κυρίως –αυτό είναι αρκετά σημαντικό- δεν λογοδοτούν στο λαό.
Επιπλέον, υποκαθιστούν σε σημαντικές αρμοδιότητες δημοκρατικά νομιμοποιημένα όργανα και εδώ είναι και τα επιχειρήματα τα οποία ανέπτυξε η κ. Ξηροτύρη, αναφορικά με το ρόλο τους και τη σχέση τους με τις περιφέρειες και τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου.
Όλα όσα προείπα καθιστούν, σύμφωνα με τη σχετική άποψη, τις Ανεξάρτητες διοικητικές Αρχές θεσμική και πολιτική αλλοίωση της δημοκρατικής αρχής και της αρχής διάκρισης των εξουσιών. Έτσι, αυτή η άποψη πιστεύει ότι πρέπει αν όχι να καταργηθεί ο ρόλος και να μην υπάρχουν Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές, τουλάχιστον να είναι πολύ περιορισμένος.
Στο σημείο αυτό, θα σταθώ σε δύο ακόμη άρθρα. Για παράδειγμα, στο άρθρο 10, θεωρούμε ότι είναι θετική η διάταξη ότι ο σχεδιασμός του δικτύου λαμβάνει υπ' όψιν του τις ειδικές ανάγκες μετακινήσεων μαθητών ή εκπαιδευόμενων προς τα κέντρα εκπαίδευσης και των εργαζόμενων προς τους χώρους εργασίας, αλλά θεωρούμε ότι είναι απαραίτητο να προστεθούν εδώ και οι ανάγκες των ευπαθών ομάδων, όπως είναι τα ΑΜΕΑ, οι άνεργοι, οι υπερήλικες κ.λπ.
Επίσης, στο άρθρο 13, ενώ επιβάλλεται στις περιφέρειες –και σωστά κατά τη γνώμη μας- η τεκμηρίωση των προτάσεών τους για το σχεδιασμό, δεν υπάρχει καμμία διασφάλιση ότι η Ρυθμιστική Αρχή θα τον υλοποιήσει ή τουλάχιστον θα τεκμηριώσει και αυτή τις τυχόν τροποποιήσεις που θα επιφέρει.
Ακόμη, όπως είπε και η κ. Ξηροτύρη, είμαστε εξαιρετικά επιφυλακτικοί σε ό,τι αφορά το άρθρο 14 και τη δυνατότητα εκτός από την ανάθεση με αποκλειστικό δικαίωμα να δίδεται και αποζημίωση.
Τέλος, όσον αφορά στο Κεφάλαιο Η΄ και συγκεκριμένα στα άρθρα 47-51, που αφορούν μεταβατικές διατάξεις που συμπεριλαμβάνουν ρυθμίσεις εργασιακών θεμάτων και την προσωρινή άδεια λειτουργίας υφιστάμενων σταθμών υπεραστικών λεωφορείων, υπάρχουν πολύ μεγάλες αδυναμίες, ειδικά στο άρθρο 50, που αφορά στη ρύθμιση των εργασιακών θεμάτων και στη διασφάλιση ενός προστατευτικού πλαισίου για τους εργαζόμενους.
Ευτυχώς, από την αρχή απαλείφθηκε η παράγραφος 2, αλλά παρ' όλα αυτά νομίζω –και πιστεύω θα συμφωνήσετε κι εσείς μαζί μου- ότι είναι εξαιρετικά εύλογη ειδικά στις σημερινές συνθήκες η ανησυχία δεκαπέντε χιλιάδων εργαζομένων στις οδικές μεταφορές ότι όλες αυτές οι σημαντικές αλλαγές νομικού πλαισίου λειτουργίας, σε συνδυασμό με την πλήρη επικράτηση του ανταγωνιστικού περιβάλλοντος χωρίς προστατευτικό πλαίσιο και δεσμεύσεις για τη διατήρηση των κλαδικών κι επιχειρησιακών συμβάσεων, απειλούν σοβαρά τις θέσεις εργασίας τους.
Όσον αφορά τα επιμέρους άρθρα και τις τροπολογίες που έχουν κατατεθεί, θα αναφερθούμε αναλυτικά αύριο.
Θα ήθελα, κύριε Υπουργέ, να τονίσω το εξής για μία ακόμη φορά. Εμείς ως Δημοκρατική Αριστερά δεκαπέντε μήνες τώρα –και δεν θα κουραστούμε να το λέμε- είμαστε αντίθετοι στις τροπολογίες της τελευταίας στιγμής, ειδικά σε τροπολογίες που από τη μία μεριά είναι άσχετες με το νομοθέτημα που έρχεται προς συζήτηση και ειδικά ένα νομοθέτημα που είναι και σοβαρό -σαν αυτό που συζητάμε σήμερα- αλλά είναι και μεγάλο από μόνο του, όπου καθεμία θα μπορούσε να αποτελέσει ένα ξεχωριστό νομοσχέδιο, αν θέλαμε πραγματικά να γίνει μία σοβαρή συζήτηση και να δούμε όλες του τις διατάξεις. Αυτό είναι η πλήρης υποτίμηση του Κοινοβουλίου.

Copyright © 2012. www.mariayannakaki.gr | Όλα τα νέα σήμερα newspolis.gr | Designed by Shape5.com

Η επίσημη ιστοσελίδα της Μαρίας Γιαννακάκη | υποψηφιοι, Αττική, περιφέρεια, Παρέμβαση, για την Αττική, Β' Πειραιά, Κορυδαλλός, Κερατσίνι, Νίκαια, Δραπετσώνα, Αγ. Ιωάννης, Ρέντης, Πέραμα, Πειραιάς, Ανθρώπινα, δικαιώματα, LGBT, ισότητα, Εξωτερική, πολιτική, Εθνική Άμυνα, Τουρκία, Κύπρος, Κυπριακό, Ευρωπαϊκή, Ένωση, ομοφυλόφιλοι, Ρομά